Ι.Θ.: Ο Ιωάννης Κονδυλάκης και η Αγκάθα Κρίστι. Η κωμωδία, η σκιαγράφηση των ηρώων, η ηθογραφία, η ατμοσφαιρικότητα και το μυστήριο αποτελούν βασικά συστατικά για να παρασυρθώ από ένα βιβλίο. Αυτά τα στοιχεία εξάλλου –όλα ή μερικά από αυτά- ενυπάρχουν και στα δικά μου γραπτά. Γράφω αυτά που θα ήθελα να διαβάζω ενολίγοις. Ωστόσο θέλω να αναφερθώ και στον Οδυσσέα Ελύτη, που δεν είναι συγγραφέας, πλην όμως καταλαμβάνει τη μεγαλύτερη θέση στην καρδιά μου.
Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;
Ι.Θ.: Το πρώτο βιβλίο που μπορώ να θυμηθώ και που αποτέλεσε την πύλη για τη μετάβασή μου στον κόσμο της λογοτεχνίας ήταν «Ο θησαυρός της Βαγίας» της Ζωρζ Σαρρή. Μου άρεσε τόσο που το διάβασα δύο φορές! Μια παρέα παιδιών, ένα καλά κρυμμένο μυστήριο, ένας θησαυρός… με συνεπήρε τόσο που ήθελα διακαώς να επισκεφθώ την Αίγινα, τόπο εξέλιξης της ιστορίας.
Ερώτηση 3η: Τι σημαίνει η συγγραφή για εσάς;
Ι.Θ.: Η συγγραφή είναι εκτόνωση και με την ολοκλήρωση του έργου λύτρωση. Η διαδικασία, το συγγράφειν, με παραπέμπει στις ωδίνες του τοκετού. Διότι είναι πραγματικά κοπιώδες να φαντάζεσαι, να πλάθεις κόσμους, να ταξιδεύεις πίσω στο χρόνο βασιζόμενος σε μαρτυρίες και «μάτια» τρίτων, να μεταφέρεις τον οίστρο σου στο χαρτί, να σβήνεις, να γράφεις, να διορθώνεις, να ξενυχτάς… Τελικώς όμως η «γέννα», το ίδιο το έργο, λειτουργεί λυτρωτικά και το κοιτάς με περηφάνια.
Ερώτηση 4η: Ποια είναι η πηγή έμπνευσή σας;
Ι.Θ.: Είναι μια ξαφνική, απροσδιόριστη ώθηση, μια έντονη ανάγκη για απολύτρωση, για ν’ αδειάσεις την ψυχή σου που αίφνης κατακλύζεται από συναισθήματα αυτό που οδηγεί το χέρι σου να γράψει. Πάντα, βέβαια, προηγείται ένα ερέθισμα. Μια εικόνα ζώσα, ένα ρυτίδωμα της θάλασσας, ένα τραγούδι, ένα βλέμμα, ένας ήλιος που πέφτει στη θάλασσα και τη βάφει κόκκινη, ο,τιδήποτε μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης.
Ερώτηση 5η: Τι σας "ώθησε" να ξεκινήσετε τη συγγραφή;
Ι.Θ.: Δε με ώθησε κάτι συγκεκριμένο. Θυμάμαι μόνο ότι μου άρεσε να γράφω. Ακόμη και στο λύκειο θυμάμαι που η καθηγήτρια έβαζε να γράψουμε μία έκθεση κι αν υπήρχε κι άλλο θέμα που μου άρεσε έγραφα και δεύτερη, από μόνη μου.
Ερώτηση 6η: Πως θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας "Αύγουστος οίνος";
Ι.Θ.: Η εκδότριά μου το χαρακτήρισε στοχαστικό. Είναι ένα βιβλίο που πραγματεύεται τη ζωή και τον έρωτα. Ένα ψυχογράφημα με κεντρικό άξονα την αναζήτηση του έρωτα. Δεν πρόκειται για μια ακόμη ροζ ιστορία όμως. Εδώ η ηρωίδα καλείται να μεγαλώσει μέσα από στραβοπατήματα. Ψάχνει αλλά δε βρίσκει αυτό που θέλει. Και γύρω της ένας ιστός από πρόσωπα αγαπημένα: η μητέρα της που τη βρίσκει αγρίμι κι όλο ξεφυσά «τι θα κάνω μ’ αυτό το παιδί;», η γιαγιά Ελένη με τους νόστιμους μεζέδες της και το γλυκό του κουταλιού ντοματάκι, ο θείος Χαρίλαος, η γλυκιά Ουρανία, ο απροσάρμοστος Ζάχος, ο μυστηριώδης Αύγουστος, ο ερωτεύσιμος Φίλιππος… άνθρωποι σαν αυτούς που όλοι έχουμε γύρω μας κι επηρεάζουν τις ζωές μας. Κι όλα αυτά κάτω από το φλογερό ελληνικό ήλιο στο γνώριμο τοπίο των Κυκλάδων. Έτσι ανοίγεται στα μάτια του αναγνώστη η νησιωτική Ελλάδα και ηθογραφείται η νοοτροπία των κατοίκων της ελληνικής επαρχίας. Όλα αυτά μαζί: ο στοχασμός, η ψυχολογική ενδοσκόπηση, ο έρωτας, η περιπέτεια, η ηθογραφία συνθέτουν τον Αύγουστο Οίνο.
Ερώτηση 7η: Συνήθως τα βιβλία μιλάνε για το παρόν με κάποιες αναδρομές στο παρελθόν. Το δικό σας ξεκινάει από την παιδική ηλικία και σιγά σιγά φτάνει μέχρι την ενήλικη ζωή της Μαρίνας. Γιατί θελήσατε να διαλέξετε αυτή την οδό και όχι τη συνήθη πεπατημένη;
Ι.Θ.: Δεν ξέρω αν συνειδητά το θέλησα. Έτσι βγήκε. Ίσως σαν μια δική μου ανάγκη για μια νοερή επιστροφή στην εφηβεία μου. Ίσως γιατί η φορά της ψυχανάλυσης αρχίζει από τα πίσω προς τα μπρος. Ίσως γιατί νοσταλγώ τα καλοκαίρια μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί: τότε που παίζαμε έξω ως αργά το βράδυ, κουτσό και κυνηγητό, και γινόμασταν χαρούμενοι με απλά πράγματα σαν τα ψευτοπαίχνιδα που έκρυβαν τα κυπελλάκια των παγωτών.
Ερώτηση 8η: Κάθε συμβάν της Μαρίνας ξεκινάει τον Αύγουστο. Τι συμβολίζει ο Αύγουστος τόσο στο βιβλίο σας όσο και στη ζωή σας;
Ι.Θ.: Εξίσου ασυνείδητα συμβαίνει στο μυθιστόρημα και αυτό για να φτάσουμε πια στο τέλος και να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Αύγουστος θα αρθεί υπεράνω ενός απλού καλοκαιρινού μήνα, θα γίνει σύμβολο. Του καλοκαιριού. Της ελευθερίας. Της φαντασίωσης. Του έρωτα.
Για μένα το καλοκαίρι γενικώς σηματοδοτεί το φως, την ψυχική ανάταση, την επαφή του μέσου ανθρώπου με τη φύση, γιατί τότε συνήθως –λόγω των θερινών διακοπών- είναι που οι περισσότεροι από εμάς θα μεταφερθούμε σ’ ένα περιβάλλον εξω-αστικό. Η κατάδυση στη θάλασσα, η αίσθηση της άμμου στα γυμνά πόδια, ο ήλιος που καίει τους ώμους, το μεθυστικό άρωμα των γιασεμιών, η ανεμελιά που συνεπάγεται η απομάκρυνση από δουλειές, γραφεία, σχολεία, όλα αυτά σηματοδοτούν την ελπίδα ότι έστω για λίγο η ζωή θα είναι πιο όμορφη. Όσο για τον Αύγουστο δε χρειάζεται να το πω εγώ… «Αύγουστε καλέ μου μήνα να ‘σουν δυο φορές το χρόνο» κατά τη λαϊκή ρήση. Τα ωραιότερα φρούτα, τα ρομαντικότερα ολόγιομα φεγγάρια, το καλοδεχούμενο χάδι του αέρα γιατί ειδικά στα νησιά ψυχρίζει τα βράδια… Ο Αύγουστος, επίσης, θα έχετε παρατηρήσει ότι είναι περίοδος αν όχι νεκρή για ειδήσεις πάντως με πολύ μειωμένη τηλεθέαση. Ποιος κάθεται μες στο σπίτι να βλέπει τηλεόραση όταν η φύση οργιάζει και σε καλεί να βγεις έξω; Πρέπει να του το αναγνωρίσουμε αυτό του Αυγούστου! Είναι μεγάλος μόρτης αυτός ο μήνας: η απομάκρυνση του πλήθους από τη μικρή οθόνη αποτελεί σπουδαίο κατόρθωμα.
Ερώτηση 9η: Φιλία. Ένας δεσμός σημαντικός για την ηρωίδα σας. Μπορείτε να μας πείτε με λίγα λόγια τι ρόλο παίζει στη δική σας ζωή;
Ι.Θ.: Πάντα είχα φίλους και παρέες. Παρότι υπάρχουν στιγμές εσωστρέφειας η φιλία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δικής μου ζωής. Και ειδικά με την έκδοση του Αύγουστου Οίνου οι φίλοι μου μού απέδειξαν ότι είναι δίπλα μου και με στηρίζουν, ο καθένας με τον τρόπο του, και τους ευχαριστώ.
Ερώτηση 10η: Έρωτας. Ένα μεγάλο κομμάτι του βιβλίου σας είναι αφιερωμένο σε αυτό το συναίσθημα. Οι δύο μεγάλοι της έρωτες καταλήγουν σε αποτυχία και αισθάνεται άσχημα, κατηγορώντας τον εαυτό της. Πιστεύετε πως κάθε άνθρωπος πρέπει να φάει τις "σφαλιάρες" του για να βγει πιο σοφός και να ισορροπήσει μέσα του προκειμένου να γνωρίσει τον εαυτό του;
Ι.Θ.: Όπως το λέτε. Δεν ξέρω πόσοι και τι στόφας είναι οι άνθρωποι που μονομιάς βρίσκουν το άλλο τους μισό. Γιατί υπάρχουν φυσικά κι αυτοί οι άνθρωποι... Δεν αποτελούν το μέσο όρο όμως. Ο μέσος όρος, η πλειοψηφία, τυραννιέται, πολύ ή λίγο, όσο επιτρέπει ο καθένας στον εαυτό του. Το μόνο που μπορώ να πω μετά βεβαιότητας είναι ότι η πορεία προς την αυτογνωσία είναι ένα κακοτράχαλο μονοπάτι. Οι προσωπικοί σου δαίμονες καραδοκούν σε κάθε σου βήμα: ανασφάλειες, απωθημένα, παρελθούσες αποτυχίες, φοβίες. Θα σκοντάψεις. Θα πέσεις κάτω. Θα γδαρθείς… είναι κακοτράχαλο το μονοπάτι είπαμε. Αλλά μόνο τότε θα σηκωθείς πιο δυνατός, γιατί θα ξέρεις τι ζητάς και τι παραχωρήσεις να κάνεις ή να μην ξανακάνεις.
Ερώτηση 11η: Μετά από πολλά χρόνια η Μαρίνα παίρνει τη μεγάλη απόφαση και να καταφύγει στο νησί της γιαγιάς της. Πόσο εύκολο είναι να αφήσει κάποιος τη ζωή της μεγάλης πόλης με τις ανέσεις και να ζήσει σε μία επαρχιακή και κλειστή κοινωνία;
Ι.Θ.: Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι μια λύση. Ενίοτε μάλιστα είναι και ανάγκη. Οι ανέσεις των αστικών κέντρων είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ο θόρυβος, η κίνηση, η ταχύτητα, το άγχος, η απουσία ουσιαστικών σχέσεων με τους ανθρώπους ελλείψει χρόνου, η απώλεια της επαφής με τη φύση και εντέλει η αλλοτρίωση.
Ερώτηση 12η: Στο βιβλίο σας μας μιλάτε για δύο νησιά, της καταγωγής του πατέρα της και της μητέρας της. Παρόλα αυτά δεν μας λέτε τα ονόματά τους παρά μόνο πως πρόκειται για νησιά του Αιγαίου. Γιατί επιλέξατε να μη μας δώσετε πληροφορίες και ονομασίες;
Ι.Θ.: Στο βιβλίο αναφέρονται ρητά αρκετά νησιά: η Μήλος, η Κίμωλος, η Χίος, η Σέριφος, η Φολέγανδρος περνούν μπροστά από τα μάτια του αναγνώστη. Πράγματι, όμως, ο κύριος τόπος εξέλιξης της δράσης, το νησί της μητέρας της Μαρίνας, είναι ένα νησί που δεν κατονομάζεται. Δεν ήθελα να το κάνω. Δεν ήθελα να δώσω ένα όνομα και να χαλάσω τη μαγεία στον εκάστοτε αναγνώστη να προσεγγίσει με όλες τις αισθήσεις του αυτό που υμνώ: το ελληνικό καλοκαίρι. Δε μου άρεσε η ιδέα να αναφερθώ σε παραλίες, χωριά, ορόσημα ενός συγκεκριμένου νησιού που άλλος έχει γνωρίσει και άλλος όχι. Ήθελα μια νοερή αναγωγή του αναγνώστη σ’ ένα νησί, με τις κλασικές κυκλαδίτικες εικόνες του, με τις μαυροφορεμένες γιαγιάδες να ποτίζουν τους βασιλικούς και τα γεράνια, με τα φρεσκοβαμμένα σοκάκια, τα λευκά σπίτια της Χώρας, τα πανηγύρια, τις πετρώδεις πλαγιές, τα λευκά μικρά ξωκλήσια. Αμέσως έχετε πλάσει μια εικόνα, έτσι δεν είναι; Τι σημασία έχει, λοιπόν, αν είναι μια Νάξος, μια Κύθνος ή μία Σίκινος;
Ερώτηση 13η: Έχετε βραβευτεί δύο φορές από την Πανελλήνια Ένωση Βιβλίου. Τι συναισθήματα προκαλεί μία τέτοια διάκριση; Επίσης, δυστυχώς τέτοιες διακρίσεις δεν γίνονται γνωστές από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Πού πιστεύετε πως οφείλεται αυτό;
Ι.Θ.: Βραβεύτηκα όσο ήμουν ακόμη μαθήτρια. Είναι πολύ όμορφο να ξεφεύγεις από το στενό πλαίσιο του κύκλου και του σχολείου σου και να διακρίνεσαι σε πανελλαδικό επίπεδο. Πατάς καλύτερα στα πόδια σου, νιώθεις ότι μπορείς. Δυστυχώς στη χώρα μας τέτοιες διακρίσεις δεν ενδιαφέρουν τα ΜΜΕ, δεν είναι «πιασάρικες» -ας μου επιτραπεί ο όρος- ούτε οικονομικά επωφελείς. Παράλληλα διάγουμε μια εποχή πνευματικού μεσαίωνα. Επικρατεί κάθε είδους υποκουλτούρα, ξενομανία, οι πνευματικοί άνθρωποι σπανίζουν, η παιδεία έχει παραγκωνιστεί στο όνομα μιας στείρας μόρφωσης. Αυτό το κλίμα, λοιπόν, δεν ευνοεί την προώθηση ούτε των διακρίσεων που αναφέρατε ούτε καν της λογοτεχνίας εν γένει.
Ερώτηση 14η: Δικηγορία και συγγραφή. Αν έπρεπε να διαλέξετε μία από τις δύο ποια θα διαλέγατε και γιατί;
Ι.Θ.: Χαχα! Αν έπρεπε θα διάλεγα τη συγγραφή, διότι για εμένα αποτελεί χόμπι κι όπως λένε είναι ευτυχισμένος όποιος κάνει για δουλειά του το χόμπι του. Ωστόσο δεν είναι εύκολο να βιοποριστείς από τη συγγραφή. Πόσο μάλλον σήμερα και πόσο μάλλον στην Ελλάδα του σήμερα.
Ερώτηση 15η: Για ποιο λόγο πιστεύετε πως πρέπει οι αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο σας;
Ι.Θ.: Αν λάβω υπόψιν τις κριτικές και τα μηνύματα των αναγνωστών νομίζω ότι διαβάζοντας τον Αύγουστο Οίνο πολλοί αναγνώστες θα βρουν τον εαυτό τους σ’ εκείνη τη θαλασσινή ατίθαση ηρωίδα που παθιάζεται με τ’ ακρογιάλια, τα καλοκαίρια και τα λάθος αγόρια. Ακόμη περισσότερο θα νοσταλγήσουν τα νιάτα τους, θα γίνουν για λίγο ξανά παιδιά, θα κρυφογελάσουν με τις περιπέτειες, τις σκέψεις και τις αναποδιές της Μαρίνας που είναι από λίγο ως πολύ στιγμιότυπα από τις ζωές όλων μας.
Ερώτηση 16η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;
Ι.Θ.: Οι αναγνώστες εύχομαι να μπορούν πάντα να διαβάζουν βιβλία. Να έχουν το χρόνο, τη διάθεση και το πάθος να γίνονται συνοδοιπόροι των ηρώων που με τόση αγάπη πλάθουν οι συγγραφείς, να ξεχνιούνται μέσα απ’ τις σελίδες των βιβλίων, να απομακρύνονται από τη ζοφώδη καθημερινότητά τους.
Ερώτηση 17η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενό σας συγγραφικό βήμα;
Ι.Θ.: Αυτή τη στιγμή έχω χαθεί στη γοητεία ενός ιστορικού μυθιστορήματος. Είναι, βέβαια, πιο απαιτητικό, γιατί για να «ντύσεις» όπως πρέπει την ιστορία χρειάζεται να διαβάσεις ιστορικές πηγές, να αντλήσεις πληροφορίες από τους ελάχιστους ζώντες εκείνης της περιόδου, να κλείσεις τα μάτια και να δεις πώς ζούσαν, πώς ντύνονταν, τι έτρωγαν, ν’ ακούσεις πώς μίλαγαν –τη ντοπιολαλιά τους-, να συμμεριστείς έναν τρόπο σκέψης αλλοτινού καιρού, με διαφορετικές ανησυχίες, διαφορετική κοσμοθεωρία κ.ο.κ. Οπότε είναι ένα εγχείρημα δύσκολο, αλλά σίγουρα γοητευτικό.
Β.Δ.: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδα όλα τα βιβλία σας!!!
Ι.Θ.: Σας ευχαριστώ κι εγώ για τη συνέντευξη, την υπέροχη κριτική σας κι εύχομαι οι αναγνώστες σας να γνωρίσουν και ν’ αγαπήσουν τη Μαρίνα μου.
Η Ιωάννα Θεοδωράτου γεννήθηκε το 1986 στη Χίο, με καταγωγή από Χίο και Κεφαλονιά. Αποφοίτησε από το Λύκειο με άριστα το 2004, οπότε και εισήχθη στη Νομική Σχολή Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά και γερμανικά. Από το 2011 εργάζεται ως δικηγόρος στην Αθήνα. Γράφει από μικρή και ήδη από τα σχολικά της χρόνια είχε βραβευτεί με Α’ Βραβείο Πανελλήνιου Διαγωνισμού Έκθεσης (2001) ενώ αργότερα βραβεύτηκε δύο φορές από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (ΠΕΛ) αποσπώντας Τρίτο Έπαινο (2002) για το ποιητικό έργο «Ελληνικό» και Τρίτο Βραβείο (2004) για το ποιητικό έργο «Περπατώντας τα Κατεχόμενα: 1974-2004». Ο Αύγουστος Οίνος είναι το πρώτο έργο της που εκδόθηκε, το 2016, από τις εκδόσεις Ωκεανίδα και στέφθηκε με επιτυχία, καθώς έπειτα από τρεις μήνες κυκλοφορίας ανατυπώθηκε.
Αύγουστος Οίνος
Ποιος
είναι ο μυστηριώδης νέος που συναντά τυχαία η Μαρίνα σε σημαντικές
στιγμές της ζωής της, τον οποίο τον έχει βαφτίσει η ίδια Αύγουστο; Αυτή
του ανοίγει την καρδιά της και σε αντάλλαγμα εκείνος της προσφέρει
μελένια σύκα.Η ηρωίδα μας, μια σύγχρονη γυναίκα στα τριάντα πέντε της
χρόνια, μετρά τα καλοκαίρια της. Μας ταξιδεύει στο απέραντο γαλάζιο του
Αιγαίου και στο σαγηνευτικό μα δύσβατο δρόμο του
έρωτα. Βιώνουμε μαζί της, σε μια νοσταλγική αναδρομή από την πρώιμη
εφηβική της ηλικία, τις περιπέτειές της. Τη βλέπουμε να χτίζει σχέσεις,
να ακολουθεί τα προστάγματα της έντονης προσωπικότητάς της, να γεύεται
την απογοήτευση στον έρωτα, αλλά και να μαθαίνει τους ανθρώπους και
κυρίως τον εαυτό της… Και όλοι αναρωτιόμαστε τελικά:
«Θα τη μεθύσει τη Μαρίνα το κρασί της ζωής, ο “Αύγουστος Οίνος”;»
«Θα τη μεθύσει τη Μαρίνα το κρασί της ζωής, ο “Αύγουστος Οίνος”;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου