Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Συζητώντας με τη Σόφη Θεοδωρίδου

Ερώτηση 1η: Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας “Η αγαπητικιά”;

Σ.Θ.: Θα το χαρακτήριζα ως ένα κοινωνικό-ιστορικό μυθιστόρημα με αναφορές σε δύσκολα γεγονότα μιας μακρινής εποχής, των οποίων οι συνέπειες μας ακολουθούν ακόμη και σήμερα.


Ερώτηση 2η: Η Ρόσα θα ερωτευτεί και θα την ερωτευτούν παράφορα. Θα γίνει το μοναδικό ουσιαστικό πράγμα που έχει σημασία στη ζωή της. Πόσο σημαντικό είναι το αίσθημα του έρωτα και της αγάπης στη δική σας ζωή;

Σ.Θ.: Θα σας απαντήσω, αφού πρώτα παρατηρήσω ότι κατά την άποψή μου δεν είναι ο έρωτας κι η
ερωτική αγάπη το μοναδικό ουσιαστικό πράγμα στη ζωή της ηρωίδας μου. Ας μη λησμονούμε τη
μεγάλη της αγάπη για την πατρίδα. Όσο για μένα, θεωρώ εξαιρετικά σημαντική την ύπαρξή τους
στη ζωή ενός ανθρώπου και κατά συνέπεια και στη δική μου. Μπαίνω στον πειρασμό να προσθέσω
πως είμαι τυχερή σ’ αυτόν τον τομέα, αφού σε πολύ νεαρή ηλικία, στα δεκαεφτά μου μόλις χρόνια,
συνάντησα εκείνον που έγινε σύντροφός μου αχώριστος στη ζωή.


Ερώτηση 3η: Η Ρόσα θα περάσει δύσκολα παιδικά χρόνια. Η μητέρα της παρούσα σε αυτά αλλά και τόσο απούσα. Πιστεύετε ότι τα παιδικά χρόνια προσδιορίζουν την πορεία του ανθρώπου στη μετέπειτα ενήλικη ζωή του;

Σ.Θ.: Είναι επιστημονικά παραδεκτό πλέον, κι αυτήν την άποψη ενστερνίζομαι κι εγώ, ότι τα παιδικά χρόνια παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανατροφή ενός παιδιού κι ότι τραυματίζουν
ανεπανόρθωτα την ψυχή του, σε περίπτωση που είναι τραυματικά. Τραύματα που, κακά τα ψέματα,
τον καθορίζουν ως ενήλικα και που συχνά κουβαλά ένας άνθρωπος μέχρι το τέλος της ζωής του.


Ερώτηση 4η: Ο Χάρης αν και φτωχός θα ακολουθήσει σπουδές ιατρικής. Εκείνα τα χρόνια αυτά τα όνειρα για έναν φτωχό ήταν απατηλά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Θεωρείτε ότι όλα μπορεί να τα επιτύχει κάποιος αν θέσει στόχους;

Σ.Θ.: Είναι βαθιά πεποίθησή μου όντως ότι κάθε στόχος είναι εφικτός, ιδίως αν έχει ο άνθρωπος
στηρίγματα. Κι ο Χάρης παρά την φτώχια και την «εξορία» του είχε στηρίγματα, τα οποία συνεπικουρούμενα από το πείσμα και τις ικανότητές του τον βοήθησαν να πραγματώσει τελικά τον
μεγάλο στόχο του, τη φοίτηση στην Ιατρική Σχολή.


Ερώτηση 5η: Η ταξική διαφορά μεταξύ του Χάρη και της Ρόσας θα σταθεί πολλές φορές εμπόδιό τους. Όταν υπάρχει αληθινή αγάπη τα πάντα μπορεί να υπερνικηθούν;

Σ.Θ.: Δεν είναι θέσφατο το τελευταίο. Συχνά τα εμπόδια είναι ανυπέρβλητα, μολονότι υπάρχει αληθινή αγάπη. Χρειάζεται επίσης τόλμη και πείσμα και διάθεση να κοντραριστείς με παγιωμένες
κοινωνικές συμπεριφορές, να ρισκάρεις και να χάσεις, ενδεχομένως, πολλά απ’ όσα απολαμβάνεις.
Κάτι που δε δίστασε να πράξει η Ρόσα και μάλιστα πολλές φορές στο διάβα της ζωής της.


Ερώτηση 6η: Ο Εθνικός Διχασμός, δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, τα μαύρα χρόνια της Κατοχής με τον αδελφοπόλεμο και η Χούντα. Τελικά ο άνθρωπος δεν μαθαίνει από την ιστορία του και συνεχίζει να ακολουθεί τα ίδια λάθη και να βηματίζει στα ίδια σφάλματα των προγόνων του;

Σ.Θ.: Κάποιος ιστορικός διατύπωσε με απογοήτευση τη γνώμη ότι το μόνο που διδάσκει η ιστορία είναι ότι δε διδασκόμαστε από την ιστορία. Απαισιόδοξη γνώμη. Προσωπικά συγκλίνω με την άποψη ότι λαοί που αγνοούν την ιστορία τους υποχρεούνται να την ξαναζήσουν. Οι Νεοέλληνες δε
διδαχτήκαμε ποτέ σε βάθος την ιστορία μας, ώστε να κατασταλάζει μέσα μας ως στέρεη γνώση από
το παρελθόν και ως οδηγός για το μέλλον. Μόνο πασαλείμματα μιας ιδεολογικής, τρόπον τινά,
κατήχησης, που εξυπηρετούν σκοπιμότητες του παρόντος και που σε καμιά περίπτωση δε
συνιστούν ιστορική επιστήμη.


Ερώτηση 7η: Η Μακεδονία είναι υποδουλωμένη. Πολλά τα γεγονότα μέχρι την απελευθέρωσή της. Διχασμός και μία μερίδα ατόμων δεν έβλεπαν την ελληνικότητα των κατοίκων της περιοχής. Ακόμα και σήμερα κάποιοι έχουν αυτή την άποψη. Που οφείλεται αυτό κατά την άποψή σας;

Σ.Θ.: Στην ιστορία μας ποτέ δεν έλειψε αυτή η μερίδα ατόμων. Ο Κολοκοτρώνης αυτούς φοβήθηκε στην Πελοπόννησο και βροντοφώναξε «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!» Στην μεγαλόπνοη εθνική πολιτική του Βενιζέλου που οδήγησε στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους αντιτάχτηκε μέσα στη Βουλή των Ελλήνων το «προτιμάμε μίαν μικράν αλλ’ έντιμον Ελλάδα!» και στην Κατοχή δίπλα στην ηρωική εθνική μας Αντίσταση είχαμε και τους μαυραγορίτες, τους καταδότες, τους συνεργάτες των Γερμανών και των Ιταλών. Αν προσθέσει κανείς την άγνοια, τη μικρόνοια, τα συμφέροντα, την ιδιοτέλεια, τον πολιτικό φανατισμό που φτάνει ενίοτε μέχρι και την εθνική τύφλωση, ίσως όλα αυτά να δίνουν μια ικανοποιητική απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα.


Ερώτηση 8η: Στη Μακεδονία υπήρχαν διάφορες γλώσσες, η ελληνική, η σλαβικη, η τουρκική, η εβραϊκή. Παρόλα αυτά πολλοί σλαβόφωνοι τάχθηκαν υπέρ της απελευθέρωσης της Μακεδονίας από τη Βουλγαρική Ταξιαρχία και τις άλλες δυνάμεις. Η γλώσσα έρχεται σε δεύτερη μοίρα ενώ η ψυχή του ανθρώπου καταφέρνει να υπερνικήσει τα πάντα ακόμα και την καταγωγή του;

Σ.Θ.: Το τελευταίο το πιστεύω βαθύτατα. Η ψυχή καθορίζει τι είναι ο καθένας. Όχι η γλώσσα ούτε,
συχνά, η καταγωγή. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Έλληνες της Καππαδοκίας στην πλειοψηφία τους είχαν
χάσει τη γλώσσα τους αλλά όχι και την ελληνικότητά τους, ενώ πολλοί απ’ όσους είχαν
αλλαξοπιστήσει, παρότι είχαν επίγνωση της καταγωγής τους, είχαν εξελιχθεί σε φανατικούς
υπέρμαχους του τουρκικού κράτους. Όσο για τη Μακεδονία, όντως υπήρχαν πληθυσμοί
σλαβόφωνοι, οι οποίοι αισθάνονταν Έλληνες. Και παρόλες τις πιέσεις απ’ τους Εξαρχικούς και τις
διώξεις των Βουλγάρων, δε δέχτηκαν να απαρνηθούν τα πιστεύω τους και να περάσουν στην
απέναντι πλευρά, συχνά με τίμημα την ίδια τους τη ζωή.


Ερώτηση 9η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Σ.Θ.: Ότι τους ευχαριστώ για τη στήριξή τους όλα αυτά τα χρόνια κι ότι η πορεία μου οφείλεται σε
μεγάλο μέρος στη δική τους ενθάρρυνση και στον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχονται κάθε νέο
μου δημιούργημα.


Ερώτηση 10η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενο συγγραφικό βήμα σας;

Σ.Θ.: Το επόμενο μυθιστόρημά μου εξελίσσεται στην Κατοχή, είναι βασισμένο σε μια αληθινή ιστορία που με συγκίνησε βαθιά και αποδεικνύει ότι η ανθρωπιά μπορεί να «φωτίσει» ακόμη και στις πιο σκοτεινές ώρες της ανθρωπότητας.


Β.Δ.: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδα τα βιβλία σας!!!

Σ.Θ.: Σας ευχαριστώ κι εγώ για τις ευχές σας και τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις σας.





Συγγραφέας Σόφη Θεοδωρίδου: http://psichogios.gr/site/Authors/show/595/sofh-theodwridoy
"Τα χρόνια της χαμένης αθωότητας": http://psichogios.gr/site/Books/show/1003386/ta-xronia-ths-xamenhs-athwothtas
"Στεφάνι από ασπάλαθο": http://psichogios.gr/site/Books/show/1002879/stefani-apo-aspalatho
"Το κορίτσι απ'τη Σαμψούντα": http://psichogios.gr/site/Books/show/1002421/to-koritsi-ap-th-sampsoynta
"Η αμαρτία της ομορφιάς": http://psichogios.gr/site/Books/show/1001788/h-amartia-ths-omorfias
"Τ'αχνάρια των ξυπόλητων ποδιών": http://psichogios.gr/site/Books/show/1001191/t-axnaria-twn-ksypolytwn-podiwn
"Η νύφη φορούσε μαύρα": http://psichogios.gr/site/Books/show/22981/h-nyfh-foroyse-mayra






Η ΣΟΦΗ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ κατάγεται από την Αλμωπία, μια μικρή επαρχία του Νομού Πέλλας. Σπούδασε νηπιαγωγός στη Θεσσαλονίκη κι εγκαταστάθηκε κατόπιν στην περιοχή καταγωγής της, όπου διαμένει μέχρι σήμερα με την οικογένειά της. Λατρεύει τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, και πιστεύει πως η αγάπη της για την τελευταία την οδήγησε τελικά στη συγγραφή. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν συνολικά εννέα μυθιστορήματά της.
(2018) Η Αγαπητικιά, Ψυχογιός
(2017) Πορφυρό ποτάμι, Ψυχογιός
(2016) Τα χρόνια της χαμένης αθωότητας, Ψυχογιός
(2015) Στεφάνι από ασπάλαθο, Ψυχογιός
(2014) Το κορίτσι απ'τη Σαμψούντα, Ψυχογιός
(2013) Η αμαρτία της ομορφιάς, Ψυχογιός
(2012) Τ' αχνάρια των ξυπόλητων ποδιών, Ψυχογιός
(2011) Πες μου αν με θυμάσαι, Ψυχογιός
(2010) Η νύφη φορούσε μαύρα, Ψυχογιός
 
 
 
 
 

Η Αγαπητικιά
Κόρη καλής αθηναϊκής οικογένειας, η Ρόσα γεννήθηκε ανυπότακτη, όπως μαρτυρούσε και το φλογερό κόκκινο των μαλλιών της, αν και πολλοί απέδιδαν τoν απείθαρχο χαρακτήρα της στο γεγονός πως είχε ανατραφεί με ελευθερία ανάρμοστη, έχοντας μητέρα μια γυναίκα κλεισμένη στον κόσμο της και για πατέρα έναν επιπόλαιο μπον βιβέρ.

Η νεαρή αριστοκράτισσα θα σοκάρει την οικογένειά της, όταν το καλοκαίρι του 1914 ερωτευτεί τον Χάρη, έναν φτωχό φοιτητή της ιατρικής που κατάγεται απ’ τις τουρκοκρατούμενες ως πρόσφατα περιοχές της Μακεδονίας. Κι ενώ ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται, κι η Αθήνα, η πόλη της, κι η Ελλάδα ολόκληρη σπαράσσονται από τον διχασμό που δημιουργεί η ρήξη Κωνσταντίνου και Βενιζέλου, εκείνη θα ασπαστεί τον βενιζελισμό αψηφώντας τις φιλοβασιλικές της καταβολές και θα βαδίσει σε δρόμους ριψοκίνδυνους, κερδίζοντας για τις επιλογές της από τους συμπολίτες της το ειρωνικό παρανόμι «η αγαπητικιά του Τουρκομερίτη».

Η ζωή μιας τολμηρής και ξεχωριστής γυναίκας στην ταραγμένη εποχή του Εθνικού Διχασμού και των μετέπειτα χρόνων, η οποία δε θα διστάσει να απαρνηθεί τα προνόμια της κοινωνικής της θέσης και να πάει κόντρα στα επικρατούντα ήθη, ακολουθώντας τα προστάγματα της καρδιάς της.
 
 
 
 
Πορφυρό ποτάμι
Μάρτης του 1902. Σ’ έναν παραποτάμιο οικισμό της Καππαδοκίας, την ώρα που ο καϊκτσής Δημητρός βλέπει τα νερά του ποταμού να βάφονται κόκκινα, γεννιέται η κόρη του, η ασθενική Νιόβη.

Οι συντοπίτες της θα τη χαρακτηρίσουν ισκιερή και θα της χαρίσουν ελευθερίες ανάρμοστες για ένα θηλυκό, πιστεύοντας ότι για λίγο μόνο είναι γραφτό να ζήσει ανάμεσά τους. Μα το κορίτσι τούς διαψεύδει.

Ο καιρός κυλά, έρχονται οι Βαλκανικοί κι ο Μεγάλος Πόλεμος, και οι αρμονικές σχέσεις Ρωμιών και Τούρκων δοκιμάζονται. Η μεγάλη φτώχεια κατατρύχει τον οικισμό και περισσότερο την οικογένεια της Νιόβης. Ώσπου μια μέρα, κι ενώ η Αυτοκρατορία βογκά σαν τον δράκο κάτω απ’ το δόρυ του Αϊ-Γιώργη από την ελληνική κυριαρχία στη Σμύρνη, ένας επιφανής Τούρκος μαγεύεται απ’ τα μαβιά της μάτια και φλέγεται να την αποκτήσει.

Εκείνη έχει δώσει από μικρή την αγάπη της στον ατίθασο Φιλίπ, που ανοίγει την πόρτα σέρτικα, σαν κατακτητής. Μα ο νέος έχει από χρόνια χαθεί κυνηγώντας τα δικά του όνειρα στην Πόλη, στην Οδησσό και σε πεδία μαχών, κι αυτή έχει μόνο ένα μενταγιόν να τη δένει μυστικά μαζί του.

Κι ύστερα έρχεται η Καταστροφή κι η Ανταλλαγή…

Ένα καράβι σαλπάρει χωρίζοντας στα δύο την ψυχή της. Το ένα κομμάτι πίσω, στην παλιά πατρίδα· το άλλο στη νέα, την αρχέγονη, όπου η ζωή καραδοκεί να δοκιμάσει διπλά τις αντοχές της, συνάμα όμως και του Φιλίπ.

Η ζωή των τελευταίων Ελλήνων σε μια μικρή γωνιά της Καππαδοκίας και παράλληλα η ιστορία μιας ακατάλυτης μα αδιέξοδης αγάπης στη σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Ανταλλαγής των πληθυσμών.
 
 
 
 
Τα χρόνια της χαμένης αθωότητας
Απρίλης 1961. Τη μέρα που ο πρώτος Ρώσος κοσμοναύτης ταξιδεύει στο Διάστημα, σε μια μικρή ελληνική πόλη ένας άντρας μπαίνει για λίγο στη θέση του Θεού, ορίζοντας τη μοίρα τριών νεαρών πλασμάτων.

Την Κλέα θα υποδεχθεί ένα αρχοντόσπιτο, όπου ο στρατηγός παππούς της αναπολεί παρελθοντικές δόξες, ενώ ο πατέρας της έχει εγκαταλείψει τον μεγάλο του έρωτα για να κατακτήσει πλούτη και κάστες εξουσίας· τη Μελισσάνθη ένα μεσοαστικό σπιτικό πάνω από μια ταβέρνα, στο οποίο η μάνα της, η ωραία Μυρσίνη, ενοχοποιείται για νεανικά σφάλματα από τον σύζυγό της· τη Λόλα, τέλος, θα καλοδεχτεί ένα φτωχόσπιτο, μες στο οποίο στοιβάζονται μεταξύ άλλων μια ιδιόρρυθμη γιαγιά κι ένας ρομαντικός πραματευτής, που αγωνίζεται να συμπορευθεί με τα δεδομένα των καιρών, καθώς η χώρα αλλάζει.

Παρά τις ταξικές διαφορές τους, οι τρεις κοπέλες μεγαλώνοντας θα δεθούν με δεσμά αδελφικής φιλίας, ανακαλύπτοντας όλες στο φτωχόσπιτο του συνοικισμού την οικογενειακή θαλπωρή που απουσιάζει από τα άλλα δύο. Ώσπου, στο κατώφλι της ενήλικης ζωής τους πια, μυστικά και ψέματα κι αμαρτωλά πάθη του παρελθόντος θ’ αρχίσουν ν’ αποκαλύπτονται, βαφτίζοντας μια δυνατή αγάπη ανόσια και ξεκινώντας τον χορό των αποχωρισμών.

Αποκομμένες πλέον μεταξύ τους αλλά κι απ’ τη γενέθλια πόλη, ρίχνονται στη χοάνη της πρωτεύουσας και στο κυνήγι χιμαιρικών ονείρων. Μα, καθώς ο καιρός κυλά κι οι ψευδαισθήσεις της νιότης χάνονται, θα διαπιστώσουν πως ελάχιστα μοιάζουν τελικά με ό,τι είχαν ονειρευτεί στα χρόνια της αθωότητάς τους…
 
 
 
 
Στεφάνι από ασπάλαθο
Μια όμορφη καλοκαιρινή μέρα του 1939, η Κασσιανή κρυφοκοιτάζει πίσω απ’ την κουρτίνα της κάμαράς της το άγνωστο παλικάρι που σιγοπίνει τον καφέ του στην αυλή των γειτόνων τους, δίχως να υποψιάζεται ότι είναι ο άντρας που θα σφραγίσει τη ζωή της. Η δεκαπεντάχρονη κοπέλα ασφυκτιά στην επαρχία, στη σκιά του αυστηρού ιεροκήρυκα πατέρα της. Ο δεκαοχτάχρονος Λυκούργος, απ’ την άλλη, οραματίζεται το μέλλον του στο πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας.
Τους δυο νέους θα ενώσει ένα εφηβικό φιλί και μια βάρβαρη τιμωρία. Θα τους χωρίσουν οι δικές του επιλογές κι η Ιστορία. Στα χρόνια που τους περιμένουν η Κασσιανή θα υποχρεωθεί να επωμιστεί βάρη που δεν της έπρεπαν.
Αντιμέτωπη μ’ ένα κράτος εχθρικό και μια κοινωνία ματωμένη, θα αισθανθεί συχνά ότι σταυρώνεται για λάθη εκείνου κι ότι το στεφάνι που κάποτε της φόρεσε είναι φτιαγμένο απ’ τον αγκαθωτό ασπάλαθο, που χρησιμοποιούν στον τόπο της για φράχτη ή για προσάναμμα. Στο κλειστοφοβικό σύμπαν του νέου κόσμου της θ’ αναγκαστεί ν’ απαρνηθεί ακόμη κι αυτή τη γυναικεία της υπόσταση, μέχρι τη μέρα που θα διαπιστώσει πως κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο.
Μια επαρχιακή πόλη απ’ τη μεταξική Ελλάδα μέχρι τη μετεμφυλιακή της δεκαετίας του ’50. Ένα ζευγάρι παρασυρμένο απ’ τις μπόρες των καιρών. Ένα στεφάνι φτιαγμένο από ασπάλαθο.
 
 
 
 
Το κορίτσι απ'τη Σαμψούντα 
Η Καλλιόπη πίστευε μέχρι τα εννιά της χρόνια πως το χειρότερο που της είχε τάξει η ζωή ήταν τα παράξενα μάτια της, για τα οποία την κορόιδευαν οι συμμαθήτριές της στο Παρθεναγωγείο, επειδή δε γινόταν να γνωρίζει πόσα άλλα της είχε η μοίρα γραμμένα.
Γεννημένη αρχές του 20ού αιώνα στη Σαμψούντα, θα βιώσει τις λευκές πορείες θανάτου και τις εξορίες από τους Νεότουρκους, κι αργότερα τις αγριότητες του Κεμάλ.
Αρχές του 1921, στην εφηβεία, με σωριασμένο τον κόσμο της σε ερείπια, θα βρει καταφύγιο σ’ ένα χωριό του Πόντου. Λίγους μήνες μετά θα ντυθεί νύφη στα δεκάξι της, σ’ έναν αναπάντεχο γάμο, που θα την οδηγήσει στη Σμύρνη. Θα ζήσει για λίγο μια πλούσια ζωή στην πανέμορφη πόλη, που περιμένει αμέριμνη την καταστροφή της, και θ’ ανακαλύψει τον έρωτα∙ κι ίσως τον χάσει, όπως ορίζει για άλλη μια φορά η μοίρα της…
Απ’ τη Σαμψούντα και τον Πόντο στη Σμύρνη κι από κει στον Πειραιά της προσφυγιάς, μια νεαρή γυναίκα αντιπαλεύει με πείσμα το πεπρωμένο της, διεκδικώντας το δικαίωμα στη ζωή και την αγάπη.
 
 
 
 
Η αμαρτία της ομορφιάς
Η μεγάλη ομορφιά ήταν η μοναδική αμαρτία της Ευγενίας. Ένα δώρο που της δόθηκε ερήμην της κι έμελλε να καθορίσει την πορεία της ύπαρξής της.
«Για τον φτωχό ακόμη και η ομορφιά κατάρα είναι», αποφαινόταν συχνά η Μάχη, φαρμακωμένη από τις δυσκολίες της προσφυγικής ζωή της. Όταν, όμως, μπαίνει στη ζωή της κόρης της ο ευκατάστατος Θεόφιλος, αρχίζει να αναθεωρεί τις απόψεις της.
Εκείνος την ερωτεύεται τρελά, απόλυτα. Αυτή τον αγαπά με τη λαχτάρα και το πάθος των δεκαεπτά της χρόνων. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, όμως, που ξεσπά πριν προλάβουν να χαρούν την αγάπη τους, θα την αφήσει ξεκρέμαστη στον τόπο του. Εκεί θα μπει στο στόχαστρο των κουνιάδων της, ιδιαίτερα της μεγάλης, της Ευανθίας, και του ισχυρού κομματάρχη της περιοχής, ανέτοιμη για όσα την περιμένουν. Μοναδικό και αναπάντεχο στήριγμα θα βρει στην πεθερά της Άννα.
Κι ενώ στα χρόνια που ακολουθούν τα προστάγματα των καιρών ορίζουν τις ζωές τους, το μίσος και η ζήλεια οπλίζουν το χέρι της Μοίρας σπέρνοντας τον όλεθρο. Τρεις αθώες ψυχές παρασέρνονται στον βίαιο άνεμό του και ξεσπούν το λυγμό τους, καθώς σκορπούν σε διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας, στην αγκαλιά της “μητέρας” Φρειδερίκης.
Η ιστορία ενός απόλυτου έρωτα σε ταραγμένα χρόνια. Όταν η ομορφιά θεωρείται αμαρτία κι οι πράξεις και τα λόγια των ανθρώπων συναγωνίζονται σε αγριότητα τα πεδία των μαχών, τότε τα πάντα μπορεί να συμβούν.
 
 
 
 
Τ' αχνάρια των ξυπόλητων ποδιών
Προσφυγικά Σαλονίκης· την ορφάνια του μικρού Θεμιστοκλή απαλύνουν ξένα, ευλογημένα χέρια, όμως αγκάθι απομένει μέσα του η άγνωστη καταγωγή του. Εμφύλιος, Σκρα· τα μελλούμενα απ’ τα χείλη μιας γυναίκας τον οδηγούν στην Τήνο, στον μεγάλο έρωτα και στον μεγάλο πόνο.
Ο Θεμιστοκλής, με τον νεογέννητο γιο του, Άλκη, ψάχνει τρόπο και τόπο να στεγάσει τη δυστυχία τους. Θα τους υποδεχτεί η ταραγμένη Αθήνα του ’50 κι αργότερα μια παράξενη επαρχιακή κωμόπολη, η Επίκληρος. Από το σπίτι της φιλόξενης Μικρασιάτισσας Λένας θα βρεθούν σ’ εκείνο της μελαγχολικής Ελένης, και από την άδολη προσφορά θα οδηγηθούν στον τόπο όπου ένας ιδιότυπος ρατσισμός θα τους πληγώσει, δημιουργώντας δυνατές φιλίες και αβυσσαλέα μίση.
Καθώς τα χρόνια κυλούν, ο Θεμιστοκλής και ο συγκλονιστικός Άλκης, η Ελένη, η Ερατώ και η Θάλεια θα βρεθούν μπλεγμένοι στο γαϊτανάκι του πόνου, του έρωτα και του μίσους, και θα βιώσουν τα όρια της προσφοράς και της θυσίας.
Άνθρωποι χτυπημένοι από τη μοίρα και τη ζωή αφήνουν τ’ αχνάρια τους σε μια Ελλάδα που πληγώνεται και πληγώνει, αναζητώντας ταυτότητα και ευτυχία.
 
 
 
 
Πες μου αν με θυμάσαι
Η Ιφιγένεια έπιασε τα γέρικα χέρια της μάνας της και τα σκέπασε με τα δικά της. «Πώς με λένε;» έκανε την αγωνιώδη ερώτηση. «Θυμάσαι; Πες μου… με θυμάσαι;» Περίμενε με κομμένη την ανάσα, θαρρείς κι από την απάντηση της Χαράς εξαρτιόταν η ύπαρξή της. Η Χαρά ξερόγλειψε τα χείλη αργά. «Ιφι… Ιφι…» ψέλλισε τέλος και τα δάκρυα κύλησαν απ’ τα μάτια της κόρης. Δόξα τω Θεώ, δεν είχε πάει στράφι η θυσία της. Η μάνα της δεν την είχε ξεχάσει…
Ο κόσμος της Ιφιγένειας ήταν αληθινή ευλογία μέχρι εκείνη τη λευκοντυμένη μέρα που άρχισε να διαλύεται και να κατακλύζουν τη ζωή της απώλειες και προδοσίες: o πατέρας της, η μεγάλη της αδυναμία. η μητέρα της, το αιώνιο στήριγμά της. η δουλειά της. ακόμη κι αυτός ο έρωτας της ζωής της, ο άντρας της. Η ώρα που θα αντιμετωπίσει τις αλήθειες της ζωής της έχει φτάσει. Μένει τώρα να διαπιστώσει αν οι όρκοι της αγάπης θα χωρέσουν τη θυσία της ή θα γυρίσουν την πλάτη στους πληγωμένους καιρούς.
Η ιστορία μιας γυναίκας που ρισκάρει να χάσει τα πάντα, γιατί δε θέλει να ρισκάρει να χάσει τον εαυτό της.
 
 
 
 
Η νύφη φορούσε μαύρα
Σεπτέμβρης του '22. Η νεαρή Αντριανή καταφτάνει στη Σαλονίκη μαζί με το υπόλοιπο ανθρώπινο κοπάδι των προσφύγων. Πεντάρφανη και ολομόναχη, με δυο μάτια πράσινα, μαγικά σαν τα βοτάνια της, θα βρει στήριγμα σε μια καλοκάγαθη ηλικιωμένη Πόντια. Στο ξεδίπλωμα του χρόνου, με τις ανταλλαγές των πληθυσμών, θα εγκατασταθεί σ' ένα μουσουλμανικό χωριό της Μακεδονίας. Εκεί, ανάμεσα σε ανθρώπους πονεμένους που μιλούν ελληνικά, τουρκικά, ποντιακά κι αρμένικα, και που προσπαθούν να στηρίξουν τις ψυχές και τις ζωές τους, η Αντριανή θα αποθέσει την ευτυχία της στα χέρια του ρωμαλέου Άρη με την ηράκλεια δύναμη. Θα προκαλέσει τη μοίρα φορώντας ένα μαύρο φόρεμα για νυφικό. Κι αυτή θα δεχτεί την πρόκληση… Σε μια Ελλάδα που ανεμοδέρνεται στις θύελλες του εικοστού αιώνα, μια γυναίκα τολμά να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι σε μια κοινωνία, όπου τον πρώτο λόγο έχει ο άντρας και η πεθερά, για να αναδειχτεί πληγωμένη αλλά νικήτρια.
 
 
 
 

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2018

Κριτική Βιβλίου “Η Μπριτ-Μαρί ήταν εδώ” του Fredrik Backman

Τη Μπριτ-Μαρί τη γνωρίσαμε στο πρώτο βιβλίο του Fredrik Backman “Η γιαγιά μου σας χαιρετά και ζητάει συγγνώμη”. Στο πρώτο βιβλίο τη μάθαμε ως μία γυναίκα που λέει κάτι χωρίς να γίνεται επικριτική, που σιχαίνεται την ακαταστασία πχ τα μαχαιροπίρουνα πρέπει να μπαίνουν χώρια και στη σειρά, που τρώει πάντα στις 6 το απόγευμα και πολλά άλλα.
Στο δεύτερο μυθιστόρημα, στο οποίο είναι και ο κεντρικός χαρακτήρας της ιστορίας, η Μπριτ-Μαρί θεωρεί παράνομο να αγοράζεις κάτι με πίστωση, να μην κόβεις απόδειξη, να πουλάς λαθραία προϊόντα, ενώ απαγορεύεται να κυκλοφορείς με τρύπιες κάλτσες, να μη φοράς τα παπούτσια σου, να φοράς λερωμένα ρούχα, να οδηγείς μέσα στη νύχτα και να αφήνεις τα συναισθήματά σου. Φυσικά, μετά από αλκοόλ όλοι οι άνθρωποι αρρωσταίνουν γιατί ρίχνει το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Και το χειρότερο; Σιχαίνεται το ποδόσφαιρο.
Το κακό είναι όμως ότι δεν είναι επικριτική ούτε κακοπροαίρετη και δεν καταλαβαίνει γιατί οι άλλοι τη βλέπουν έτσι και παρερμηνεύουν τα λεγόμενά της. Απλώς θέλει να βοηθήσει τους άλλους να γίνουν πολιτισμένοι άνθρωποι.
Στα 63 της εγκαταλείπει τον σύζυγό της και ψάχνει να βρει δουλειά. Η μόνη θέση εργασίας θα είναι στο Μποργ. Το Μποργ είναι ένα εγκαταλελειμμένο χωριό που έχει ταλαιπωρηθεί από την οικονομική κρίση. Εκεί θα προσπαθήσει να βάλει σε τάξη τους κατοίκους και για κακή της τύχη θα αναγκαστεί να γίνει προπονήτρια της νεοσύστατης ποδοσφαιρικής ομάδας. Θα αποκτήσει και έναν παράξενο φίλο, ο οποίος δεν είναι άλλος από έναν αρουραίο. Μα το κυριότερο είναι ότι θα αναγκαστεί να ζήσει σε έναν βρόμικο χώρο γεμάτο λάσπες και με πολλά φωνακλάδικα παιδιά. Εκεί θα γνωρίσει και έναν καλόκαρδο αστυνομικό, ο οποίος θα τη φλερτάρει.
Πρόκειται για μία ιστορία με πολλά μηνύματα. Οι αστείες καταστάσεις δεν λείπουν ούτε και από αυτό το μυθιστόρημα. Επίσης, ο τρόπος παρουσίασης από τον συγγραφέα είναι ιδιαιτέρως εμψυχωτικός. Τα θέματα που αναλύει είναι η δεύτερη ευκαιρία που οφείλουμε να αναζητάμε στη ζωή μας, η αγάπη και η στοργή, οι σχέσεις και οι φιλίες, η κατάδυση στον ψυχικό μας κόσμο και η επιμονή για ένα καλύτερο αύριο. Το μέλλον οφείλουμε να το κυνηγάμε μέχρι τέλους και η ελπίδα δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλειφθεί. Η φυγή δεν είναι πάντα ο λάθος τρόπος αντιμετώπισης της ζωής μας εφόσον έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αυτό που θέλουμε είναι εμπειρίες και να ανακαλύψουμε τους εαυτούς μας. Η αγάπη δεν είναι κάτι με ημερομηνία λήξης ούτε πρέπει να εγκαταλείπουμε τις προσπάθειες για την βρούμε. Αλλά και η φιλία μπορεί να εκκολαφτεί εκεί που δεν το περιμένεις. Γιατί σημασία δεν έχει να ταιριάζεις με τον άλλον αλλά να τον αποδέχεσαι με τα ελαττώματά του και τα προτερήματά του.
Για ακόμα μία φορά η γραφή του εμπεριέχει μία μελαγχολία που σου δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα με αυτά της αισιοδοξίας και της ελπίδας για το μέλλον. Αναμφίβολα, τα πάντα είναι σημαντικά και ουσιαστικά για την εξέλιξη της ζωής μας και κυρίως για την ωρίμανση και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας στην κοινωνία και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Ο τρόπος προσέγγισης της γυναικείας ψυχολογίας, η αναπηρία κάθε είδους που θίγεται με ιδιαίτερο τρόπο χωρίς να γίνεται μελό ή μεμψίμοιρος, το κοινωνικό σύστημα, η υιοθεσία και ο θεσμός της οικογένειας απογείωσαν το όλο πόνημα, κάνοντάς με να λατρέψω και αυτό το δεύτερο βιβλίο του που διάβασα και παρόλο που η κουλτούρα μας είναι διαφορετική, τα μηνύματα και ο άλλοτε γλαφυρός, μεστός και λυρικός τρόπος γραφής του με έχουν κερδίσει κατατάσσοντάς τον, κατά την προσωπική μου άποψη, σε έναν εκ των αξιολογότερων συγγραφέων της σύγχρονης παγκόσμιας λογοτεχνίας!






Βασιλική Διαμάντη 
 

Κριτική Βιβλίου “Η γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά” του Orhan Pamuk

Το βιβλίο αποτελείται από 3 μέρη, όπου το καθένα είναι διαφορετικό και αλληλένδετα μεταξύ τους.
Στο πρώτο βλέπουμε τον Τζεμ να μας μιλάει. Η γραφή είναι πρωτοπρόσωπη και μας ξεκινάει από την εφηβεία του. Η εξαφάνιση του πατέρα του τον ωθεί να δουλέψει για να βρει τα χρήματα προκειμένου να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, το οποίο δεν είναι άλλο από το να σπουδάσει. Για να γίνει όμως αυτό θα χρειαστεί να πληρώσει τα φροντιστήρια. Θα δουλέψει σε βιβλιοπωλείο, στο χωράφι του θείου και τελευταία εργασία θα είναι αυτή δίπλα στον μάστορα Μαχμούτ. Αυτή η γνωριμία θα του αλλάξει ολόκληρη τη ζωή. Εκεί θα γνωρίσει και τη γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά, μία γυναίκα πολύ μεγαλύτερή του, η οποία θα τον μυήσει στον έρωτα. Η εμμονή του για αυτήν θα τον στοιχειώσει και θα γίνει το μεγαλύτερό του λάθος. Οι μέρες περνούν, τα βράδια την αναζητά και την ημέρα βοηθάει τον μάστορα Μαχμούτ στη δημιουργία πηγαδιού. Όμως, το νερό δεν μπορούν να το βρουν και η κατάσταση δυσχεραίνει. Μία απροσδόκητη τροπή θα αναγκάσει τον Τζεμ σε άτακτη φυγή και στο τέλος του πρώτου μέρους τον βλέπουμε να επιβιβάζεται σε ένα τρένο.
Στο δεύτερο μέρος, πάλι σε πρωτοπρόσωπη γραφή και με αφηγητή και πάλι τον Τζεμ τον βλέπουμε να είναι στο τρένο, να παντρεύεται και η ιστορία φτάνει μέχρι αρκετά χρόνια μετά. Μας εξιστορεί τη ζωή του Οιδίποδα Τυραννου του δυτικού Σοφοκλή αλλά και το Σαχ-Ναμέ, με ήρωες τους Ρουστέμ και Σουχράμπ, του Ιρανού Φερντοσί. Ενώ, μία είδηση θα ταράξει την ήρεμη, σχετικά, ζωή του.
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, έχουμε πάλι μία πρωτοπρόσωπη αφήγηση αλλά αυτή τη φορά όχι από τον Τζεμ αλλά από τη γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά, η οποία μας μιλάει για τη ζωή της και όχι μόνο.
Τι σχέση έχει ο Οιδίποδας Τύραννος με τον Τζεμ; Και τι σχέση έχει με την ιστορία Ρουστέμ και Σουχράμπ; Πόσο θα τον στιγματίσει η γνωριμία του με τη γυναίκα με τα κόκκινα μαλλιά; Τι θα μάθει που θα του ανατρέψει τη ζωή του; Γιατί εξαφανίστηκε τόσο απότομα από τη ζωή του μάστορα Μαχμούτ; Πόσο καταλυτικός ήταν ο ρόλος του μάστορα στην εξέλιξη της ζωής του; Τι διδάγματα προσδίδουν οι ιστορίες του πηγαδά Μαχμούτ;
Στο συγκεκριμένο ανάγνωσμα θα βρεθούμε μπροστά σε ένα ξετύλιγμα μύθων, ιστοριών και παραμυθιών δύο διαφορετικών πολιτισμών και ιδιοσυγκρασιών αλλά τόσο κοινών μεταξύ τους. Ο νομπελίστας συγγραφέας, Ορχάν Παμούκ, έρχεται να μας χαρίσει ένα κομψοτέχνημα συγγραφής, το οποίο δεν θα αφήσει κανέναν αναγνώστη ασυγκίνητο. Παρόλο που οι διάλογοι είναι πενιχροί, το πόνημα δεν κουράζει τον αναγνώστη. Αντιθέτως, διαβάζεται απνευστί και παρέχει γνώσεις σε όλους. Η σαγήνη της γραφής του είναι γνωστή.
Όλοι γνωρίζουν το σπουδαίο του ταλέντο αλλά και τη ζωή του. Όσο γνωστός και καταξιωμένος είναι για το ευρύ κοινό ανά τον κόσμο, τόσο εξόριστος και μη αποδεκτός είναι από τη χώρα του και το πολιτικό καθεστώς.
Τα θέματα που αναλύει με περίτεχνο τρόπο είναι ποικίλα και πολυδιάστατα όπως και οι ομοιότητες μεταξύ των πολιτισμών και των μύθων τους ακόμη και αν οι διαφορές τους είναι τεράστιες και αρκετές φορές δεν επιδέχονται σύζευξής τους.
Ο πρώτος έρωτας, το πρώτο σκίρτημα, η εμπιστοσύνη προς έναν άγνωστο, τα συναισθήματα αγάπης, στοργής και σεβασμού προς έναν άνθρωπο που μας στέκεται σαν πατέρας, η φιλαναγνωσία, η μάθηση, τα πάθη και τα λάθη μας δείχνουν περίτρανα ότι τα πιο ευφάνταστα σενάρια μπορούν να αποτελέσουν ιστορίες της ζωής μας, να μας διδάξουν και να μας κάνουν καλύτερους και σοφότερους ανθρώπους και πολίτες της κοινωνίας.
Η γραφή του είναι γλαφυρή και λυρική κατακτώντας την καρδιά των αναγνωστών του. Αποτελεί σταθερή αναγνωστική αξία –ως συγγραφέας– και ένα σημαντικό δημιούργημα –το παρόν μυθιστόρημα– για όλους μας. Αναμφισβήτητα, θα κερδίσει τις εντυπώσεις, θα αγαπηθεί όπως του αξίζει και θα κοσμήσει τις βιβλιοθήκες μας σε περίοπτη θέση!






Βασιλική Διαμάντη 
 

Κριτική Βιβλίου “Η αγαπητικιά” της Σόφης Θεοδωρίδου

Η Ρόσα είναι κόρη μιας επιφανούς οικογένειας. Το όνομά της το πήρε από το χρώμα των μαλλιών της. Ως χαρακτήρας είναι ασυμβίβαστη και πέρα από τα πλαίσια της εποχής, μιας εποχής κατά την οποία η γυναίκα δεν μπορούσε να μιλήσει, τα πολιτικά ήταν απαγορευμένα για τις ίδιες, δεν είχαν δικαίωμα ψήφου, έπρεπε να βρίσκονται κάτω από τον άντρα τους και να είναι απλώς γοητευτικές και ακαταμάχητες μέσα στα φορέματά τους και στον καλλωπισμό τους. Μία απροσδόκητη συνάντηση θα ταράξει τη ζωή της. Ο έρωτας θα μπει στην καθημερινότητά της και στο πρόσωπο του Χάρη, φτωχό φοιτητή ιατρικής και καταγόμενος από την τουρκοκρατούμενη Μακεδονία.
Η μητέρα της Ρόσας είναι απούσα από όλη σχεδόν τη ζωή της. Η ύπαρξή της είναι αδύναμη και σχεδόν αόρατη. Όλη η οικογένεια υποστηρίζει τον βασιλιά Κωνσταντίνο ενώ οι φτωχές, κυρίως, τάξεις υπέρ του Βενιζέλου. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είναι προ των πυλών. Ο Εθνικός Διχασμός ωθεί τους πολίτες σε έναν μαινόμενο πόλεμο δίχως προηγούμενο. Τα όπλα βγαίνουν και πολιτικές διαφορές των αρμόδιων ηγετών πυροδοτεί τις αντιδράσεις. Η Αθήνα είναι ένα καζάνι που βράζει και θα σκορπίσει τον θάνατο και τον διχασμό. Οι δυτικές συμμαχίες χωρίζουν τους πολιτικούς και αυτό έχει αλυσιδωτές αντιδράσεις στα εδάφη της χώρας αλλά και του τρόπου διακυβέρνησης και αποφάσεων.
Οι συγγενείς της Ρόσας δεν βλέπουν με καλό μάτι τη σχέση της με τον Χάρη και προσπαθούν με κάθε τρόπο να τους απομακρύνουν. Όμως, μία ξαφνική αναχώρηση της Ρόσας και η βοήθεια που θα προσφέρει ως νοσοκόμα στον πόλεμο θα σκορπίσει τη θλίψη στο σπιτικό Καλογεροπουλου αλλά θα ενδυναμώσει την αγάπη μεταξύ του ζευγαριού.
Η συγγραφέας, Σόφη Θεοδωρίδου, για ακόμα μία φορά μας προσφέρει μία ιστορία ιστορικού ενδιαφέροντος. Είναι μία συνταγή που γνωρίζει πολύ καλά. Ξέρει πως να κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να τον καθηλώνει με τις ανατροπές και τη πυγμή των γυναικών. Μπροστά στον έρωτα και στην αγάπη εξανεμίζει κάθε εμπόδιο και ο ήρωας ακολουθεί το πρόσταγμα της ψυχής του όσο περισσότερο μπορεί.
Κάθε αναγνώστης καταφέρνει να μπει στην ψυχοσύνθεση των ηρώων αλλά και στα γεγονότα μιας άλλης εποχής, μακρινής από τη δική μας αλλά με αρκετές ομοιότητες. Η διχόνοια καρποφορεί πάντα σε κάθε γενιά και αποτελεί ένα εκ των χαρακτηριστικότερων γνωρισμάτων των Ελλήνων. Η γυναικεία επιμονή ξετυλίγεται και οι χαρακτήρες της ιστορίας είναι πολύπλευροι και πολυδιάστατοι. Οι ίντριγκες, τα ήθη και τα έθιμα αποκτούν μία χροιά τόσο συμβατική όπου οι ισχυρές προσωπικότητες σπάνε αυτά τα δεσμά και ωθούν τους άλλους σε μία αποξένωση από αυτούς και μία στάση ακόμα και ειρωνική και εριστική.
Η τόλμη της συγγραφέως να καταπιαστεί με ένα ακόμη δύσκολο χρονικό πλαίσιο την δικαιώνει και κατατάσσει και αυτό της το μυθιστόρημα σε ένα κομψοτέχνημα γραφής και ιστορίας. Τα διδάγματα και πάλι πολλά και οι γνώσεις αμέτρητες για κάθε αναγνώστη! Αναμφισβήτητα αξίζει να διαβαστεί για να γνωρίσουμε καλύτερα την ιστορία του τόπου μας!






Βασιλική Διαμάντη 
 

Κριτική Βιβλίου “Έμεινα εδώ ολομόναχη να κοιτάζω...” της Αθηνάς Μπούτιβα

Κάποιο βράδυ σου ‘χα πει πως θέλω
να γυρίσω όλο το κόσμο, όλο το κόσμο
Και συ μου γέλασες γλυκά και μου πες
το φιλί μου μυρίζει δυόσμο, μυρίζει δυόσμο

Κάποιο βράδυ σου ‘χα πει πως θέλω
να πετάξω σαν πουλί πάνω από το κόσμο
 Και συ ζωγράφισες φτερά σ’ ένα λευκό χαρτί
και μου πες φως μου, μη φύγεις φως μου

Κι έμεινα εδώ να μη σου λείψει τίποτα
Έμεινα εδώ να μη φοβηθείς
Να μη μείνεις μόνη σου και `γω στο τίποτα
Έμεινα εδώ να μη μαραθείς 

  Κάποιο βράδυ μου ‘χες πει πως πρέπει
να γεννήθηκα για σένα, μόνο για σένα
Και `γω σε πήρα αγκαλιά και χάθηκα
στα μάτια σου τα μαγεμένα, τα μαγεμένα

 Κάποιο βράδυ μου ‘χες πει πως δεν μπορείς
να ζήσεις μια στιγμή χωρίς εμένα
Και ‘γω δε μίλησα ξανά
γιατί στα χέρια μου είχα εσένα μόνο εσένα

 Κι έμεινα εδώ να μη σου λείψει τίποτα
Έμεινα εδώ να μη φοβηθείς
Να μη μείνεις μόνη σου και ‘γω στο τίποτα
Έμεινα εδώ να μη μαραθείς


Αυτοί οι στίχοι συντροφεύουν τη Λυδία. Η Λυδία είναι μία γυναίκα, η οποία διανύει τα δεύτερα -αντα της ζωής της. Είναι παντρεμένη με έναν ισχυρό άντρα. Μπροστά στους άλλους δείχνει το πόσο ερωτευμένος είναι μαζί της. Δεν ισχύει όμως και στην προσωπική τους συμβίωση. Αντιθέτως, υποτάσσει με σκληρό και αδυσώπητο τρόπο τη γυναίκα του. Την εξευτελίζει και την κακοποιεί με κάθε τρόπο που μπορεί. Όλοι στην έπαυλη γνωρίζουν τι συμβαίνει. Κανείς όμως δεν μιλάει. Σχεδόν όλοι οι υπάλληλοι παρακαλούν να τελειώσει το μαρτύριο που περνάει η Λυδία εκτός από ένα άτομο που την μισεί. Ο λόγος; Θα αποκαλυφθεί προς το τέλος του βιβλίου. Η Λυδία όμως μένει σε αυτή τη ζωή για πολλούς λόγους. Ο ένας λόγος είναι μία προσωπική της αδυναμία να αντέξει αυτό που της έλαχε και ο δεύτερος είναι η αδυναμία της προς τον πατέρα της, ο οποίος παρόλο που γνωρίζει τον χαρακτήρα του γαμπρού του κωφεύει για τους δικούς του προσωπικούς λόγους. Πολλές φορές ξεπουλάει την κόρη του για τα πάθη του. Η μητέρα της προσποιείται ότι όλα βαίνουν καλώς. Προτιμά να εθελοτυφλεί από το να δει την ωμή πραγματικότητα. Τι θα γίνει όμως όταν αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί; Μέσα από το κρυφό ημερολόγιο που κρατάει μαθαίνουμε το παρελθόν της και τους λόγους για τους οποίους “έμεινε εδώ”. Κάθε ημέρα και μία αποκάλυψη. Ο ασκός του Αιόλου έχει ανοίξει και η ζωή της θα έχει την ταραχώδη διαδρομή του Οδυσσέα μέχρι να βρει την Ιθάκη. Θα τη βρει όμως;
Ο θάνατος του συζύγου της είναι η κάθαρση και η ελπίδα, την οποία αναζητά η Λυδία. Αυτός ο επερχόμενος θάνατος έρχεται αλλά η λύτρωση απέχει πολύ. Η αιτία δεν είναι άλλη από τον σύζυγό της. Θέλοντας να την τυραννήσει και να μην της δώσει την πολυπόθητη περιουσία του θέτει ως όρο να καταφέρει να λύσει έξι γρίφους. Κάθε γρίφος και ένας μήνας. Σύμμαχός της θα είναι η μητέρα της και μία φίλη της. Μία απροσδόκητη είσοδο στη ζωή της θα ταράξει την ηρεμία και θα βιώσει στην αρχή γλυκιές και μετέπειτα πικρές στιγμές. Άραγε τι θα μείνει στο τέλος; Θα καταφέρει να βρει την ψυχική της γαλήνη και ηρεμία; Θα βρει την Ιθάκη της; Θα λύσει τους γρίφους; Θα κατορθώσει να γίνει η αποδέκτρια της τεράστιας περιουσίας;
Αυτοί οι στίχοι που συντροφεύουν την κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, συντροφεύουν και εμάς καθ' όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης. Ένα τραγούδι, το οποίο σχεδόν όλοι έχουμε σιγοτραγουδήσει. Τα συναισθήματα που κατακλύζουν τους αναγνώστες είναι ποικίλα και διφορούμενα. Η θλίψη διαδέχεται τη χαρά και το μίσος την αγάπη. Ο πόνος είναι διάχυτος, η οργή ξεχύνεται, η απογοήτευση, ο παρωπιδισμός και ο ολοκληρωτισμός σε λάθος μεριά δυσχεραίνουν αυτά που καλείται να φέρει εις πέρας η ηρωίδα μας. Ο βιασμός και ο βασανισμός του θύματος από τον σύζυγό της, Νικηφόρο, παίρνει σάρκα και οστά ακόμα και μετά τον θάνατό του.
Η προδοσία παντός είδους υπάρχει καθ' όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης. Η αγωνία χτυπάει κόκκινο, το μυστήριο το συναντάμε σε πολλά σημεία της ιστορίας, οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη ενώ οι αναγνώστες αναζητούν τη λύτρωση της κεντρικής ηρωίδας. Η φιλία είναι το σήμα κατατεθέν και το ορόσημο, με το οποίο η συγγραφέας θα ξεδιπλώσει όλη την υπόθεση του μυθιστορήματος. Ακόμα, και η οικογένεια και ο θεσμός της ξετυλίγεται σε διαφορετικά επίπεδα. Από τη μία έχουμε την αμέριστη αγάπη της μητέρας και από την άλλη έναν πατέρα υποκριτή, ο οποίος κοιτάει μόνο τη βολή του χωρίς να νοιάζεται αν το ίδιο του το παιδί περνάει ωραία. Το χρήμα και τα πάθη τον κατακυριεύουν και ο δεσμός της κόρης με τον πατέρα, ωθεί την πρώτη στην αυτοθυσία και στην ωραιοποίηση του ρόλου του από την ίδια.
Αυτό που αντιλαμβανόμαστε είναι ότι τα μηνύματα είναι πολυδιάστατα και πολύπλευρα και όλα χτυπάνε μία “φλέβα” στη ζωή κάθε αναγνώστη. Όλοι έχουμε γίνει αποδέκτες ή θεατές βίας και αδιαφορίας χωρίς να μιλήσουμε. Αυτό προσπαθεί να μας διευκρινίσει η συγγραφέας, ότι οφείλουμε να μιλάμε, να είμαστε αντικειμενικοί, να βλέπουμε την ωμή πραγματικότητα –όσο και αν πονάει–, να στηριζόμαστε στους ανθρώπους που μας εκτιμούν και μας αγαπάνε και να μην υποτιμάμε τους εαυτούς μας! Οφείλουμε να το διαβάσουμε και να διδαχθούμε όσο περισσότερο μπορούμε! Εύχομαι κάθε δημιούργημά της να καταφέρνει να αγγίζει την ψυχή μας και να μας δίνει τη δύναμη να αντέξουμε όσα τυχόν συναπαντήματα θα μας βρουν!






Βασιλική Διαμάντη

Κριτική Βιβλίου “Λέμον Πάι” της Κωνσταντίνας Μόσχου

Κεντρικός ήρωας της ιστορίας είναι ο ντετέκτιβ Στάθης Παντελιάς. Ο Στάθης θα γνωρίσει την πελάτισσά του Φιλίππα Κοροβέση. Η υπόθεση που θα καλεστεί να εξιχνιάσει αφορά άμεσα μία παλιά του υπόθεση, η οποία δεν προχώρησε για κάποιους συγκεκριμένους λόγους, τους οποίους θα μάθουμε κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Η συνεργασία του με την αστυνομία θα είναι αμφίδρομη και τα κομμάτια του παζλ σιγά – σιγά μπαίνουν στη θέση τους.
Η έρευνα με τις δολοφονίες, μία παράλληλη ιστορία, θα δημιουργεί συνεχώς νέα μονοπάτια και σταυροδρόμια. Ποιος κρύβεται πίσω από τις δολοφονίες αυτών των φαινομενικά άσχετων προσώπων; Υπάρχει σύνδεση μεταξύ αυτών των δύο υποθέσεων ή οτιδήποτε νέο προκύπτει είναι άσχετο μεταξύ τους; Ποια είναι αυτή η όμορφη και γοητευτική Φιλίππα; Θα καταφέρει να πάρει τη θέση της συμβίας του Τζέσυ; Τι συναισθήματα κρύβει για τη Τζέσυ; Ποια είναι η Λεμονιά; Τελικά, ο Στάθης θα σταθεί άξιος των περιστάσεων και των περγαμηνών του και θα εξιχνιάσει τα μυστήρια που κρύβονται πίσω από αυτές τις υποθέσεις; Ποιος επιθυμεί διακαώς να τον εξαφανίσει; Ποιοι είναι αυτοί που του επιτέθηκαν; Οι φίλοι του θα τον βοηθήσουν στη λύση του μυστηρίου; Τι σχέση έχει ο τίτλος με την ιστορία;
Η ιστορία είναι κυρίως σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, με αφηγητή τον ίδιο τον Στάθη. Τα κυκλώματα που εμφανίζονται στην ιστορία μας μαρτυρούν το κατά πόσο η κοινωνία επηρέαζεται από αυτά. Παράνομο εμπόριο, εμπόριο σαρκός, ναρκωτικών και πολλά άλλα εμφανίζονται στις σελίδες του βιβλίου.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ευανάγνωστο, ξεκούραστο, δροσερό όπως ο τίτλος του, χιουμοριστικό και διαβάζεται απνευστί! Ανήκει στην κατηγορία των ελαφριών αστυνομικών βιβλίων, χωρίς ιδιαίτερη βία και σκληρές σκηνές. Για όσους ξεκινούν σε αυτά τα μονοπάτια αναμφίβολα είναι για αυτούς! Από την άλλη, για τους φαν του είδους μπορεί να τους φανεί λίγο ελαφρύ αλλά η ιστορία και η δομή του θεωρώ ότι θα τους προσελκύσει και θα τους εκπλήξει!






Βασιλική Διαμάντη 
 

Συζητώντας με τον Γιώργο Αντωνάκη

Ερώτηση 1η: Ποιος/α είναι ο/η αγαπημένος/η σας συγγραφέας;

Γ.Α.: Οι τέσσερις Ευαγγελιστές, ο Τζον Στάινμπεκ κι ο Ν. Καζαντζάκης στην ”Οδύσσεια”.
Αγαπώ όσους με παίρνουν από το χέρι και μαζί πορευόμαστε στην υπέρβαση της καθημερινότητας, στις κορυφές του ανθρώπινου μεγαλείου, στο Θεό.


Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Γ.Α.: Βίους ερημιτών και πιο πριν “Τα τρία γουρουνάκια” και το “Γοργοπόδαρο”.


Ερώτηση 3η: Τι σας ώθησε να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Γ.Α.: Θέλω να πω πολλά, πάρα πολλά στους ανθρώπους. Προτιμώ να μιλώ στα παιδιά επειδή έχουν ακόμη ανοιχτά τ' αυτιά κι ένα παράθυρο στην ψυχή τους.
“κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια, γιατί αύριο η ψυχή μας κάνει πανιά.” (Σεφέρης)


Ερώτηση 4η: Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας “Ο πειρατής της Μονεμβασιάς”;

Γ.Α.: Ο Πειρατής είναι μια αστυνομική περιπέτεια με δράση, αγωνία, μυστήριο, απρόβλεπτες καταστάσεις, ήρωες που δεν είναι βέβαιο αν είναι καλοί ή κακοί. Ένα ταξίδι στην καθημερινή ζωή της βυζαντινής εποχής στον άγνωστο και παράξενο κόσμο της βυζαντινής τέχνης.


Ερώτηση 5η: Τα παιδιά μετράνε τις ημέρες αντίστροφα μέχρι να πάνε στη Μονεμβασιά. Ποιος είναι ο λόγος, κατά τη γνώμη σας, για τον οποίο κάθε άνθρωπος αντιδρά περίπου με αυτόν τον τρόπο;

Γ.Α.: Στον “Πειρατή της Μονεμβασιάς”, καθώς και στο προηγούμενο βιβλίο μου “Στο Μυστρά με πανσέληνο” , οι ήρωες ζουν τη σχετικότητα του χρόνου κάθε στιγμή. Το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, οι αιώνες, όλα ρέουν με σχετική αβεβαιότητα, ανατρέπονται, συγχέονται, γίνονται προσμονή, βίωμα, παιδική φαντασίωση.
Το παιχνίδι του δυνάστη χρόνου με τις ανθρώπινες προσδοκίες με τα έντονα συναισθήματα, ίδιο σ' όλες τις εποχές.


Ερώτηση 6η: Στην ιστορία σας μαθαίνουμε για συνήθειες και εδέσματα του Βυζαντίου. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να το ενσωματώσετε στο βιβλίο σας;

Γ.Α.: Το Βυζάντιο προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ύλη και στο πνεύμα, ζει στο μεγαλείο της τη λατρεία του Θεού, αλλά αναζητά και τις ανθρώπινες απολαύσεις.
Στις μέρες μας ασχολούμαστε πάρα πολύ με συνταγές και τρόπους μαγειρέματος στα βιβλία, στο διαδίκτυο, παντού. Όμως αντί να βλέπουμε στην τηλεόραση την κ. Τάδε σε εδέσματα πολυσύνθετα και ξένα στις διατροφικές μας συνήθειες, ας γνωρίσουμε λιγάκι και τη μαγειρική εκείνου του καιρού.
Είναι πρόκληση και πρόσκληση τα φαγητά των βυζαντινών προπροπροπαππούδων μας, όσο κι η εποχή τους.


Ερώτηση 7η: Ο Οδυσσέας, ο Θωμάς, η Ραλλού και η Κική θα γίνουν μία ομάδα νεαρών ντετέκτιβ. Όλα τα παιδιά αρέσκονται στο να μπλέκουν σε περιπέτειες και να ξεδιπλώνουν τη φαντασία τους;

Γ.Α.: Αν τα παιδιά δεν ξεδιπλώσουν τη φαντασία τους θα καταλήξουν σε υπέροχους ενήλικες ψυχοπαθείς. Ας τους δώσουμε την ευκαιρία να μπλέξουν σε περιπέτειες για να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο. Ας μπλέξουμε κι εμείς όσο είναι καιρός...


Ερώτηση 8η: Η τεχνοτροπία της ζωγραφικής σύμφωνα με τη βυζαντινή τέχνη αποτελεί ένα από τα θέματα που αναλύετε στην ιστορία του βιβλίου σας. Τα χρώματα έχουν άλλη ονομασία, ο γυμνοσάλιγκας αποτελεί μέρος της ζωγραφικής όπως και ο ανοιχτός κίτρινος κρόκου του αυγού. Όλα τα επεξηγείτε κομμάτι – κομμάτι και λεπτομερώς ώστε να γίνουν κατανοητά από τους αναγνώστες σας. Φοβηθήκατε μήπως τους κουράσετε ή πιστεύετε ότι ο τρόπος, με τον οποίο τοποθετηθήκατε, είναι ο πιο ενδεδειγμένος προς προσέλκυση;

Γ.Α.: “Ο Πειρατής της Μονεμβασιάς” δεν είναι βιβλίο γνώσεων. Είναι ένα ταξίδι στο μυστήριο και τις παράξενες τεχνικές της βυζαντινής ζωγραφικής, η οποία είναι τόσο, μα τόσο κοντά στην παιδική αντίληψη περί κόσμου. Οι άγιοι είναι ψηλότεροι από τα βουνά, ο χώρος δεν έχει πάντα τρεις διαστάσεις, ο χρόνος είναι πολύ σχετικός. Αυτή όμως δεν είναι η ζωγραφική των παιδιών; άνθρωποι ψηλότεροι από τα σπίτια, χρονικά άσχετα γεγονότα στην ίδια ζωγραφιά, φαντασία και πραγματικότητα σε ισορροπία. Είναι μια καλλιτεχνική έκφραση που αναδύεται ελεύθερα από το βάθος της παιδικής ψυχής. Εμείς βέβαια προσπαθούμε να επιβάλλουμε ρεαλιστικό τρόπο αντίληψης και απεικόνισης του κόσμου. Εκεί γίνεται το μεγάλο κακό!
Από την άλλη τα φυσικά υλικά της εικονογραφίας, το αυγό, το ξύδι, οι λαμπερές σκόνες με τα περίεργα ονόματα. Ένας φανταστικός, παραμυθένιος κόσμος, ένα ταξίδι σε μια εποχή που όλα ήταν πιο απλά, πιο συναρπαστικά, στις απαρχές της ανθρώπινης έκφρασης.
Πως θα μπορούσαν να κουράσουν όλ' αυτά ένα παιδί ιδιαίτερα όταν ρέουν ανώδυνα μέσα από την πλοκή μιας αστυνομικής περιπέτειας;


Ερώτηση 9η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Γ.Α.: Στους μεγάλους; να ξεχάσουν για λίγο τα παιδικά βιβλία με τους πολυσύνθετους τίτλους, τις απομιμήσεις, τους καλούς και τους κακούς ήρωες. Είναι τυχεροί όποιοι ξαναβρούν το λησμονημένο παιδί μέσα τους, παραμερίσουν τα κωλύματα των ημερών μας κι αφεθούν σε μια εποχή με διαφορετικά δεδομένα και ισορροπίες. Ελπίζω βέβαια να μην τους ενοχλήσουν οι αναφορές στον Εσταυρωμένο της Μονεμβασιάς και να μην αηδιάσουν με τους γυμνοσάλιαγκες του κάστρου.
Στα παιδιά δεν έχω να πω τίποτα από δω. Τους μιλώ με τις ιστορίες μου.


Ερώτηση 10η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενο συγγραφικό βήμα σας;

Γ.Α.: Η υπέρβαση της αγάπης δυο παιδιών για έναν αδέσποτο, άρρωστο σκύλο. Ο έρωτας κι ο θάνατος στη χαραυγή της ζωής, το μέγα μυστήριο του Θεού και του κόσμου σε σκηνικό παιδικής αθωότητας.


Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδα τα βιβλία σας!!!





Ο Γιώργος Αντωνάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Αγκουσελιανά Ρεθύμνου. Ως δάσκαλος εργάστηκε για πολλά χρόνια σε σχολεία της Κρήτης και της Αθήνας. Ασχολήθηκε  με τη φωτογραφία, την αγιογραφία και το θέατρο.
Ζει στην νότια Ελλάδα, δουλεύει τη γη, οργανώνει πολιτιστικές εκδηλώσεις και γράφει βιβλία για παιδιά.
Άλλα βιβλία του συγγραφέα :
Στον Μυστρά με πανσέληνο, Το πιο γλυκό ψωμί, Τι καλοκαίρι κι αυτό!, Περιπέτεια στο Άγιο Όρος, Ο πεισματάρης Γιάννης και ο άγιος με το χρυσό στόμα, Ο πεισματάρης Γιάννης και τα αμίλητα παιδιά, Ο πεισματάρης Γιάννης και ο κύριος Ατσαλάκωτος, Μια μέρα σε μοναστήρι με τον πατέρα Βασίλειο, Πάσχα το τερπνόν (συλλογικός τόμος), Μεγάλη εβδομάδα και Πάσχα πάμε εκκλησία;, Χαιρετισμοί -Ακάθιστος ύμνος, πάμε εκκλησία;, Ζυμώνουμε πρόσφορο, πάμε εκκλησία; Ο Χριστός γεννιέται, βαπτίζεται κι ο Αϊ-Βασίλης έρχεται, πάμε εκκλησία;
(2018) Ο πειρατής της Μονεμβασιάς, Εν πλω
(2015) Στο Μυστρά με πανσέληνο, Εν πλω
(2010) Μια μέρα σε μοναστήρι με τον πατέρα Βασίλειο, Ακρίτας
(2009) Ο πεισματάρης Γιάννης και ο κύριος Ατσαλάκωτος, Ακρίτας
(2009) Ο Χριστός γεννιέται, βαπτίζεται κι ο Αϊ-Βασίλης έρχεται, πάμε εκκλησία;, Ακρίτας
(2008) Ζυμώνουμε πρόσφορο και το πάμε στην εκκλησία, Ακρίτας
(2008) Ο πεισματάρης Γιάννης και τα αμίλητα παιδιά, Ακρίτας
(2008) Χαιρετισμοί - Ακάθιστος Ύμνος, πάμε εκκλησία;, Ακρίτας
(2007) Μεγάλη Εβδομάδα και Πάσχα, πάμε εκκλησία;, Ακρίτας
(2007) Ο πεισματάρης Γιάννης και ο άγιος με το χρυσό στόμα, Ακρίτας
(2007) Περιπέτεια στο Άγιον Όρος, Ακρίτας
(2006) Τι καλοκαίρι κι αυτό!, Ακρίτας
(2002) Το πιο γλυκό ψωμί, Ακρίτας
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2008) Πάσχα το τερπνόν, Ακρίτας







Ο πειρατής της Μονεμβασιάς
Ένα σπασμένο τζάμι, μια είδηση σε κάποια ξεχασμένη εφημερίδα οδηγούν τους τρεις φίλους μας στη Μονεμβασιά. Εκεί ζουν την ομορφιά της παλιάς πολιτείας, γνωρίζουν την ιστορία της, δοκιμάζουν τα φαγητά που έτρωγαν οι Βυζαντινοί και μαθαίνουν πώς ζωγραφίζονται οι βυζαντινές εικόνες. Ο Οδυσσέας, ο Θωμάς, η Ραλλού σε μια νέα, τρελή αστυνομική περιπέτεια!



 
Στο Μυστρά με πανσέληνο
Τι μυστικά κρύβει ένας παλιός πύργος στη Μάνη και ποια σχέση μπορεί να έχουν δυο παιδιά της εποχής μας με τον τελευταίο αυτοκράτορα του Βυζαντίου; Ζούμε συγχρόνως στο σήμερα και στο χθες; Είναι απίστευτο... κι όμως γίνεται! Κι αν όλη αυτή την περιπέτεια δεν την οργάνωσε ο θείος Βασίλης; Αν η ιστορία της θείας Γκαγκούλ ήταν αληθινή και οι δείχτες στο ρολόι του Οδυσσέα γύριζαν πράγματι προς τα πίσω; Που σταματά άραγε η πραγματικότητα και πού αρχίζει το παραμύθι; Όμως, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος είναι πάντα εκεί, στο κάστρο, στα στενά δρομάκια, στις εκκλησίες και στα παλάτια της δοξασμένης πολιτείας του Μυστρά...