Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Συζητώντας με τη Κωνσταντία Σωτηρίου

Ερώτηση 1η: Τι σας ώθησε να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Κ.Σ.: Η μεγάλη μου αγάπη για το διάβασμα. Ο κόσμος των βιβλίων ήταν πάντα για μένα ένα μαγικό καταφύγιο και η γραφή ήρθε ως φυσική συνέχεια. Επίσης φαντάζομαι η ανάγκη να πω τις δικές μου ιστορίες. Η μάνα μου και οι γιαγιάδες μου είναι παραμυθούδες, έλεγαν πάντα ωραίες ιστορίες, ήθελα να γράψω κι εγώ τη δική μου.


Ερώτηση 2η: Πώς θα χαρακτηρίζατε το νέο σας βιβλίο “Φωνές από χώμα”;

Κ.Σ.: Το βιβλίο μου είναι μια μαρτυρία αγάπης. Η βασική ηρωίδα του βιβλίου, αλλά και οι υπόλοιπες γυναίκες που συνομιλούν μαζί της στο κείμενο , καταθέτουν πως βίωσαν τα τραγικά γεγονότα που στάθηκαν η αφορμή να χωριστεί το 1963 η Λευκωσία στα δυο. Οι γυναίκες στο βιβλίο μου είναι πλάσματα που αγαπούν, πονούν, γίνονται θύματα ενός ανέξοδου πολέμου, ταγμένες αναπόφευκτά να υπηρετήσουν την μοίρα τους, χωρίς ωστόσο ποτέ να χάνουν την γυναικεία υπόσταση της φύσης τους.


Ερώτηση 3η: Όπως στο πρώτο σας βιβλίο “Η Αϊσέ πάει διακοπές” έτσι και εδώ μας μιλάτε για την ιστορία της Κύπρου. Τι είναι αυτό που σας ωθεί να ασχοληθείτε με αυτά τα θέματα και όχι με μία καθαρά μυθοπλαστική ιστορία;

Κ.Σ.: Νομίζω η ανάγκη να αναδείξω τις αθέατες πλευρές της επίσημης ιστορίας, να δώσω την ματιά των γυναικών. Κάπου είχα διαβάσει πως την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Θα πρόσθεταν πως την ιστορία την γράφουν πάντα οι άντρες. Οι γυναίκες μένουν πίσω στα χαρακώματα, θύματα της καταστροφής, μαζεύουν τα συντρίμμια και θέτουν ως χρέος τους, όσο κομμάτια και να είναι οι ίδιες, να συνεχίσουν την ζωή. Μια βόλτα στην πόλη μου, στον τόπο μου δίνει χίλιες αφορμές, μου φέρνει μπροστά μου να πω δεκάδες ιστορίες. Ούτως ή άλλως και στα δύο μου βιβλίο δεν αποκλείω την μυθοπλασία, πατώ στην ιστορία για να αναπτύξω την πλοκή θεματικά.


Ερώτηση 4η: Σας δυσκόλεψε η συγκέντρωση όλων αυτών των πληροφοριών από τόσους ανθρώπους;

Κ.Σ.: Οι ιστορίες που περιγράφω δεν αποτελούν ατόφιες μαρτυρίες γυναικών. Πρόκειται για συνδυασμό αφηγήσεων από γυναίκες που γνώρισα, θείες, γιαγιάδες, γειτόνισσες, αλλά και μαρτυρίες και ειδήσεις που βρήκα στον τύπο της εποχής στα Ελληνικά και στα Τούρκικα.


Ερώτηση 5η: Αν θα έπρεπε να ξεχωρίσετε μία εκ των ηρωίδων του βιβλίου σας ποια θα ήταν και γιατί;

Κ.Σ.: Σίγουρα ξεχωρίζω την Τζεμαλιγιέ. Ήταν μια γυναίκα που αναγκάστηκε να ζωστεί τα μαχαίρια της κουζίνας, να ασπαστεί τον εθνικισμό, να γίνει μια άλλη, για να μπορέσει να ανταγωνιστεί την μεγάλη ερωμένη του άντρα της, την μητέρα πατρίδα. Με συναρπάζει το ταξίδι αυτής της γυναίκας, με γεμίζει με τόση θλίψη. Ξεχωρίζω ωστόσο και την Ξενού, μια γυναίκα που ο άντρας της έρχεται την νύχτα και την ξυπνά που δεν μπορεί να κοιμηθεί. Τον τρώει λέει το κορμό του μέσα στον τάφο. Η Ξενού που μιλά στην δικιά της Παναγία παρακαλώντας την να συγχωρήσει του άντρα της τα ασυγχώρητα.


Ερώτηση 6η: Από ένα λάθος ή μία προδοσία ξεκινάει μερικές φορές ένα τραγικό αιματοκύλισμα στις σελίδες κάθε κράτους ανά τον κόσμο. Γιατί πιστεύετε πως οι ομάδες των ανθρώπων δεν ζουν αρμονικά και επιθυμούν να δημιουργούν εντάσεις και πολέμους;

Κ.Σ.: Πώς να απαντήσω σε ένα τέτοιο ερώτημα. Το μόνο που σκέφτομαι όταν περπατώ στο βόρειο κατεχόμενο κομμάτι της πατρίδας μου, όταν συναντώ συμπατριώτες μου που είανι μουσουλμάνοι και μιλάνε τούρκικά αλλά είναι εξίσου με μένα κύπριοι είναι πως οι άνθρωποι είμαστε ανόητοι.


Ερώτηση 7η: Το βιβλίο σας έχει εναλλαγές ανά κεφάλαιο. Συναντάμε πότε την νέα ελληνική και πότε την κυπριακή διάλεκτο, με ένα γλωσσάρι στο τέλος. Δε σας φόβισε αυτό το γεγονός μήπως και κουραστούν οι αναγνώστες, που δεν γνωρίζουν την κυπριακή ντοπιολαλιά, πισωγυρίζοντας σελίδες προκειμένου να καταλάβουν τι γράφετε;

Κ.Σ.: Πιστεύω πως η ροή του βιβλίου επιτρέπει στον αναγνώστη που δεν είναι εξοικειωμένος με την Κυπριακή διάλεκτο να παρακολουθήσει καλά το κείμενο και να μην κουραστεί. Η χρήση της διαλέκτου στα κομμάτια που έγινε εξυπηρετεί πολλούς σκοπούς μέσα στο βιβλίο. Και αποτελεί κομμάτι της συγγραφικής και της γενικότερης μου ταυτότητας. Αυτός είναι ο βηματισμός μου και ελπίζω, όπως και στο πρώτο μου βιβλίο που η διάλεκτος λειτούργησε καλά, να αποδώσει κι εδώ.


Ερώτηση 8η: Κεντρική ηρωίδα είναι η Τζεμαλιγιέ, μία Τουρκοκύπρια πόρνη, η οποία αγάπησε τον Ζεκή και αντίστροφα. Τα πάντα γύρω από αυτούς τα χρωματίζετε με το κόκκινο χρώμα. Θέλατε να συνδέσετε τον έρωτα και το πάθος με το κόκκινο χρώμα ή ο λόγος ήταν διαφορετικός;

Κ.Σ.: Το κόκκινο στο βιβλίο αυτό το συνδέω με τον θάνατο, που αν το σκεφτεί κανείς είναι πολύ κοντά στον έρωτα και το πάθος. Τα πάντα στην σχέση των ανθρώπων αυτό ήταν μια κόκκινη προδιαγεγραμμένη καταστροφή, που οδήγησε στο πράσινο, στην χάραξη της πράσινης γραμμής που χώρισε στα δύο την Λευκωσία.


Ερώτηση 9η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Κ.Σ.: Πολλά πολλά ευχαριστώ! Η μεγαλύτερη χαρά της συγγραφής είναι ο αναγνώστης που σε προσεγγίζει για να σου πει ότι διάβασε το βιβλίο του, η δική του ιδιαίτερη ανάγνωση.


Ερώτηση 10η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενο συγγραφικό βήμα σας;

Κ.Σ.: Αυτό τον καιρό γράφω ένα έργο για τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου (ΘΟΚ), μετά από απευθείας ανάθεση συγγραφής. Είμαι χαρούμενη και τυχερή για τους ανθρώπους που με εμπιστεύτηκαν σε αυτή τη νέα προσπάθεια όπου δοκιμάζω ως συγγραφέας ένα θέμα διαφορετικό. Το θέατρο έχει κάτι το μαγικό και μου αρέσει που αγγίζει αυτή τη μαγεία και πάλι.


Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδα τα βιβλία σας!!!
 
 
 
 
 
Η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε το 1975 στην Λευκωσία. Είναι απόφοιτος
του Τμήματος Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου και κάτοχος μεταπτυχιακού στην Ιστορία της Μέσης Ανατολής από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Εργάζεται ως Λειτουργός Τύπου στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η νουβέλα της «Η Αϊσέ πάει διακοπές», (Πατάκη 2015) βραβεύτηκε με το “Athens Prize for Literature”, ήταν στην βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων Κύπρου και στην βραχεία λίστα στην κατηγορία των πρωτοεμφανιζόμενων έργων του περιοδικού «Αναγνώστης» και του περιοδικού «Κλεψύδρα». Τα θεατρικά της έργα «Σπασμένα» και «Τζεμαλιγιέ» παρουσιάστηκαν σε ανεξάρτητες σκηνές στην Κύπρο. Διηγήματα της δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά στην Κύπρο (Νέα Εποχή, Άνευ) και στην Ελλάδα (Πλανόδιον, Fractal, ο Αναγνώστης, Bookpress).
(2015) Η Αϊσέ πάει διακοπές, εκδόσεις Πατάκη
(2017) Φωνές από χώμα, εκδόσεις Πατάκη
 
 
 
 
 
 
Η Αϊσέ πάει διακοπές
«Είκοσι Ιουλίου, το θυµάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η µεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεµάτη µε σύκα ανοιγµένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράµατα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα µαζεύεις. Μάζευες, µάζευες και τελειωµό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα µελένια σου τα σύκα και µαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώµε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώµε τον Αύγουστο που δεν θα έχουµε σύκα.

Αν δει το πλάσµαν τα σύκα να ψήννουνταιεποχήν που ’εν ένι του τζαιρού τους, σηµαίνει µεγάλον µαράζιν. Σηµαίνεικαβκάδες, καρκασαλλίκκιν, κακόν. Που τζείνα τα κακά που ’εν ηµπορεί να βάλει το σέριν του ούτε ο ίδιος ο Θεός. Τίποτε ’εν θα ηµπόρει να κάµει ο Πλάστης.

Έτσι σε βρήκε η γειτόνισσα το πρωί. Ήρθε καταχαρούµενη να σου πει τα νέα. Σωθήκαµε, σου φώναξε. Σωθήκαµε. Ήρθε η µάνα µας να µας σώσει. Ήρθε η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. “Τι κάνεις εκεί µε τα σύκα;” “Σκάσανε όλα” της είπες. “Ανοίγουνε τα συκαλάκια µου τον Ιούλιο, τα µελένια µου τα σύκα που ζηλεύει όλη η γειτονιά. Σκάνε και πέφτουνε στην αυλή. Δεν θα έχουµε σύκα να τρώµε τον Αύγουστο” είπες και βούρκωσες. Άφησες µετά τη γειτόνισσα στην αυλή και έτρεξες να ξυπνήσεις τον γιο σου. “Μάνα, τι γίνεται;” σου φώναξε. “Ήρθε” του είπες “η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. Και εµάς µας αρρώστησε η συκιά µας. Δεν θα έχουµε κάτι να την τρατάρουµε. Δεν θα µπορέσουµε τον Αύγουστο να τρώµε σύκα”.

Και άρχισες ύστερα να κλαις».
 
 
 
 
Φωνές από χώμα
Δεκατρείς γυναίκες, με κοινό παρονομαστή τον σκοτεινό Δεκέμβρη του 1963 που οδήγησε στις διακοινοτικές ταραχές και στη χάραξη της Πράσινης Γραμμής που χώρισε τη Λευκωσία στα δύο, μιλούν για εκείνες τις στιγμές που συγκλόνισαν τον κόσμο τους. Της μίας ο άντρας δεν μπορεί να ανασάνει πνιγμένος στις αμαρτίες του, της άλλης γυρίζει μέσα στον τάφο χωρίς να μπορεί να ησυχάσει, η τρίτη κλαίει για τις άγριες αγκινάρες που της στέρησε ο πόλεμος, η τέταρτη μιλά για τη νύχτα που στάθηκε αφορμή να ξεκινήσει η αιματοχυσία. Γυναίκες που μιλούν για τα έργα των αντρών. Καλούνται να μαζέψουν τα συντρίμμια, να πλύνουν τα ρούχα των νεκρών, να καθαρίσουν πίσω από τα χαλάσματα και να συνεχίσουν τη ζωή τους. Και στο επίκεντρο, η άμεση πρωταγωνίστρια της καταστροφής, η Τουρκοκύπρια πόρνη Τζεμαλιγιέ, που μαζί με τον Τουρκοκύπριο εραστή της Ζεκή υπήρξαν οι πρώτοι νεκροί, ενώ ο θάνατός τους ήταν η αφορμή να ξεκινήσει το κακό.
"Όμως εγιώ εν μιλώ. Έμαθα την τέγνη να μεν αθθυμούμαι. Τζιαι να με αξιώσει ο Θεός ώσπου να πεθάνω να μάθω τζιαι την τέγνη του να ξηχάνεις. Αλλά τζιείνον λαλούν εν το πιο δύσκολο, εν πιο μεγάλη τέγνη να ξεχάνεις. Εγιώ μόνο να μεν θυμούμαι έμαθα".
 
 
 
 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου