Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Κριτική Βιβλίου “Πιστοποιητικό ζωής” της Μάρης Τσαμακίδου – Παπαποστόλου

Η Μαρούσκα είναι η κεντρική ηρωίδα της ιστορίας. Τη γνωρίζουμε από την αυγή της μέχρι τη δύση της. Η ιστορία τοποθετείται σε χρόνια δύσκολα μέχρι και το σήμερα. Τόπος εξέλιξης είναι ο Βόλος και μετέπειτα η Καρδίτσα, όπου γίνεται πλέον και τόπος κατοικίας της Μαρούσκας. Φυσικά δεν λείπουν και οι διαδρομές σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Η Μαρούσκα πολύ νωρίς θα μάθει ότι είναι υιοθετημένη. Η αγάπη και η στοργή που θα λάβει από τους πραγματικούς γονείς της, όπως η ίδια λέει τους θετούς, θα είναι μεγάλη και ουσιαστική. Παρόλο που γνωρίζει την υιοθεσία της δε θα μιλήσει ποτέ στη μητέρα της για αυτή της τη γνώση.
Ο πρόωρος χαμός του πατέρα της από τη ζωή της θα εξαναγκάσει τη Μαρούσκα και τη μητέρα της, Χρυσή, να περάσουν χρόνια δύσκολα, χωρίς πολλές οικονομικές ανέσεις και τη χαρά των γιορτών των παιδικών χρόνων.
Η μεγαλύτερη αγωνία της Μαρούσκας θα είναι να βρει τη μητέρα της, τον πατέρα της, τον αδερφό της. Μόνο που δε θα βρει μόνο έναν αδερφό αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Δε θα σας πω περισσότερα γιατί θα χαθεί η μαγεία της ανάγνωσης.
Ας ανακαλύψετε και εσείς την ιστορία της Μαρούσκας και ευελπιστώ να σας γεννήσει τα συναισθήματα που δημιουργήθηκαν σε εμένα.
Αγαπημένα μου αποσπάσματα είναι στη σελίδα 182-183: «– Ναι, μεθυσμένη πορεία γεμάτη άγχος, χαρά, θλίψη, συμπόνια, θάρρος, επιμονή, απόλαυση. Προσμονή, φόβο, πίστη, ένταση, απελπισία, ελπίδα, απόρριψη. Κάθαρση; Τα μυστικά, Αυγή μου, βρίσκονται στη μέση κι εγώ διαγράφω ατέλειωτους κύκλους γύρω τους.
– Λες η Χρυσή σου κι η δικιά μου η Δήμητρα, μετά από προσπάθειες χρόνων ν' αποκτήσουν ένα δικό τους παιδί, να υποκρίνονται ύστερα ότι η υιοθεσία είναι ο άριστος τρόπος για να γίνει κάποιος γονιός;
– Μη λες «υποκρίνονται», δεν τους αξίζει, Αυγή. Υπήρξαν ηρωίδες για μας και για τον κόσμο τους. Μην το λες, μην το λες, ύψωσε τη φωνή της η Μαρούσκα. Αυτούς που μας πήραν, γνωρίσαμε ως γονείς. Αυτοί μας έδωσαν τα πάντα, όταν δεν είχαμε τίποτε. Σ' αυτούς χρωστάμε ό,τι γίναμε, μην το ξεχνάς. Ζήσαμε τα τρυφερά μας χρόνια σε συνθήκες ιδανικές, με αγάπη, θαλπωρή, ασφάλεια. Για μένα βέβαια που έχασα τον πατέρα μου σε μικρή ηλικία, ήρθαν οι δυσκολίες γρήγορα, μα η μητέρα μου υπήρξε βράχος. Θυσιάστηκε για μένα. Όμως δεν ξεκολλάει από το μυαλό μου εκείνο το ακαθόριστο συναίσθημα φόβου που μου δημιουργούσαν οι περίεργες ματιές, οι ψίθυροι, οι αόριστες κινήσεις, όλα αυτά που δεν μπορούσα να τα αποκωδικοποιήσω. Μετά έμαθα και κατάλαβα... Ζούσα πια διχασμένη! Αλλά όταν πέρασε από μπροστά μου η κούπα με τη λαχτάρα τους, τη λατρεία τους, την αγάπη τους, ήπια αχόρταγα και γι αυτό που μου έδωσαν τους ευγνωμονώ όσο ζω...»

Αγαπημένα μου αποσπάσματα είναι στη σελίδα 185: «– Ξέρεις, εμένα μου μίλησαν για την υιοθεσία μου, στα μικρά μου χρόνια, μ' έναν υπέροχο τρόπο, σαν παραμύθι κι εγώ ζητούσα να το ακούω κάθε βράδυ. Έτσι με είχαν προετοιμάσει για ν' αντιμετωπίσω αργότερα την αλήθεια. Άκου τι μου έλεγαν: «Τα πολύ παλιά χρόνια ο Θεός, σ' ένα μέρος μυστικό, που το έλεγαν Υιοθεσία, αποφάσισε να σου δώσει μιαν όμορφη πλεξούδα με γυαλιστερές κορδέλες. Κάθε κορδέλα είχε και διαφορετικό χρώμα. Η μία μωβ, η άλλη καταπράσινο και η τρίτη κόκκινο. Κάθε κορδέλα εξυπηρετούσε κάποιο σκοπό κι είχε τη δική της ξεχωριστή θέση στην πλεξούδα. Η πράσινη αντιπροσώπευε την φυσική οικογένεια, η μωβ τη θετή και η κόκκινη εσένα. Αυτό, που έπρεπε να κάνεις είναι να μάθεις πώς να πλέκεις την πλεξούδα». Μαγικό, ε; Μη μου πεις!...»
Η συγγραφέας, Μάρη Τσαμακίδου – Παπαποστόλου, μας προσφέρει ένα πόνημα που ναι μεν έχει ειπωθεί αρκετές φορές αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο. Δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα ή μία αποτύπωση της ιδιωτικής της ζωής. Είναι ένα ψυχογράφημα για δυνατούς αναγνώστες. Είναι ένα κομψοτέχνημα γραφής και ποίησης. Είναι η ίδια της η αέναη αναζήτηση της αλήθειας, ενός χαδιού, μιας αγκαλιάς, μιας ανάγκης να βρει τις ρίζες της. Είναι μία ιστορία μελοδραματική αλλά χωρίς τις αποχρώσεις του μελό. Είναι μία κατάθεση ψυχής που σκοπό έχει την εξιλέωση, την εξομολόγηση μιας αλήθειας –της δικής της αλήθειας–, την αγωνία της να βρει τη φυσική της μητέρα και να αποκτήσει ως μοναχοπαίδι που μεγάλωσε αδέρφια. Είναι ένα ευχαριστώ στον σύζυγό της, τον συμπαραστάτη της όλα αυτά τα χρόνια στα δύσκολα και στην αναζήτηση των φυσικών της γονιών.
Ο λόγος της είναι άμεσος και συγκινητικός και η γραφή της αποκτά μία λυρική έκφραση και μία ευαισθησία που καταφέρνει να αγγίζει την ψυχή ακόμα και του πιο “σκληρού” αναγνώστη. Εύχομαι να “δοκιμάσουν” και άλλοι την ανάγνωση αυτού του πονήματος, το οποίο αναμφίβολα θα το αγαπήσουν!






Βασιλική Διαμάντη 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου