Αφηγητές της ιστορίας είναι τρία άτομα, ο Γεώργιος, ο Δημήτριος και η μικρότερη κόρη του Δημήτριου. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από αυτή την οικογένεια –παππούς, πατέρας, κόρη– και ένα ρολόι. Το ρολόι αποτελεί οικογενειακό κειμήλιο και περνάει από γενιά σε γενιά ενώ στο τέλος το κορίτσι από την παιδική ηλικία περιμένει ως δώρο ένα ρολόι, όπως συνέβη στη μεγάλη της αδερφή, το οποίο δεν έρχεται για πολλά χρόνια στα χέρια της.
Η περιοχή όπου διαδραματίζεται η ιστορία και ξετυλίγεται τα γαϊτανάκι της δεν μας μαρτυράται πέρα από κάποιες λίγο πιο αόριστες αναφορές, ως γενικότερη περιοχή δράσης. Οι εποχές που λαμβάνουν χώρα ξεκινάνε κάπου στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έως και τα τέλη της δεκαετίας του '60.
Τα σημάδια του πολέμου και του εμφυλίου αποτυπώνονται στις σελίδες της ιστορίας χωρίς ιδιαίτερες αναφορές αλλά με τόσο παραστατικό τρόπο που κανείς δε μένει ασυγκίνητος. Εκείνα τα σκληρά και δύσκολα χρόνια αποκτούν τη δική τους φωνή και η φτώχεια, οι δυσκολίες, οι κακουχίες των χρόνων και των καταστάσεων περνάνε κατά την ανάγνωση μπροστά μας σαν ταινία μικρού μήκους. Ακόμα, και οι δουλειές της γυναίκας, όπως το σπιτικό, το μεγάλωμα των παιδιών, οι εργασίες στα χωράφια, παίρνουν σάρκα και οστά με έναν ιδιαίτερο τρόπο που αποτυπώνεται στον νου των αναγνωστών κάνοντάς μας κοινωνούς για τις δυσκολίες εκείνης της εποχής και του μόχθου για να βγουν τα προς το ζην.
Με γλαφυρό, λιτό και μεστό λόγο η συγγραφέας, Μαλβίνα Ιωσηφίδου, μας παρουσιάζει μία ιστορία γεννημένη στο παρελθόν με όλα όσα συνέβαιναν εκείνα τα χρόνια. Ένας παγκόσμιος πόλεμος και ένας, χειρότερος, εμφύλιος όπου αδέρφια μεταξύ τους σκοτώνονταν για τις πολιτικές, διαφορετικές, ιδεολογίες που είχαν, χωρίς σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, χωρίς αδελφοσύνη με μοναδικούς νικητές τα κόμματα και μόνο και με χιλιάδες κόσμο να χάνεται και θύματα να θρηνούνται και από τις δύο πλευρές. Από την άλλη πλευρά έχουν και την καθημερινότητα, η οποία μας αποτυπώνεται με απόλυτο ρεαλισμό, ευθύτητα και περιεκτικότητα βλέποντας και γνωρίζοντάς μας –σε όσους δεν έχουν ακούσει αφηγήσεις μεγαλύτερων ανθρώπων– τα χρόνια της ελονοσίας, των δυσκολιών να ξεπεραστεί χωρίς επαρκή ποσότητα τροφίμων και φαρμάκων, της καλλιέργειας της γης –των σκληρών κόπων και μόχθων όσων εργάζονταν σε αυτήν– και κυρίως των καπνών, τη φτώχεια, τις ανάγκες εργασίας από την παιδική, ακόμα, ηλικία προκειμένου να βιοποριστεί όλη η οικογένεια, τη σκληρή ζωή και καθημερινότητα, το απότομα μεγάλων των παιδιών και την εκμετάλλευση των εχόντων προς τους μη.
Ένα βιβλίο – κόλαφος, μία γροθιά στο στομάχι που μας δείχνει τα γεγονότα μιας παλιάς εποχής, όχι ιδιαιτέρως μακρινή από τη δική μας αλλά σίγουρα τόσο διαφορετική από τη σύγχρονη με τις ανέσεις και τις ευκολίες που μας περιβάλλουν... Άκρως συγκινητική είναι η έκθεση που θα διαβάσουμε προς το τέλος του βιβλίου, με τίτλο: “Το τρένο έρχεται”, της οποίας κάθε λέξη είναι τοποθετημένη συνειδητά και βαθυστόχαστα!
Βασιλική Διαμάντη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου