Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Συζητώντας με τη Χρύσα Λυκούδη


Ερώτηση 1η: Ποιος/α είναι ο/η αγαπημένος/η σας συγγραφέας;

Χ.Λ.: Υπάρχουν αρκετοί συγγραφείς από την ξένη και ελληνική λογοτεχνία που θαυμάζω, αλλά αν είναι να πω ένα όνομα θα ξεχώριζα τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Το βιβλίο του <<Εκατό χρόνια μοναξιά>> είναι το αγαπημένο μου.


Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Χ.Λ.: Εκεί στη πρώτη γυμνασίου διάβασα το βιβλίο <<Η καλύβα του μπάρμπα Θωμά>> της Χάριετ Μπίτσερ - Στόου που πραγματικά με συγκλόνισε.


Ερώτηση 3η: Τι σας ώθησε να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Χ.Λ.: Από την εφηβεία μου κατέφευγα στη γραφή ποιημάτων και διηγημάτων για να εκφράσω τα ταξίδια του μυαλού μου, αλλά και τους προβληματισμούς μου ή τους θυμούς μου. Το μυθιστόρημα το ξεκίνησα κατόπιν προτροπής της κόρης μου να καθίσω να καταγράψω όλα εκείνα τα περίεργα γεγονότα από το οικείο, αλλά και ευρύτερο περιβάλλον μου που τους έλεγα αντί για παραμύθια όταν ήσαν μικρά. Έτσι ξεκίνησε αυτό το βιβλίο με πραγματικές ιστορίες που άκουσα από τις γιαγιάδες μου, τη μητέρα μου και από τις παιδικές αναμνήσεις μου, διανθισμένες με φαντασία και άρωμα μυστηρίου.


Ερώτηση 4η: Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας “Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας”;

Χ.Λ.: Είναι ένα ιερό προσκύνημα στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Λυκούρια Καλαβρύτων και στο πανέμορφο ποτάμι μας στον Λάδωνα.


Ερώτηση 5η: Η ιστορία αποτελείται από δύο μέρη. Συναντάμε στην ιστορία σας το γενεαλογικό δέντρο των οικογενειών της Δάφνης και του Ορφέα. Σας φόβισε το γεγονός μήπως κουράσει τους αναγνώστες η αναφορά σε πολλά και διάφορα πρόσωπα;

Χ.Λ.: Υπάρχει μια σύνδεση των περισσότερων προσώπων, μια συνεχής ροή. Οι ιστορίες δεν είναι μεμονωμένες, συνδέονται με την προηγούμενη και την επόμενη και πιστεύω ο αναγνώστης περιμένει την εξέλιξη.


Ερώτηση 6η: Μέσα σε όλα αυτά βλέπουμε πολέμους να περνάνε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου σας. Πώς σας γεννήθηκε η ιδέα να συμπεριλάβετε μέσα στην ιστορία σας και ένα τέτοιο κομμάτι;

Χ.Λ.: Δεν το σκέφτηκα καθόλου αν θα πρέπει να βάλλω ή όχι πολέμους. Τα κομμάτια αυτά είναι μέσα στη ζωή των προσώπων μου, τα οποία είναι υπαρκτά, και δεν θα μπορούσαν να αγνοηθούν.


Ερώτηση 7η: Η Αιμιλία εκείνα τα δύσκολα χρόνια αναγκάζεται από τη μητέρα της να μεγαλώσει σε ένα άλλο σπίτι με διαφορετικό περιβάλλον και τρόπο ζωής. Θα γίνει η ψυχοκόρη του Λουκά και της Άννας. Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί, κατά την προσωπική σας άποψη, να αλλάξει περιβάλλον και να προσπαθήσει να αγαπήσει αυτούς τους νέους ανθρώπους που μπαίνουν στη ζωή της με την ιδιότητα των θετών ή ανάδοχων γονιών;

Χ.Λ.: Θεωρώ ότι είναι πιο δύσκολο από την πλευρά των θετών γονιών ή αναδόχων. Το παιδί όταν είναι μικρό και δεν καταλαβαίνει πολλά πράγματα το μόνο που έχει ανάγκη είναι αγάπη και τρυφερότητα από αυτούς. Αν τα εισπράττει προσαρμόζεται εύκολα θα έλεγα. Όταν όμως είναι μεγαλύτερο κάπου στα επτά, όπως η Αιμιλία, έχει διαμορφωθεί στο μεγαλύτερο μέρος ο χαρακτήρας του, κουβαλάει στην ψυχή του βιώματα, φοβάται και ελπίζει. Αν το αγαπήσουν θα αγαπήσει. Αν του κάνουν συνέχεια παρατηρήσεις θα κλειστεί στον εαυτόν του. Αν το μαλώσουν θα θυμώσει και δεν θα συγχωρέσει. Αν το χαϊδέψουν, του δείξουν σεβασμό, εμπιστοσύνη και κατανόηση στα λάθη του, τότε θα αισθανθεί ότι έχει οικογένεια, θα βρει τη φωλιά του όπως τη βρήκε και η Αιμιλία. Το παράπονο της απόρριψης των δικών του γονιών όμως θα το ακολουθεί σε όλη του τη ζωή.


Ερώτηση 8η: Το μεταφυσικό στοιχείο λαμβάνει μέρος στην ιστορία σας. Πιστεύετε ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να δουν πέρα από αυτό που βλέπουν οι υπόλοιποι;

Χ.Λ.: Είχα την τύχη πριν πολλά χρόνια να γνωρίσω ένα γέροντα που ήταν κοντά στο Θεό και είχε αυτό το χάρισμα να «βλέπει» κάποιες καταστάσεις αόρατες για τους άλλους ανθρώπους. Δεν έκανε επίδειξη, είχε ταπεινότητα και με συμβούλεψε πώς να επικοινωνώ με τον Θεό. Από τότε ψάχνω και ψάχνομαι.


Ερώτηση 9η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Χ.Λ.: Ότι η παιδική μας ηλικία καθορίζει την εξέλιξή μας, την ανθρωπιά μας και τη θέση μας μέσα στην κοινωνία.


Ερώτηση 10η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενο συγγραφικό βήμα σας;

Χ.Λ.: Πολύ χαίρομαι που με ρωτάται και μου δίνεται η ευκαιρία να ενημερώσω τους αγαπημένους μου αναγνώστες ότι υπάρχει και δεύτερο μέρος του βιβλίου μου με τίτλο: <Τη ‘μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας-Η επιστροφή>. Έχει ολοκληρωθεί και περιγράφεται η ζωή της Αιμιλίας στα χρόνια των σπουδών της, οι αγώνες της να πετύχει το όνειρό της να γίνει χειρουργός ογκολόγος, η δική της οικογένεια, οι εφιάλτες της με τον Ορφέα και η επιστροφή στο βουνίσιο χωριό να τον ψάξει μετά από σαράντα χρόνια. Η συνάντηση θα φέρει έναν καταστροφικό έρωτα, πολλά παραφυσικά γεγονότα και κρυμμένα μυστικά που συνταράσσουν τις ζωές τους.


Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδο το βιβλίο σας!!!





Γεννήθηκα στα Καραμεσηνέικα, χωριό κοντά στην Πάτρα και Δημοτικό Σχολείο πήγα στη Λυκούρια Καλαβρύτων από όπου κατάγεται η μητέρα μου. Τη Λυκούρια, τη θεωρώ ιδιαίτερη πατρίδα μου γιατί από εκεί ξεκινούν οι καθαρές μνήμες μου και οι πρώτες όμορφες εμπειρίες μου. Πέρα από τη φυσική ομορφιά της, την κάνει μοναδική η πηγή του λατρευτού μου ποταμού Λάδωνα! Τη χρονιά που πήγα, το 1962, το ποτάμι στέρεψε για αρκετές μέρες. Το γεγονός αυτό –που συγκλόνισε τότε τη ζωή όλων μας–, στάθηκε αιτία να διαμορφωθεί το μονοπάτι που ακολούθησα για την ιστορία μου. Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας. Η Ψυχοκόρη είναι το πρώτο μου μυθιστόρημα.





Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας Η ψυχοκόρη
Η Αιμιλία, στα πενήντα τέσσερά της χρόνια, είναι μια φημισμένη χειρουργός ογκολόγος. Την ώρα που χειρουργεί τη μάνα της, εμφανίζεται “ολοζώντανη” μπροστά της η γιαγιά Αναστασία για να την εμψυχώσει. Ήταν η πρακτική “γιάτρισσα” και μαμή του βουνίσιου χωριού της, σοφή, ελεύθερο πνεύμα, στύλος και σύμβουλος των συγχωριανών της, προικισμένη με το χάρισμα να “βλέπει” τις αρρώστιες των ανθρώπων και να τις θεραπεύει.
Απόψε, η Αιμιλία στο προσκεφάλι της μάνας της, ψαχουλεύοντας τις μνήμες της παιδικής της ηλικίας, θα επαναπροσδιορίσει τις ψυχρές σχέσεις τους, τον μεγάλο θυμό της για τον πόλεμο που ακόμη μαίνεται μεταξύ τους, αλλά και την πληγή που της άνοιξε όταν μετά τον θάνατο του πατέρα της την έδωσε ψυχοκόρη.
Σύντροφος σε αυτό της το ταξίδι –που ξεκίνησε τη ’μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας– τα πρόσωπα της παιδικής της ηλικίας, η γιαγιά Αναστασία –ο φάρος της ζωής της– και η θύμηση του Ορφέα, του μυστηριακού πρώτου της έρωτα και φύλακα-άγγελού της...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου