Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

Συζητώντας με τη Τέσυ Μπάιλα

Ερώτηση 1η: Ποιος είναι ο/η αγαπημένος/η συγγραφέας;

Τ.Μ.: Υπάρχουν πολλοί αγαπημένοι συγγραφείς. Από τους Έλληνες ξεχωρίζω τον Καραγάτση και τον Καζαντζάκη. Αγαπώ πολύ τον Σαμαράκη. Από την άλλη η ποίηση με ελκύει ιδιαίτερα. Ο Καβάφης, ο Λειβαδίτης, ο Σεφέρης, ο Αναγνωστάκης ο Ρίτσος στις σημαντικές του στιγμές έχουν σφυρηλατήσει το ελληνικό πνεύμα. Στρέφομαι πάντα στην κλασική ξένη λογοτεχνία. Ο Ντοστογιέφσκι, ο Κάφκα και ο Καμύ, ο Φώκνερ, ο Τολστόι είναι μερικοί από τους δημιουργούς εκείνους που μέσα στη λαγαρή τους σκέψη ανακαλύπτω κάθε φορά τη σημαντικότητα της γραφής. Τον ουσιαστικότερο ρόλο στη ζωή μου όμως τον διαδραμάτισε ο Οδυσσέας Ελύτης. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκα εντατικά με το έργο του, μελέτησα τις δικές του αναγνωστικές αναφορές, μυήθηκα στον κόσμο των συμβολισμών του και η σκέψη του διαμόρφωσε τη δική μου, την έντυσε με καθαρές ελληνικές λέξεις. Με γοητεύει πάντα η ερωτική οπτική του που στρέφεται με εμμονική διάθεση προς το μεσογειακό φως και το εντάσσει μέσα στις λέξεις που συναρμολογεί για να περιγράψει τον αθέατο κόσμο, έτσι όπως τον βλέπει ο ίδιος.


Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Τ.Μ.: «Ο Πρίγκηπας και ο φτωχός», του Μαρκ Τουέην από τις εκδόσεις Άγκυρα. Το έχω ακόμα στη βιβλιοθήκη μου.


Ερώτηση 3η: Τι σημαίνει η συγγραφή για εσάς;

Τ.Μ.: Σημαίνει πολλά πράγματα. Κυρίως όμως σημαίνει επικοινωνία και διαφυγή. Είναι ο προσωπικός μου τρόπος να αναζητήσω ή να επισημάνω τις αλήθειες της ζωή, το αντιστάθμισμα σε κάθε σκοταδισμό. Ένα μυστικό μονοπάτι ζωής μέσα στο οποίο βλέπω τον κόσμο με πιο καθαρά μάτια. Είναι ένα είδος εσωτερικού ρυθμού της ζωής. Η ελευθερία που αυτός ο ρυθμός υπαγορεύει οδηγεί σε έναν κόσμο, μυστικά υπαρκτό και συχνά αθέατο για τους άλλους και το μυθιστόρημα αποτελεί το δικό μου τρόπο να εισβάλλω σ’ αυτόν.


Ερώτηση 4η: Ποια είναι η πηγή έμπνευσή σας;

Τ.Μ.: Πολλά πράγματα μπορεί να λειτουργήσουν ως έμπνευση. Η επικαιρότητα είναι μια σημαντική πηγή έμπνευσης. Η υπαρξιακή αναζήτηση επίσης. Η ιστορική διαχρονικότητα αλλά και μια όμορφη εικόνα κοντά στη θάλασσα, ο ήχος μιας βάρκας που βγαίνει από ένα νησιωτικό λιμανάκι τα ξημερώματα.


Ερώτηση 5η: Τι σας "ώθησε" να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Τ.Μ.: Διάβαζα πολύ από παιδί. Θα έλεγα πως η ζωή μου καθορίστηκε από τη σχέση μου με τον αφηγηματικό κόσμο. Από το 2008 άρχισα να ασχολούμαι συστηματικά με το μυθιστόρημα. Νωρίτερα αρθρογραφούσα σποραδικά σε τοπικά έντυπα, όταν όμως ωρίμασε μέσα μου ο ήρωας του πρώτου μου βιβλίου άρχισε να γιγαντώνεται και να ζητά τρόπο να βγει στην επιφάνεια. Κάπως έτσι καταπιάστηκα με τη συγγραφή.


Ερώτηση 6η: Πως θα χαρακτηρίζατε το νέο σας βιβλίο "Άγριες θάλασσες";

Τ.Μ.: Οι «Άγριες θάλασσες είναι μια μυθιστορηματική μαρτυρία για τη ζωή και τη δράση του Σαμιώτη καπετάνιου, Μιλτιάδη Χούμα κατά τα ταραγμένα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Κάπτα Μιλτιάδης πέρασε στη συμμαχική οργάνωση Διαφυγή και διέθεσε τον εαυτό του και το καΐκι του, «την Ευαγγελίστρια» στις ανάγκες της, προσπαθώντας να βοηθήσει να διαφύγουν με ασφάλεια, προς την Ανατολή, Έλληνες και Άγγλοι αγωνιστές που κινδύνευαν στην κατεχόμενη Ελλάδα. Το βιβλίο είναι στηριγμένο σε μια ογκώδη βιβλιογραφία που μου παραχωρήθηκε από την οικογένεια του Μιλτιάδη Χούμα και σε απόρρητα έγγραφα και μαρτυρίες της εποχής που παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Περιγράφει τη ζωή του ανθρώπου αυτού τα ταραγμένα εκείνα χρόνια, τη συγκλονιστική περιπέτεια του Τζον Κέιπς, του μοναδικού ανθρώπου που κατάφερε να επιζήσει από το φοβερό ναυάγιο του υποβρυχίου Περσεύς, τη σχέση του Μιλτιάδη με την Ελένη, τη μετέπειτα γυναίκα του και την αγάπη που μοιράστηκαν στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια.
Σε όλη του την πορεία το βιβλίο ακολουθεί την ιστορική μνήμη και κυρίως καταγράφει την ανθρώπινη πλευρά αυτών των απλών καθημερινών ανθρώπων που τόλμησαν να αφιερωθούν σε μια πατρίδα και στα ιδανικά της χωρίς ποτέ να ζητήσουν κανένα αντίκρισμα.


Ερώτηση 7η: Σας δυσκόλεψε η συλλογή τόσων πληροφοριών γύρω από τη ζωή του καπετάν Μιλτιάδη Χούμα και του καϊκιού του "Ευαγγελίστρια";

Τ.Μ.: Ευτυχώς, έχω την τύχη να γνωρίζω προσωπικά την οικογένεια Χούμα. Ο μικρότερος γιος του Μιλτιάδη, ο Γιάννης έχει αφιερωθεί επί 27 χρόνια στην ανάδειξη αυτής της ναυτικής Ιστορίας και διατηρεί ένα πολύ καλά οργανωμένο αρχείο το οποίο μου παραχώρησε σε όλη τη διάρκεια της συγγραφής αυτού του βιβλίου. Ήταν δίπλα μου σε κάθε βήμα και πολύ συχνά μου έλυσε πολλές απορίες και με καθοδήγησε αρκετά, οπότε ήταν καθοριστικής σημασίας η συμβολή του. Ήταν πολύ ιδιαίτερη στιγμή για μένα όταν κράτησα στα χέρια μου τα προσωπικά αντικείμενα του Μιλτιάδη Χούμα και συγκεκριμένα το προσωπικό του ημερολόγιο του 1943, όπου κατέγραφε στιγμές των αποστολών του και το πλαστό ναυτικό του φυλλάδιο. Συνομίλησα με την ενενηντάχρονη σύζυγό του, Ελένη και όταν αργότερα απομαγνητοφώνησα τα λόγια της δεν άκουγα τη φωνή της να μου διηγείται όλα όσα γνώριζε η ίδια αλλά τον τρόπο που πρόφερε την αγωνία αυτών των ανθρώπων το ίδιο το παρελθόν.


Ερώτηση 8η: Και τα τρία τελευταία σας βιβλία είναι κατ' εξοχήν ιστορικά βασισμένα σε αληθινά γεγονότα. Ποιο είναι αυτό το στοιχείο που σας ελκύει να γράφετε τέτοιες ιστορίες;

Τ.Μ.: Όπως πολύ σωστά λέτε και τα τρία τελευταία βιβλία, οι «Άγριες θάλασσες», το «Ουίσκι μπλε» και «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη», αναφέρονται σε ιστορικές στιγμές αυτού του τόπου και κυρίως στην προσπάθεια του έλληνα να επιβιώσει μέσα σε έναν τραγικά δύσκολο εικοστό αιώνα. Δεν έγινε τυχαία αυτή η χρονική επιλογή. Πρώτα από όλα ο εικοστός αιώνας είναι ακόμα πολύ κοντά μας, σήμερα βιώνουμε τον απόηχό του και δεύτερον έχω την αίσθηση πως η σημασία του είναι πολύ μεγάλη για όλο τον κόσμο. Άλλωστε αυτό που με γοητεύει σ’ αυτή την ιστορική περίοδο δεν είναι τόσο η ίδια η Ιστορία όσο η καταγραφή των συναισθημάτων που δημιουργεί στους μεταγενέστερους. Ο τρόπος που κάνει τον σύγχρονο άνθρωπο να κοιτάξει κατάματα τα γεγονότα του παρελθόντος και να αντικρίσει μέσα σ’ αυτά τη μοίρα του μέσα στον χρόνο και το μέλλον του. Αυτό κυρίως με οδήγησε στη συγγραφή αυτών των ιστοριών.


Ερώτηση 9η: Το πρώτο σας βιβλίο, από τις εκδόσεις Ψυχογιός, είναι «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη». Τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με τη Μάχη της Κρήτης κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και όχι με κάποια άλλη περιοχή της Ελλάδας και του αγώνα της στην γερμανική κατοχή;

Τ.Μ.: «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη» είναι ένα βιβλίο το οποίο κινήθηκε πάνω σε μια συγκεκριμένη παράμετρο κι αυτή δεν είναι άλλη από το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο μιας εποχής που δημιούργησε μια αντίστοιχη νοοτροπία και στάση ζωής και εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο μεγάλωνε η γυναίκα του προηγούμενου αιώνα τόσο στην επαρχιακή ελληνική κοινωνία όσο και στην κοινωνία της πρωτεύουσας. Μια νοοτροπία για τις ευκαιρίες ζωής που χάνονταν, τις έμφυλες διακρίσεις που γίνονταν εις βάρος της και περιόριζαν βασικά δικαιώματά της στη ζωή όπως είναι η εκπαίδευση, η κοινωνική εξέλιξη ή η πολιτική δράση. Και είναι ένα βιβλίο που διατρέχει ολόκληρη την Ιστορία της ελληνικής κοινωνίας τον εικοστό αιώνα με επίκεντρο την Κρήτη και τον Πειραιά. Το πρώτο μέρος του βιβλίου βρίσκει τους ήρωες του σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας Κισσάμου Χανίων, περνάει μέσα από την εποχή της κατοχής και καταλήγει στο τέλος του Πολέμου. Στο δεύτερο μέρος βρισκόμαστε σε μια φτωχική συνοικία του Πειραιά. Ήταν φυσικό λοιπόν να σταθώ στη Μάχη της Κρήτης επειδή αντιπροσωπεύει την κορυφαία στιγμή αυτού του τρόπου και νομίζω την πιο ηχηρή αντίδραση, την πιο απροσδόκητη, ενός λαού που κυριολεκτικά πήρε τη μοίρα του στα χέρια του και εντελώς άοπλος, αναμετρήθηκε με την πιο σκληρή πολεμική μηχανή της εποχής, οριοθετώντας έκτοτε και για πάντα το νόημα της Αντίστασης του απλού ανθρώπου ενάντια στο φασισμό που εξαπλωνόταν. Ήταν επόμενο λοιπόν να ασχοληθώ με τη Μάχη της Κρήτης.


Ερώτηση 10η: Η Κατίνα από τα παιδικά της χρόνια ζει καταστάσεις βίας. Όταν μεταβαίνει στον Πειραιά θα αγκιστρωθεί στον Θέμελη, έναν λάθος άντρα. Τελικά, πιστεύετε πως ερωτεύομαστε τον "τύραννό" μας και το υποκατάστατο του πατέρα μας;

Τ.Μ.: Όχι δεν το πιστεύω αυτό. Κανείς δε μπορεί να γίνει υποκατάστατο κανενός και αν τελικά μπαίνουμε σε μια σχέση αναζητώντας ένα υποκατάστατο τότε η απογοήτευση θα έρθει πολύ σύντομα. Η Κατίνα, ακριβώς επειδή έχει βιώσει αρκετή βία στη ζωή της, όπως πολύ σωστά αναφέρατε,  έμαθε μαθαίνεις τελικά και να τη δέχεται για να μπορέσει να επιβιώσει. Από τη βία του πατέρα που της στερεί το δικαίωμα στη μόρφωση μέχρι τη βία της κρητικής κοινωνίας αλλά και της βίας που εκτείνεται σε παγκόσμιο επίπεδο με κορυφαία στιγμή το πόλεμο και αργότερα στον Πειραιά της φτωχογειτονιάς η Κατίνα ζει και κινείται σε έναν αρσενικό κόσμο που αναπαράγει τη βία και αποφασίζει για εκείνη κάθε εξέλιξη της σε κάθε επίπεδο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η Κατίνα επιλέγει το ρόλο της μάνας ως τη δική της ιδιωτική οδό, αφοσιώνεται σ’ αυτόν με αυταπάρνηση και καταφέρνει χάρη σ’ αυτό τον ρόλο να αντέξει τις δυσκολίες και τον αποχρωματισμό της ζωής της.


Ερώτηση 11η: "Ουίσκι μπλε" το επόμενό σας βιβλίο. Η ιστορία μας μιλάει για τη φτώχεια, την ανέχεια, τον ξεριζωμό για ένα καλύτερο αύριο. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και τα τελευταία χρόνια, για διαφορετικές αιτίες. Τελικά η ιστορία επαναλαμβάνεται συνέχεια. Θα θέλατε να μας πείτε την άποψή σας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα;

Τ.Μ.: Η Ιστορία μας κλείνει το μάτι και περιμένει. Δυστυχώς συμβαίνει να βλέπουμε πως παρά το χρόνο που περνάει οι εποχές μοιάζουν μεταξύ τους. Όλα όσα αναφέρατε οδήγησαν στην πλήρη εξαθλίωση των Ελλήνων σε πολιτισμικό, κοινωνικό, αισθητικό και οικονομικό επίπεδο και οδηγούνται στη μετανάστευση, όπως και τότε οι ιστορικοπολιτικές συνθήκες είχαν διαμορφώσει ανάλογα την ποιότητα ζωής των ανθρώπων και είχαν δημιουργήσει κύματα Ελλήνων μεταναστών. Σήμερα ο οικονομικός πόλεμος έχει εξίσου σοβαρές συνέπειες. Η ουτοπία στην οποία ζούσαμε λίγα χρόνια νωρίτερα μοιάζει πολύ με εκείνη που έζησαν οι άνθρωποι του μεσοπολέμου. Και σήμερα όπως και τότε πίσω από την περίτεχνα κατασκευασμένη βιτρίνα της ευημερίας σκοτεινοί και ολέθριοι μηχανισμοί προετοίμαζαν μια νέα τάξη πραγμάτων στον κόσμο. Στην Ευρώπη του εικοστού πρώτου αιώνα αντίστοιχα φαινόμενα ετοιμάζουν μια εφιαλτική νέα εποχή πέρα από κάθε έννοια Δημοκρατίας και Ισονομίας. Το ερώτημα είναι αν η ηθική και η ιδεολογία μας μπορεί να εξεγερθεί εκ νέου ενάντια σε ό,τι μας υποδουλώνει γιατί η Ιστορία όταν δε γίνει μάθημα γίνεται νέα πραγματικότητα και δυστυχώς δε φαίνεται να έχουμε πάρει το μάθημά μας.


Ερώτηση 12η: Ο σύγχρονος Οδυσσέας ψάχνει να βρει την "Ιθάκη" του και την "Πηνελόπη" του, όπως και ο ομηρικός μας ήρωας. Πόσο δύσκολο είναι να το επιτύχει κάποιος αυτό;

Τ.Μ.: Δύσκολο ή εύκολο δεν έχει σημασία. Εκείνο που μετράει είναι πως «η Ιθάκη δίνει το ωραίο ταξίδι» και είναι σ’ αυτό το ταξίδι του αυτοπροσδιορισμού που ο άνθρωπος ανακαλύπτει τον εαυτό του, αναπτύσσει τη δυνατότητα της ενδοσκόπησης και της αυτογνωσίας και τελικά της ελεύθερης αυτοδιάθεσης. Έννοιες που πάντα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν στις κοινωνίες όλων των εποχών.


Ερώτηση 13η: Το "Άγριες θάλασσες" μία αληθινή ιστορία μιας σπουδαίας προσωπικότητας, ενός αφανή ήρωα που "χάθηκε" στην ιστορία. Τι σθένος ψυχής χρειάζεται να έχει κάποιος για να πολεμήσει για το όραμα της απελευθέρωσης της πατρίδας του;

Τ.Μ.: Αυτό ακριβώς αναρωτιόμουν σε όλη τη διάρκεια της ενασχόλησής μου με το συγκεκριμένο θέμα. Πόσο σθένος ψυχής κρύβει η συγκεκριμένη δράση για μια πατρίδα που δεν χαρίστηκε ποτέ σε κανέναν και ποιοι λόγοι οδηγούν έναν άνθρωπο να καταφύγει στη σιωπή και να μην ξαναμιλήσει ποτέ γι’ αυτή, ούτε στους οικείους του, όταν όλα είχαν τελειώσει. Μελετώντας σε βάθος τη ψυχοσύνθεσή του όμως κατάλαβα ότι είχα μπροστά μου όχι κάποιον υπερήρωα αλλά έναν απλό νησιώτη που όταν η ζωή τον έφερε μπροστά σε τραγικές καταστάσεις εκείνος έκανε τις επιλογές του, επιλογές που καθόρισαν το προσωπικό του ήθος αλλά και το ήθος αυτού του τόπου. Ο Μιλτιάδης Χούμας αντιπροσωπεύει το ψυχικό φρόνημα του απλού λαού και γι’ αυτό δε δίστασε να διαθέσει τον εαυτό του, με οποιοδήποτε τίμημα, όταν χρειάστηκε.


Ερώτηση 14η: Ο καπετάν Μιλτιάδης πολέμησε για δει την Ελλάδα ελεύθερη. Για ποιο λόγο πιστεύετε πως ποτέ δεν θέλησε να εξιστορίσει την ιστορία του και τον αγώνα του ούτε στην ίδια του τη γυναίκα;

Τ.Μ.: Ακριβώς γι’ αυτό το οποίο μόλις είπατε, πως πολέμησε για να δει την Ελλάδα ελεύθερη και για εκείνον αυτό ήταν το μέγιστο χρέος. Όταν όλα τελείωσαν το χρέος για εκείνον ήταν η επιβίωση της οικογένειάς του και εκεί στράφηκε. Πίστευε δε πως όποιος δεν έζησε αυτή την Ιστορία δύσκολα θα καταλάβαινε τις επιλογές όλων και πως ό,τι έγινε έγινε επειδή τότε το επέβαλαν οι περιστάσεις αλλά μετά δεν είχε πια σημασία καμιά αναφορά. Ο ίδιος μίλησε μόνο πολλά χρόνια αργότερα στον χρονογράφο του περιοδικού “Ναυτική Ελλάς”, Μάριος Σίμψα και ανέφερε χωρίς καμιά διάθεση έπαρσης κάποια περιστατικά, καταθέτοντας μια μικρή μαρτυρία που αποτέλεσε βασικό υλικό για τη συλλογή του αρχειακού υλικού από την οικογένειά του και για εμένα ένα κλειδί για να ξεκλειδώσω τις καταχωρίσεις του στο ημερολόγιο του 1943.


Ερώτηση 15η: Η οικογένειά του σας έδωσε το χειρόγραφο ημερολόγιο "Agenda 1943". Πως αισθανθήκατε με αυτή την τεράστια τιμή αλλά και ευθύνη ταυτόχρονα καταγράφοντας κάθε πληροφορία και μαθαίνοντας από πρώτο χέρι τα κατορθώματα αυτού του σπουδαίου άντρα;

Τ.Μ.: Ήταν για εμένα πολύ συγκινητικό να κρατώ στα χέρια μου το ημερολόγιο αυτό, φωτογραφίες της εποχής, το πλαστό ναυτικό του φυλλάδιο με το οποίο όργωνε το Αιγαίο. Η τιμή ήταν πολύ μεγάλη και θέλω να ευχαριστήσω την οικογένεια Χούμα και ιδιαίτερα τον Γιάννη για όλα όσα μου εμπιστεύτηκε κάνοντάς με κοινωνό μιας πολύ μεγάλης ιστορικής στιγμής από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά ταυτόχρονα ήταν πολύ δύσκολο επειδή έπρεπε να ενταχθώ και να λειτουργήσω συγγραφικά σε ένα πολύ συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο, γεγονός που μου δημιούργησε μια τεράστια ευθύνη.


Ερώτηση 16η: Έχουμε δει πολλές προσωπικότητες και πολλούς αγωνιστές να μένουν στην αφάνεια από την Ελληνική επανάσταση του 1821 αλλά και σε κάθε πόλεμο που συμμετείχε η Ελλάδα. Τελικά η Ελλάδα "τρώει" τα παιδιά της και ο λαός της μένει άμαθος σε προσωπικότητες, τις οποίες θα όφειλε να τιμά και αισθάνεται υπερηφάνεια;

Τ.Μ.: Ναι, υπάρχουν προσωπικότητες που έγραψαν τη δική τους σελίδα στο βιβλίο της Ιστορίας και καταδικάστηκαν στη λήθη επειδή η επίσημη Ιστορία δεν ασχολήθηκε ποτέ μαζί τους. Αυτοί οι άνθρωποι όμως γράφουν την ιστορία ενός τόπου. Οι δικές τους ζωές συνθλίβονται στο πέρασμα της και αν αλλάζει κάτι είναι επειδή αυτοί οι άνθρωποι νιώθουν το κάλεσμά της και ρίχνονται με ευθύνη στο χρέος που γιγαντώνεται μπροστά τους.


Ερώτηση 17η: Γνωρίζοντας και συνομιλώντας με την οικογένεια του Μιλτιάδη Χούμα θα θέλατε να μας πείτε πως αισθάνεται κάποιος όταν ένας δικός τους άνθρωπος ήταν ένας εκ των ατόμων που με σθένος και αγώνα συνέδραμαν στην απελευθέρωση της Ελλάδος;

Τ.Μ.: Η οικογένεια του Μιλτιάδη Χούμα είναι γενικά μια περήφανη οικογένεια. Γνωρίζει καλά πόσο σημαντική ήταν η προσφορά του Μιλτιάδη αλλά ακολουθώντας όλα όσα εκείνος τους έμαθε διατηρεί μια δωρική στάση ζωής κα προσπαθεί να αναδείξει όχι μόνο την ιστορία του αλλά όλες εκείνες τις ναυτικές ιστορίες των απλών ανθρώπων που σβήνουν στο χρόνο. Και το κάνει με πολλή αγάπη και διακριτικότητα και με προσωπικό κόστος.


Ερώτηση 18η: Σε κάποιο σημείο της ιστορίας βλέπουμε μία μάνα να αποχωρίζεται το ενός έτους παιδί της, με βουβό σπαραγμό, για να μπορέσει να ζήσει και να μην πεθάνει από την κακουχία, την ανέχεια και την πείνα. Κάτι παρεμφερές βλέπουμε να συμβαίνει και τη σημερινή εποχή. Πολλές μανάδες αποχαιρετούν τα παιδιά τους, τα οποία φεύγουν για ένα καλύτερο αύριο. Θα θέλατε να μας πείτε την άποψή σας;

Τ.Μ.: Η σκηνή αυτή στην οποία αναφέρεστε είναι μια πραγματικότητα στις μέρες μας. Ξέρετε, έβλεπα στην τηλεόραση πριν από μερικούς μήνες μια γυναίκα από τη Συρία που εκλιπαρούσε να ανοίξουν τα σύνορα για να μπορέσει να φύγει και με σπαραγμό έλεγε, κρατώντας στην αγκαλιά της ένα κοριτσάκι που θα ήταν τριών-τεσσάρων ετών: «αν δε μπορείτε να μας αφήσετε να περάσουμε αφήστε τουλάχιστον να φύγουν μόνα τους τα παιδιά μας, κρατήστε τα». Ο εφιάλτης είναι υπαρκτός και στις μέρες μας και η λογοτεχνία αποδεικνύεται, για μια ακόμη φορά, εξαιρετικά επίκαιρη.


Ερώτηση 19η: Και τα τρία σας βιβλία μας μιλάνε για τη θάλασσα. Τι σημαίνει η θάλασσα για εσάς;

Τ.Μ.: Έχω μεγαλώσει στη θάλασσα και για μένα είναι πάντα συνώνυμη του ελληνικού πολιτισμού. Από την εποχή του Ομήρου άλλωστε ως τις μέρες μας υπήρξε πάντα ο φορέας του στα πέρατα της οικουμένης. Ο Έλληνας πάντα αγωνιζόταν δίπλα της για την επιβίωσή του και στις ακτές της δημιούργησε τα πρώτα του όνειρα και τους πρώτες του κοινωνίες. Στη διαύγεια της καταγράφεται το μεσογειακό φως και μετασχηματίζει τους ανθρώπους. Έχω μια σχέση εθιστική μαζί της. Δε θα μπορούσα να ζήσω μακριά από τη θάλασσα και έχω πάντα κατά νου τα λόγια του Οδυσσέα Ελύτη για εκείνη: «Για όποιον η θάλασσα στον ήλιο είναι «τοπίο» – η ζωή μοιάζει εύκολη και ο θάνατος επίσης. Αλλά για τον άλλον είναι κάτοπτρο αθανασίας, είναι «διάρκεια. Μια διάρκεια που μόνον το ίδιο της το εκθαμβωτικό φως δε σ’ αφήνει να τη συλλάβεις».


Ερώτηση 20η: Για ποιο λόγο πιστεύετε πως πρέπει οι αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο σας;

Τ.Μ.: Μα για να γνωρίσουν μια σελίδα της ναυτικής ιστορίας αυτού του τόπου, το ακριβό μέταλλο της ψυχής ανθρώπων μιας άλλης εποχής και να συναισθανθούν πως όταν η ζωή σε καλεί να πάρεις στα χέρια σου τη μοίρα σου, όταν σε φέρνει μπροστά σε τραγικά αδιέξοδα πρέπει να κάνεις συγκεκριμένες επιλογές. Ο Μιλτιάδης Χούμας έκανε τις δικές του και άλλαξε τη ρότα της Ιστορίας στο βαθμό που του αναλογούσε. Οι περιστάσεις δείχνουν ότι είναι καιρός να κάνουμε και εμείς τις δικές μας.


Ερώτηση 21η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Τ.Μ.: Θα επαναλάβω μια φράση από το εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου: «Ένας λαός γράφει Ιστορία με τις πράξεις του: Όταν συνεχίζει να ελπίζει, όταν παλεύει και αισιοδοξεί, όταν μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι κοιτάζει κατάματα το φως, και το διεκδικεί κυρίως, όμως, όταν δεν αφήνει τον φόβο να τον κυριεύσει και δεν υποτάσσεται σε ό,τι τείνει να επιβουλευτεί την ύπαρξή του και τη μακραίωνη πορεία του». Νομίζω σε αυτή τη φράση συνοψίζεται και το νόημα αυτού του βιβλίου. Οι αναγνώστες γνωρίζουν τι θέλω να πω.


Ερώτηση 22η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενό σας συγγραφικό βήμα;

Τ.Μ.: Είναι πολύ νωρίς να μιλήσω για το επόμενο βήμα. Υπάρχουν ιδέες που σχηματίζονται μέσα μου και πολλή έρευνα που πρέπει να γίνει αλλά τίποτα ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο.


Β.Δ.: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία στις "Άγριες θάλασσες" και καλοτάξιδα όλα τα βιβλία σας!!!

Τ.Μ.: Σας ευχαριστώ πολύ κι εγώ για την τόσο ουσιαστική συνέντευξη και τις ευχές σας!



"Το μυστικό ήταν η ζάχαρη": http://psichogios.gr/site/Books/show/1001934/to-mystiko-htan-h-zaxarh



Η ΤΕΣΥ ΜΠΑΪΛΑ κατάγεται από τη Σαντορίνη, αλλά γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Ιστορία του Ελληνικού Πολιτισμού και Μετάφραση Λογοτεχνίας. Ασχολείται με τη φωτογραφία, και ατομικές εκθέσεις της έχουν φιλοξενηθεί στο Πανεπιστήμιο Gakugei της Ιαπωνίας, αλλά και στην Αθήνα. Είναι συντάκτρια του λογοτεχνικού περιοδικού Κλεψύδρα. Παράλληλα δημοσιεύει δοκίμια σε εφημερίδες και περιοδικά. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα βιβλία της ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΗΤΑΝ Η ΖΑΧΑΡΗ, ΟΥΙΣΚΙ ΜΠΛΕ και ΑΓΡΙΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ.
"Άγριες θάλασσες" κυκλοφόρησε το 2016, "Ουίσκι μπλε" το 2014 και "Το μυστικό ήταν η ζάχαρη" το 2013 από τις εκδόσεις Ψυχογιός. "Το πορτρέτο της σιωπής" το 2013 από τις εκδόσεις Έναστρον και "Το παραμύθι της βροχής" το 2011 από τις εκδόσεις Δοκιμάκης.
 "Άγριες θάλασσες" 
Στις άγριες θάλασσες της κατεχόμενης Ελλάδας υπάρχει ένα μυστικό ελευθερίας που το γνωρίζουν μόνο οι γενναίοι. Η «Ευαγγελίστρια», το καΐκι της διαφυγής, δε μεταφέρει ανθρώπους∙ μεταφέρει την ελπίδα της εθνικής ξαστεριάς στην πιο σκοτεινή στιγμή της σύγχρονης Ιστορίας. Κατακτητές και πατριώτες, διώκτες και κυνηγημένοι, όλοι τους στρατευμένοι σ’ έναν πόλεμο που θα κρίνει το μέλλον του κόσμου. Από τον ασυμβίβαστο καπετάν Μιλτιάδη Χούμα μέχρι την καρτερική Ελένη του, μικροί και μεγάλοι ήρωες στροβιλίζονται σ’ ένα έπος που εκτυλίσσεται στην πανάρχαια θάλασσα του Ομήρου. Τι απέμεινε από αυτή τη φοβερή αντάρα; Μνήμες και βοές μέσα στον χρόνο αλλά και η ζωή αυτών των ανθρώπων, πλούσια σε ιδανικά, σε όνειρα, σε έρωτες και πάθη. Ζωή μοιρασμένη σε επεισόδια που θα αδυνατούσε να συλλάβει και η πιο τολμηρή φαντασία.

Μια μυθιστορηματική μαρτυρία για τότε που οι ψυχές ήταν φτιαγμένες από ακριβό μέταλλο∙ τότε που την Ιστορία την έγραφαν οι απλοί άνθρωποι.
"Ουίσκι μπλε"

Ο σύγχρονος Οδυσσέας ονομάζεται Μιχάλης, γιος της Βιργινίας και του καπετάν Βαγγέλη. Το οδοιπορικό του ξεκινά από το Πορτ Σάιντ και η ανάγκη τον φέρνει στη Σαντορίνη και στον Πειραιά των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων.

Ακολουθώντας το όνειρο για μια καλύτερη ζωή, θα δοκιμαστεί στα ανθρακωρυχεία της πόλης Μαρσινέλ στο Βέλγιο και στις αποβάθρες του λιμανιού της Νέας Υόρκης, προτού αποδεχτεί αμετάκλητα τη θαλασσινή του μοίρα.

Θα αναζητήσει τη δική του Πηνελόπη στο πρόσωπο της Εριέττας, θα συνοδοιπορήσει με παράξενους συντρόφους όπως ο Αρτέμης και ο Αποστόλης, θα δει να ανοίγουν και να κλείνουν κύκλοι ζωής στη μεγάλη σκηνή του κόσμου.

Σ’ αυτό το έπος της φτώχειας και του καθημερινού αγώνα πρωταγωνιστεί η ελληνική ψυχή ζυμωμένη με τη θάλασσα, στη θέα της οποίας ο απλός άνθρωπος βρίσκει ξανά τη δύναμη να ονειρεύεται.

Το Ουίσκι μπλε είναι μια μυθιστορηματική ματιά στον αιώνα που αφήσαμε πίσω μας, στις μικρές και μεγάλες στιγμές που συνθέτουν την οδύσσεια ενός Νεοέλληνα.
 
"Το μυστικό ήταν η ζάχαρη"

Στην Κρήτη του Μεσοπολέμου μεγαλώνει η Κατίνα, σ’ έναν κόσμο σκληρό αλλά αθώο. Η μοίρα της, ίδια με πολλών γυναικών της εποχής αυτής, θα την οδηγήσει στον μεταπολεμικό Πειραιά και στην ασφυκτική αγκαλιά του Θέμελη, ενός άντρα-γρίφου που ασκεί μια καταστροφική και ανεξήγητη γοητεία στις ψυχές των άλλων, παραμένοντας σκοτεινός και αντιφατικός ως το τέλος. Η ηρωίδα, ως άλλη Πηνελόπη, εγκλωβίζεται σ’ έναν αδιέξοδο έρωτα, σ’ ένα γάμο μαρτυρικό μ’ ένα μοιραίο Οδυσσέα που κρύβει καλά τα δικά του μυστικά.

Από την προπολεμική Κρήτη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τις προσφυγικές συνοικίες του Πειραιά, η ιστορία δεμένη με τα πέτρινα χρόνια της Ελλάδας, στροβιλίζεται γύρω από ένα ζευγάρι εκρηκτικό που βιώνει την καλοσύνη και τη σκληρότητα, την υπομονή και τον παραλογισμό, την αφοσίωση και τον αμοραλισμό.

Ένα μυθιστόρημα-καλειδοσκόπιο μιας δύσκολης εποχής, ποτισμένο με εικόνες, μυρωδιές και μνήμες…
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου