Ο Μπίλι είναι ένα περίεργο αγόρι. Μετά από ένα σοβαρό ατύχημα δείχνει
μία ιδιαίτερη προσήλωση στα βιβλία και ιδιαιτέρως σε αυτά που
περιλαμβάνουν ιστορίες φαντασμάτων. Συνεχώς βρίσκεται στη δημόσια
βιβλιοθήκη του Χίτσκοκ και περνά σχεδόν ολόκληρη την ημέρα εκεί. Αυτό
μέχρι που βλέπει μία αφίσα για το Χάλογουιν. Στην αφίσα, ο
ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου “Το Στοιχειωμένο Σπίτι των Βιβλίων” ζητάει
από τα παιδιά να βρεθούν εκείνη τη νύχτα εκεί. Μόνο που το Χάλογουιν
έχει περάσει. Αλλά η περιέργεια του Μπίλι τον ωθεί να γνωρίσει από κοντά
αυτό το βιβλιοπωλείο. Αυτό που θα δει στο βιβλιοπωλείο θα τον
ενθουσιάσει. Κάθε δωμάτιο επιφυλάσσει κάποιες μοναδικές εκπλήξεις, όλες
όμως συνδυασμένες με την κατηγορία των βιβλίων που υπάρχει μέσα.
Ο κύριος Ρέξφορντ Ραπσκάλιον είναι ο ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου. Μόνο που έχει πολλές παραξενιές. Δεν του αρέσουν καθόλου τα παιδιά γιατί πλέον σταμάτησαν να τρομάζουν και βρίσκουν διασκεδαστικά τα κινητά, τα τάμπλετ και τα παιχνίδια και όχι τα βιβλία. Ο Μπίλι αναλαμβάνει να εργαστεί εθελοντικά στο “Στοιχειωμένο Σπίτι των Βιβλίων” με αποζημίωση την ανάγνωση των βιβλίων που υπάρχουν εκεί.
Ένα ταξίδι θα γίνει η απαρχή της ιδέας να διενεργήσει ο ιδιοκτήτης έναν διαγωνισμό. Για να καταφέρει όμως να κερδίσει κάποιος θα πρέπει να παραμείνει στο βιβλιοπωλείο όλο το βράδυ ακούγοντας την πιο τρομακτική ιστορία όλων των εποχών χωρίς να φοβηθούν ή να φύγουν κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης.
Ποια παιδιά θα ακούσουν αυτή την ιστορία; Θα τρομάξουν; Θα αντέξουν να την ακούσουν μέχρι το τέλος; Τι σχεδιάζει ο Ρέξφορντ Ραπσκάλιον για εκείνη τη νύχτα; Είναι όντως αυτή η ιστορία η πιο τρομακτική ιστορία όλων των εποχών;
Αγαπημένα μου αποσπάσματα είναι αυτό στη σελίδα 203: «Πάντα μου άρεσαν τα βιβλία. Η οικογένειά μου δεν είχε ποτέ αρκετά χρήματα, αλλά πάντα υπήρχαν αρκετά βιβλία στο σπίτι. Κι όταν τελείωσαν αυτά, άρχισα να πηγαίνω στη Δημόσια Βιβλιοθήκη. Το πιο φοβερό με τα βιβλία είναι το πώς σε βγάζουν από την καθημερινότητά σου. Ο τρόπος που κάνουν όλα σου τα προβλήματα να μοιάζουν τόσο ασήμαντα. Δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς βιβλία. Δε μπορώ να καταλάβω πώς υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να ζήσουν χωρίς να διαβάζουν βιβλία...»
Στη σελίδα 224: «Δεν είναι φοβερό βιβλίο. ίσως δεν είναι ούτε καν καλό. Αλλά ακόμη κι ένα κακό βιβλίο αξίζει τον σεβασμό μας...»
Και στη σελίδα 261: «Πολύ σύντομα δεν θα αγοράζουν καθόλου βιβλία και τότε όλη η χώρα θα είναι τόσο χαζή όσο της αξίζει...»
Ο Philip Kerr μετά τα αστυνομικά του μυθιστορήματα καταπιάνεται με τη προεφηβική και εφηβική λογοτεχνία. Τολμούν όμως να τη διαβάσουν; Θα φοβηθούν; Ή μήπως ο στόχος του δεν ήταν αυτός αλλά κάποιος άλλος;
Πολύ μυστήριο και ανατροπές συνθέτουν το παζλ αυτού του ιδιαίτερου βιβλίου που μας χαρίζει απλόχερα αυτό το μοναδικό ταλέντο, ο Philip Kerr. Πόσο θλιβερό και στενάχωρο να ξέρεις ότι πλέον δε θα δεις κάποιον καινούργιο τίτλο στα αγγλικά που θα περιμένεις διακαώς να μεταφραστεί στα ελληνικά για να το διαβάσεις. Πόσο μας λείπει αυτός ο ιδιόρρυθμος τύπος...
Με απλό και λιτό λόγο ο Philip Kerr μας παρουσιάζει το πιο περίεργο βιβλίο του και μπερδεύει γεγονότα και αληθινά πρόσωπα με περίτεχνο και αριστουργηματικό τρόπο! Ο αναγνώστης γνωρίζει μέσα από την ιστορία πράγματα που, πιθανόν, αγνοεί όπως τον διαγωνισμό του 1818 ή οι νεότεροι τον Έντγκαρ Άλαν Πόε ή τη Μέρι Σέλεϊ.
Το εξώφυλλο αξίζει ιδιαίτερο σχολιασμό, καθώς τα χρώματα και η αναπαράσταση μας προδιαθέτει στο τι θα διαβάσουμε. Συγχαρητήρια στη δημιουργό του εξωφύλλου που πάντα καταφέρνει να μας κεντρίσει το ενδιαφέρον και να προσκολλήσει το μάτι μας πάνω του!
Αναμφίβολα, εκτός από αυτά που προανέφερα το συγκεκριμένο πόνημα είναι διασκεδαστικό, με ατάκες του συγγραφέα του στυλ του που συναντά κανείς στα αστυνομικά μυθιστορήματά του, σύγχρονο, διδακτικό, ουσιαστικό και με γνώσεις! Τα θέματα που θέτει όπως η αγάπη, η φιλία, ο σεβασμός, η εκτίμηση και η στροφή προς την ανάγνωση κατατάσσουν αυτό το ανάγνωσμα σε ένα από τα καλύτερα που διάβασα μέχρι στιγμής! Αντίο Philip Kerr. Μας λείπεις! Τελειώνοντας το βιβλίο με έπιασε μία γλυκόπικρη νοσταλγία. Γλυκιά γιατί τα μηνύματα και ζητήματα που αναλύει μου άφησαν με ωραία επίγευση και πικρή γιατί ξέρω ότι δε θα προσμένω με ανυπομονησία τη μετάφραση ενός νέου του δημιουργήματος.
Βασιλική Διαμάντη
Ο κύριος Ρέξφορντ Ραπσκάλιον είναι ο ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου. Μόνο που έχει πολλές παραξενιές. Δεν του αρέσουν καθόλου τα παιδιά γιατί πλέον σταμάτησαν να τρομάζουν και βρίσκουν διασκεδαστικά τα κινητά, τα τάμπλετ και τα παιχνίδια και όχι τα βιβλία. Ο Μπίλι αναλαμβάνει να εργαστεί εθελοντικά στο “Στοιχειωμένο Σπίτι των Βιβλίων” με αποζημίωση την ανάγνωση των βιβλίων που υπάρχουν εκεί.
Ένα ταξίδι θα γίνει η απαρχή της ιδέας να διενεργήσει ο ιδιοκτήτης έναν διαγωνισμό. Για να καταφέρει όμως να κερδίσει κάποιος θα πρέπει να παραμείνει στο βιβλιοπωλείο όλο το βράδυ ακούγοντας την πιο τρομακτική ιστορία όλων των εποχών χωρίς να φοβηθούν ή να φύγουν κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης.
Ποια παιδιά θα ακούσουν αυτή την ιστορία; Θα τρομάξουν; Θα αντέξουν να την ακούσουν μέχρι το τέλος; Τι σχεδιάζει ο Ρέξφορντ Ραπσκάλιον για εκείνη τη νύχτα; Είναι όντως αυτή η ιστορία η πιο τρομακτική ιστορία όλων των εποχών;
Αγαπημένα μου αποσπάσματα είναι αυτό στη σελίδα 203: «Πάντα μου άρεσαν τα βιβλία. Η οικογένειά μου δεν είχε ποτέ αρκετά χρήματα, αλλά πάντα υπήρχαν αρκετά βιβλία στο σπίτι. Κι όταν τελείωσαν αυτά, άρχισα να πηγαίνω στη Δημόσια Βιβλιοθήκη. Το πιο φοβερό με τα βιβλία είναι το πώς σε βγάζουν από την καθημερινότητά σου. Ο τρόπος που κάνουν όλα σου τα προβλήματα να μοιάζουν τόσο ασήμαντα. Δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς βιβλία. Δε μπορώ να καταλάβω πώς υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να ζήσουν χωρίς να διαβάζουν βιβλία...»
Στη σελίδα 224: «Δεν είναι φοβερό βιβλίο. ίσως δεν είναι ούτε καν καλό. Αλλά ακόμη κι ένα κακό βιβλίο αξίζει τον σεβασμό μας...»
Και στη σελίδα 261: «Πολύ σύντομα δεν θα αγοράζουν καθόλου βιβλία και τότε όλη η χώρα θα είναι τόσο χαζή όσο της αξίζει...»
Ο Philip Kerr μετά τα αστυνομικά του μυθιστορήματα καταπιάνεται με τη προεφηβική και εφηβική λογοτεχνία. Τολμούν όμως να τη διαβάσουν; Θα φοβηθούν; Ή μήπως ο στόχος του δεν ήταν αυτός αλλά κάποιος άλλος;
Πολύ μυστήριο και ανατροπές συνθέτουν το παζλ αυτού του ιδιαίτερου βιβλίου που μας χαρίζει απλόχερα αυτό το μοναδικό ταλέντο, ο Philip Kerr. Πόσο θλιβερό και στενάχωρο να ξέρεις ότι πλέον δε θα δεις κάποιον καινούργιο τίτλο στα αγγλικά που θα περιμένεις διακαώς να μεταφραστεί στα ελληνικά για να το διαβάσεις. Πόσο μας λείπει αυτός ο ιδιόρρυθμος τύπος...
Με απλό και λιτό λόγο ο Philip Kerr μας παρουσιάζει το πιο περίεργο βιβλίο του και μπερδεύει γεγονότα και αληθινά πρόσωπα με περίτεχνο και αριστουργηματικό τρόπο! Ο αναγνώστης γνωρίζει μέσα από την ιστορία πράγματα που, πιθανόν, αγνοεί όπως τον διαγωνισμό του 1818 ή οι νεότεροι τον Έντγκαρ Άλαν Πόε ή τη Μέρι Σέλεϊ.
Το εξώφυλλο αξίζει ιδιαίτερο σχολιασμό, καθώς τα χρώματα και η αναπαράσταση μας προδιαθέτει στο τι θα διαβάσουμε. Συγχαρητήρια στη δημιουργό του εξωφύλλου που πάντα καταφέρνει να μας κεντρίσει το ενδιαφέρον και να προσκολλήσει το μάτι μας πάνω του!
Αναμφίβολα, εκτός από αυτά που προανέφερα το συγκεκριμένο πόνημα είναι διασκεδαστικό, με ατάκες του συγγραφέα του στυλ του που συναντά κανείς στα αστυνομικά μυθιστορήματά του, σύγχρονο, διδακτικό, ουσιαστικό και με γνώσεις! Τα θέματα που θέτει όπως η αγάπη, η φιλία, ο σεβασμός, η εκτίμηση και η στροφή προς την ανάγνωση κατατάσσουν αυτό το ανάγνωσμα σε ένα από τα καλύτερα που διάβασα μέχρι στιγμής! Αντίο Philip Kerr. Μας λείπεις! Τελειώνοντας το βιβλίο με έπιασε μία γλυκόπικρη νοσταλγία. Γλυκιά γιατί τα μηνύματα και ζητήματα που αναλύει μου άφησαν με ωραία επίγευση και πικρή γιατί ξέρω ότι δε θα προσμένω με ανυπομονησία τη μετάφραση ενός νέου του δημιουργήματος.
Βασιλική Διαμάντη