M.Σ.: Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να απαντήσω σ’αυτήν την ερώτηση επειδή όλοι οι συγγραφείς είναι μοναδικοί και η γραφή του κάθε συγγραφέα έχει κάτι ξεχωριστό. Αλλά αφού θέτετε έτσι το ερώτημα, ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο Ντοστογιέφσκι. Γενικά μου αρέσει πολύ η ρώσικη λογοτεχνία. Ξεχωρίζω όμως τον Ντοστογιέφσκι επειδή οι ήρωες του είναι απλοί και καθημερινοί.
Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;
M.Σ.: Το πρώτο βιβλίο που είχα διαβάσει είναι ο Γάτος Γιούρι..
Ερώτηση 3η: Τι σας ώθησε να ξεκινήσετε τη συγγραφή;
M.Σ.: Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Νομίζω ότι ήτανε μία εσωτερική ανάγκη να δημιουργώ χαρακτήρες που δίνουν τηδικήτους οπτική για την πραγματικότητα.
Ερώτηση 4η: Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας “Το χελιδόνι και η βελανιδιά”;
M.Σ.: Το χελιδόνι και η βελανιδιά είναι ένα παραμύθι που απευθύνετε κυρίως σε παιδιά (αλλά όχι μόνο) και σκοπό έχει να φέρει λίγο πιο κοντά στην καθημερινότητα του παιδιού την απώλεια. Η απώλεια είναι ένα κομμάτι της ζωής μας με το οποίο θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε. Όλοι έχουμε χάσει κάποιον παππού ή κάποια γιαγιά.
Ερώτηση 5η: Πώς σας γεννήθηκε η ιδέα της συγγραφής της συγκεκριμένης ιστορίας;
M.Σ.: Ήθελα να γράψω κάτι που θα βοηθήσει τα παιδιά να εξοικειωθούν με την απώλεια, που θα βοηθήσει τα παιδιά στην ανάπτυξη τους.
Ερώτηση 6η: Το χελιδόνι ζει μία τραγική απώλεια. Θεωρείτε ότι ο άνθρωπος μπορεί να διαχειριστεί με εύκολο τρόπο την απώλεια;
M.Σ.: Φυσικά όχι. Η απώλεια είναι κάτι που μπορεί πολύ δύσκολα να διαχειριστεί ένας άνθρωπος και κυρίως ένα παιδί.
Ερώτηση 7η: Η βελανιδιά θα γίνει ο παρηγορητής για το χελιδόνι. Πιστεύετε ότι ένας δικός μας άνθρωπος μπορεί να γίνει το στήριγμα για κάθε αναποδιά ή κακό γεγονός που θα έρθει στη ζωή μας;
M.Σ.: Φυσικά. Πάντα υπάρχει ένας άνθρωπος που μπορεί να μας στηρίξει σε μία δύσκολη στιγμή στη ζωή μας.
Ερώτηση 8η: Το βιβλίο σας είναι ένα παραμύθι με πολλά και ανάμεικτα συναισθήματα. Ένα παιδί μπορεί να διαχειριστεί μία κατάσταση πιο εύκολα από έναν ενήλικα ή όχι; Ποια είναι η προσωπική σας άποψη;
M.Σ.: Νομίζω ότι ένα παιδί θα διαχειριστεί διαφορετικά μία κατάσταση απ’ ότι ένας ενήλικας. Σίγουρα το παιδί νιώθει σε μεγαλύτερη ένταση τα συναισθήματα.
Ερώτηση 9η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;
M.Σ.: Θα ήθελα να πω στους μικρούς και μεγάλους αναγνώστες του βιβλίου μου να αφήσουν το βιβλίο να τους συνεπάρει. Να πετάξουν με το χελιδόνι και να βιώσουν μαζί του την εμπειρία αυτή που οδηγεί στην αυτονομία..
Ερώτηση 10η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενο συγγραφικό σας βήμα;
M.Σ.: Σκέφτομαι πολλά. Το επόμενο συγγραφικό μου βήμα μπορεί να είναι στο χώρο του παιδικού βιβλίου, αλλά και του ιστορικού μυθιστορήματος.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδο το βιβλίο σας!!!
Η Μαρία Σκούλου γεννήθηκε το 1983 στην Αθήνα. Είναι κοινωνική λειτουργός και εργάζεται στην ειδική αγωγή. Τα μεταπτυχιακά της είναι στα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στην Ειδική Αγωγή στα πανεπιστήμια InstituteofEducation\ UniversityofLondonκαι \ Τμήμα Εκπαίδευσης & Αγωγής στην προσχολική \ ηλικία ΕΚΠΑ.
Το διήγημα «Το Αηδόνι και η βελανιδιά» είναι το πρώτο διήγημα της συγγραφέως που εκδίδεται. Το παιδικό της διήγημα “Το σαλιγκάρι που ήθελε να φτάσει στο φεγγάρι” έχει βραβευτεί με το Β΄ βραβείο από το λογοτεχνικό περιοδικό Κέφαλος.
Ποιήματα της έχουν βραβευθεί από την UNESKO, το 2016 (Β΄ βραβείο), την Πανελλήνια Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών και διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά.
Επίσης η ποιητική της συλλογή “Slide one: Το πευκοδάσος” έχει βραβευτεί με το Α΄ βραβείο αφηγηματικής ποίησης από την International Academy of Art, από την οποία η συγγραφέας έχει λάβει το διδακτορικό της στην ποίηση.
ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΚΑΙ Η ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ
Η βελανιδιά γίνεται η μάνα γη, ο φύλακας άγγελος μαθαίνοντας στο χελιδόνι, μέσα από μυστικές συμφωνίες με το φεγγάρι και τ’ αστέρια, την αυτονομία και τη συμφιλίωση με το παρελθόν. Η σχέση της με το χελιδόνι ξυπνά στα παιδιά συναισθήματα αγάπης, τρυφερότητας για τα ζώα, τη φύση και ό,τι μας περιβάλλει.
«Θέλω να πω τόσο πολλά, μα δεν βρίσκω το θάρρος. Θέλω να δώσω τόση αγάπη, μα νομίζω ότι οι πόρτες έχουν κλείσει. Ποτέ δεν ήθελα τα φύλλα να στέκονται μόνα τους στα κλαδιά των δέντρων. Πάντα ήθελα να τους κάνω παρέα. Νομίζω, όμως, τώρα ότι ρίζωσα σ’ αυτήν τη γη που νερό δεν δίνει. Τα κλαδιά των δέντρων είναι πυκνά και δεν μπορώ να ανέβω. Οι πλαγιές έχουνε γίνει δύσβατες, δεν είναι πια για μένα. Δεν ξέρω αν ο ουρανός χωράει την ανάσα μου».
«Τι ήταν αυτά; Ποιος τα έλεγε;» σκεφτόταν η βελανιδιά, όταν, ξαφνικά, γέρνοντας το αριστερό κλαδί της προς τη διπλανή λιμνούλα ……