Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Συζητώντας με την Τάνια Θεοδοσίου

Ερώτηση 1η: Ποιος/α είναι ο/η αγαπημένος/η συγγραφέας;

Τ.Θ.: Θεωρώ πως δεν θα ‘ταν δόκιμο ν’ αναφέρω κάποιον συγκεκριμένο συγγραφέα τη στιγμή που είναι τόσοι πολλοί αυτοί που θαυμάζω και που μ’ άγγιξαν με τα γραφόμενά τους , όπως και με τη σκέψη τους στις ευαισθησίες μου!


Ερώτηση 2η: Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Τ.Θ.: Το ‘’Παραμύθι Χωρίς Όνομα’’ της Πηνελόπης Δέλτα.


Ερώτηση 3η: Τι σημαίνει η συγγραφή για εσάς;

Τ.Θ.: Από μια άποψη θα έλεγα πως η συγγραφή είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας. Δημιουργώντας, μπορείς να ξορκίσεις φόβους, ανασφάλειες και τις όποιες δύσκολες καταστάσεις που κατά καιρούς ξεσκαρίζουν στη ζωή σου. Από μια άλλη άποψη πάλι, είναι κι εκείνη η ανάγκη της ψυχής που συνέχεια εκπέμπει σήματα, καθώς γυρεύει εμφατικά τρόπους, να γίνουν έκφραση όλα αυτά που υπάρχουν εκεί μέσα: συναισθήματα, ανησυχίες, όμορφα ερεθίσματα κι ευαισθησίες,. Κι έτσι λοιπόν, αρχίζει το ταξίδι, η απόδραση σε άλλους προορισμούς μακρινούς, σε μια άλλη διάσταση, σε άλλους κόσμους που δεν έχεις ζήσει, αλλά θα ήθελες να ζήσεις. Γιατί η συγγραφή, εκτός όλων αυτών που ανάφερα, είναι ταξίδι!


Ερώτηση 4η: Ποια είναι η πηγή έμπνευσή σας;

Τ.Θ.: Την έμπνευσή μου την αντλώ μέσα από την ίδια τη ζωή. Απ’ το δημιουργικό περίσσευμα της ψυχής. Από την ταξινομημένη παρακαταθήκη των ονείρων, όπως επίσης και μέσα από την απέραντη μαγική χώρα της φαντασίας! Με λίγα λόγια λοιπόν, η έμπνευση βρίσκεται παντού και μέσα μας και ολόγυρά μας.


Ερώτηση 5η: Τι σας "ώθησε" να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Τ.Θ.: Συγκεκριμένο έναυσμα δεν υπήρξε. Ξεκίνησα να γράφω ακολουθώντας τις επιταγές της ψυχής μου που συνεχώς μου έστελνε ανυπόμονα σινιάλα ν’ ακουμπήσω πάνω σε κάποιες λευκές σελίδες, όλα αυτά τ’ αναχύματα που σωρεύονταν χρόνια εκεί μέσα. Κι έτσι ξεκίνησαν όλα. Η έμπνευση απογείωσε τη σκέψη και την μετουσίωσε σε δημιουργία. Έπειτα, όταν πήρα στα χέρια μου το πρώτο μου βιβλίο, ήξερα ότι αυτό ήταν για μένα μονάχα η αρχή.


Ερώτηση 6η: Πως θα χαρακτηρίζατε το νέο σας βιβλίο "Οι ανυφάντρες της μοναξιάς";

Τ.Θ.: Ως μια καταγραφή της μοναξιάς που σαν απόρροια μιας ξαφνικής κατάρρευσης της αλήθειας που ήταν, κατάφερε ν’ απομονώσει ζωές, ν’ αλλοιώσει ψυχές και να μεταλλάξει τα όμορφα συναισθήματα σε μίσος κι εγωισμό. Όπως επίσης και σαν μια καταγραφή της δύναμης της Αγάπης που μέσα από συμπεριφορές και από αισθήματα, γίνεται λύση ευεργετική που λυτρώνει. Αλλά και μια αποκάλυψη, η οποία στη συνέχεια με την παραδοχή της, κατάφερε τελικά ν’ απογειώσει τη πολύτιμη σημασία της αλήθειας, που δίνει πολύ πόνο όταν υποσκελίζεται από το ψέμα.


Ερώτηση 7η: Γιατί πιστεύετε πως οι άνθρωποι απομονώνονται στον κόσμο τους και στη μοναξιά τους;

Τ.Θ.: Οι παράγοντες που προκαλούν τη μοναξιά, θα έλεγα πως είναι πολλοί και διαφέρουν κατά περίπτωση. Ο κυριότερος παράγοντας χωρίς άλλο, είναι η κοινωνία η οποία έχει τέτοια δομή, όπου οι άνθρωποι αναγκάζονται εκ των πραγμάτων ν’ απομονώνονται όλο και περισσότερο ο ένας από τον άλλον, με συνέπεια, να μένουν τελικά μόνοι, ολόμονοι. Υπάρχει όμως κι εκείνη η μοναξιά, που έρχεται και μας βρίσκει, όταν νιώσουμε μια αμετάκλητη απόρριψη και δεν εισπράττουμε πια αγάπη από κάποια σχέση μας ή από το κοντινό μας περιβάλλον. Με αποτέλεσμα, να χάνεται η αληθινή αγάπη που υπήρχε μέσα μας, κι εμείς, να κλεινόμαστε ερμητικά στο δικό μας κόσμο, μακριά από τον χαμένο πλέον κοινωνικό μας περίγυρο και σιγά, σιγά, να βυθιζόμαστε στις σιωπές. Τελικά η σιωπή, είναι αυτή που οργανώνει τη μοναξιά της ψυχής. Σ’ αυτή λοιπόν την κατηγορία ανήκει κι η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου η Λαβίνια, που έτσι απρόσμενα στερήθηκε την αγάπη της οικογένειάς της και βρέθηκε εξόριστη στη ξενιτιά της μοναξιάς.


Ερώτηση 8η: Πως σας γεννήθηκε η ιδέα να μας χαρίσετε ένα βιβλίο σας που αναφέρεται σε μία αρκετά παλιά εποχή και μάλιστα μιας άλλης χώρας;

Τ.Θ.: Αγαπάω υπέρμετρα αυτή την εποχή που ανάγεται στο δέκατο όγδοο αιώνα και την οποία γνώρισα μέσα από τα βιβλία της κλασικής λογοτεχνίας, που σημειωτέον δηλώνω και φανατική λάτρης της! Και είμαι λάτρης αυτής της ξεχωριστής λογοτεχνίας, για την ρομαντική και την ονειρική ατμόσφαιρα που αποπνέει, όπως επίσης και γιατί αγγίζει με τρόπο βελούδινο τις ευαισθησίες μου! Μ’ αρέσει λοιπόν να βρίσκομαι συγγραφικά σ’ αυτή την εποχή όπου απλά την δανείζομαι μονάχα, γιατί εκεί μέσα νιώθω πως μπορεί κι ο δικός μου ο άκρατος ρομαντισμός να ξεσαλώνει. Αλλά και γιατί όχι; Υπάρχει και αυτό το είδος γραφής όπως και να το κάνουμε και θα ‘λεγα πως με στεναχωρεί πολύ όταν κάποιοι την αφορίζουν θεωρώντας την πια ξεπερασμένη. Κατά τη γνώμη μου, εκείνο που παίζει σημαντικό ρόλο σ’ ένα βιβλίο, δεν είναι ο παρωχημένος χρόνος ή ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία του, αλλά η χρήση του λόγου μέσα στο κείμενο και η δύναμη της πλοκής του. Όπως επίσης και ο τρόπος που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Και απ’ ό,τι εισπράττω από τους αναγνώστες και όπως εκείνοι διατείνονται, τα διαθέτει και τα δύο.


Ερώτηση 9η: Σας δυσκόλεψε η συγγραφή αυτού του βιβλίου;

Τ.Θ.: Όχι καθόλου. Κούραση ναι, ένιωσα αλλά δυσκολία, όχι. Απεναντίας πέρασα πολύ όμορφα γράφοντας αυτό το βιβλίο. Κάθε λοιπόν που άνοιγα τον υπολογιστή μου για να γράψω, μου φαινόταν σαν ν’ άνοιγα μια πόρτα και να βρίσκομαι ανάμεσα σ’ όλους τους ήρωές μου και να ζω μαζί τους, τη δική τους πραγματικότητα. Η συμβίωση μαζί τους, μπορώ να πω πως ήταν μια μοναδική εμπειρία για μένα και πραγματικά, ιδιαίτερα συναρπαστική!


Ερώτηση 10η: Η Λαβίνια, είναι ένα νέο κορίτσι, το οποίο βίωσε από πολύ μικρή τη σκληρότητα της ζωής. Πιστεύετε πως αυτός είναι ο λόγος που την έκανε επιφυλακτική και να είναι τόσο πολύ συγκρατημένη και συγκροτημένη σαν άνθρωπος;

Τ.Θ.: Ναι, η Λαβίνια από πολύ νωρίς κι έτσι στ’ απρόσμενα γεύτηκε την σκληρή επίθεση της μοίρας, που την υποχρέωσε να ξενιτευτεί, μακριά από το οικογενειακό της περιβάλλον. Πάνω στην εφηβεία της, βρέθηκε ολομόναχη κι εξόριστη σε μια πόλη άγνωρη να παλεύει για να επιβιώσει. Αυτή η νέα αλλαγή των πραγμάτων για εκείνη και τη ζωής της, της χαλύβδωσε τη ψυχή κι ενεργοποίησε τις άμυνές της και την έκανε να ωριμάσει πρόωρα. Αλλά εκτός αυτού, ήταν κι αυτή η δύναμη που υπήρχε μέσα της, όπως υπάρχει και μέσα στην ψυχή όλων μας καλά κρυμμένη, που όταν την ανακάλυψε και την ανέσυρε από τα εσώψυχά της, της θωράκισε τις αντιστάσεις της. Παράλληλα της ενεργοποίησε την επιφυλακτικότητά της και τη συγκροτημένη της σκέψη, που τελικά την βοήθησαν να φτάσει τη ζωή της, έτσι όπως το ευχόταν: στην αποδόμηση του όλου δράματος που άθελά της ζούσε, όπως επίσης και στην απόκτηση της πολυπόθητης λύτρωσης της ψυχής της.


Ερώτηση 11η: Αν έπρεπε να διαλέξετε τη ζωή ενός/μιας εκ των ηρώων του βιβλίου σας για να ζήσετε, ποια θα διαλέγατε και γιατί;

Τ.Θ.: Αν ήμουν ένας απλός αναγνώστης, τη ζωή της Λαβίνιας θα διάλεγα και χωρίς άλλο, στα πατήματά της θα ήθελα να βρεθώ. Να πάω τη ζωή μου πάρα κάτω και να την οδηγήσω από τα σκοτάδια στο άπλετο φως, της αλήθειας, όπως εκείνη! Και ναι, θα την διάλεγα για τη δύναμη ψυχής που διαθέτει, αλλά και γιατί πάλεψε ηρωικά με τη μοίρα της χωρίς να φοβηθεί καθόλου κι έφερε τελικά τα βήματά της, εκεί που σε όλη τη διάρκεια της ξενιτιάς της, ονειρευόταν: στην λύτρωση και στη δικαίωση!


Ερώτηση 12η: Για μία δολοφονία καταδικάζεται άδικα ένας άνθρωπος. Ο στιγματισμός ενός ανθρώπου δεν πληγώνει μόνο την υπόληψη ενός νεκρού ανθρώπου αλλά και ολόκληρης της οικογένειάς του. Πόσο δύσκολο είναι για όλο τον άμεσο συγγενικό κύκλο να βγει αλώβητος από μία τέτοια κατάσταση;

Τ.Θ.: Η κοινωνία γίνεται ανάλγητη και στιγματίζει όποιον παρεκκλίνει από τους νόμους και προβαίνει σε άνομες και ιδιαίτερα ειδεχθείς εγκληματικές πράξεις. Κάποιες φορές θα έλεγα πως ο στιγματισμός, ευτυχώς όχι πάντα, ακολουθεί και την οικογένειά του αν δεν αποδειχθεί τελικά η αθωότητά του. Υπολήψεις διασύρονται και ιδίως των παιδιών του δράστη που χωρίς να ευθύνονται, κουβαλούν έναν ανελέητο διασυρμό κι αναγκάζονται να ζουν περιθωριοποιημένα και χωρίς καμιά υπόληψη πια. Κάπως έτσι έζησε κι η Λαβίνια, αυτή η πολύπαθη ηρωίδα της ιστορίας, που ‘’κληρονόμησε’’ κι αυτή μια παρόμοια ρετσινιά της οικογενείας της και σαν άλλο έρμαιο λες μιας σκληρής μοίρας η οποία την φόρτωσε με κατασκευασμένες ενοχές, χώθηκε στ’ άδυτα της μοναξιάς, εκεί που κατοικούν οι σιωπές που πάντα έχουν τόσα πολλά να πουν.


Ερώτηση 13η: Ο χαρακτήρας του Ίαν Λάνσαϊρ ξεδιπλώνεται κομμάτι - κομμάτι και από ένας σκληρός και αδυσώπητος χαρακτήρας μετατρέπεται σε έναν ευαίσθητο και ονειροπόλο άντρα, που πολλές γυναίκες θα επιθυμήσουν να είχαν στο πλάι τους. Σας δυσκόλεψε καθόλου αυτή η μεταστροφή;

Τ.Θ.: Δεν θα ‘λεγα πως ο Ίαν Λάνσαϊρ ήταν σκληρός και ότι διέθετε έναν αδυσώπητο χαρακτήρα. Ένας κακομαθημένο πλουσιόπαιδο ήταν, με πολύ ισχυρή προσωπικότητα που κάποιες φορές, ερχόταν αντιμέτωπη με τις απρόσμενες εξάρσεις του εγωισμού του. Στην αρχή της συνάντησής του με τη Λαβίνια, ναι, φέρθηκε αυστηρά, γιατί την θεωρούσε εξαιρετικά ύποπτη για μια ξαφνική απειλή που ενέσκηψε, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η ζωή της οικογενείας του και ιδίως η ζωή του πατέρα του. Πάντα ήταν ευαίσθητος και συναισθηματικός. Όμως όλα τα συναισθήματά του, τα χειραγωγούσε με φανατισμό ο εγωισμός του. Δεν με δυσκόλεψε καθόλου για ν’ απαντήσω και στην ερώτησή σας. Και δεν με δυσκόλεψε, γιατί εκείνος οδηγούσε - όπως όλοι άλλωστε οι ήρωες του βιβλίου - τη σκέψη μου με τον τρόπο του, εκεί που αυτός όριζε, μέχρι που όλα έφτασαν σ’ εκείνο το σημείο που πάντα εγωιστικά απευχόταν: στην μετουσίωση του εγωισμού του σε ατόφια και πολύ δυνατά συναισθήματα.


Ερώτηση 14η: Στο βιβλίο σας βλέπουμε πως η μοίρα είναι η κύρια "υπεύθυνη" για τις ζωές των ανθρώπων. Πιστεύετε πως κάποιος άλλος ορίζει τη ζωή μας ή εμείς οι ίδιοι;

Τ.Θ.: Συνηθίζουμε να λέμε πως το ‘’πεπρωμένο’’ είναι προδιαγεγραμμένο από τη μοίρα, η οποία κατευθύνει απαρέγκλιτα τη ζωή μας, χωρίς εμείς να μπορούμε να αντιδράσουμε σε ό,τι εκείνη διατάσσει για το μέλλον μας και γενικά για την ανέλιξή του.
Εγώ θεωρώ πως η μοίρα θέλει να παίζει τον δικό της ρόλο, αλλά εμείς στην ουσία ορίζουμε τη ζωή μας. Και θα πρόσθετα πως κάποιες φορές παρεμβαίνει στη ζωή μας για να μας δείξει πως πρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες και πώς να δίνουμε τις μάχες μας και να τις κερδίζουμε. Αν τώρα στις διαδρομές μας κάποια στιγμή, ορισμένοι τολμήσουν να μας διαφεντεύουν και να καθορίζουν εκείνοι την πορεία μας, το δικό μας πεπρωμένο, στο χέρι μας είναι να μην τους το επιτρέψουμε και να τους απομακρύνουμε όσο γίνεται πιο γρήγορα από κοντά μας. Ή με τον τρόπο μας να καταφέρουμε να τους οδηγήσουμε στη δική μας ζωή έτσι όπως η ψυχή μας μάς την όρισε κι εμείς την ιδρύσαμε. Κι αυτή τη θεωρία μου θέλησα να την μεταλαμπαδεύσω με τη γραφή μου στη συνείδηση του όποιου αναγνώστη θελήσει να διαβάσει το βιβλίο μου.


Ερώτηση 15η: Για ποιο λόγο πιστεύετε πως πρέπει οι αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο σας;

Τ.Θ.: Δεν θα μπορούσα να κατευθύνω κανένα αναγνώστη να διαβάσει κάποιο από τα βιβλία μου. Όχι ποτέ δεν θα το έκανα. Οι αναγνώστες έχουν το δικό τους κριτήριο. Αν όμως κάποιος αναγνώστης που έχει επιλέξει να διαβάσει αυτό το βιβλίο, αφήσει τη ψυχή του να περιπλανηθεί στις σελίδες του κι ακολουθήσει τον ειρμό των σκέψεων μου, είμαι σίγουρη πως θα τις νιώσει, έτσι όπως εγώ τις εμπνεύστηκα και προσπάθησα να τις περάσω σ’ εκείνον για ν’ ανακαλύψει έτσι πίσω τους και τα μηνύματα που κρύβονται. Μηνύματα που επιδίωξα όταν πέσουν οι τίτλοι του τέλους, να του έχει μείνει και κάτι το χρήσιμο, το εποικοδομητικό από αυτό που διάβασε.


Ερώτηση 16η: Τι θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες σας;

Τ.Θ.: Εύχομαι σε όλους τους αναγνώστες να διατηρούν πάντα ζωντανή την αισιοδοξία στη ψυχή τους και να κρατούν μια θετική στάση απέναντι στην ζωή τους, γιατί αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές και όχι οι κομπάρσοι της. Ξέρω δεν είναι εύκολο, αλλά είναι εξαιρετικά σημαντικό να βλέπουμε τώρα στα δύσκολα τη φωτεινή πλευρά της ζωής και όχι τη σκοτεινή. Κι αν λάβουμε υπ’ όψη μας πως το βιβλίο δημιουργεί φωτεινές διεξόδους που οδηγούν σε μιαν άλλη διάσταση ονειρική, όπου εκεί μέσα η ανυπέρβλητη μαγεία της ακυρώνει την στείρα εικόνα του σήμερα, του τώρα, τότε ας κάνουμε το διάβασμα καθημερινή μας συνήθεια!


Ερώτηση 17η: Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το επόμενό σας συγγραφικό βήμα;

Τ.Θ.: Το επόμενο μυθιστόρημά μου, μόλις ξεκίνησε το ταξίδι του. Δεν μπορώ ν’ αναφέρω όμως πολλά ακόμα. Το μόνο που θα μπορούσα να πω, είναι πως πρόκειται για μια ιστορία που εκτυλίσσεται μέσα σ’ ένα σκηνικό με ατμόσφαιρα αστυνομικού μυστηρίου, έρωτα με αντιπαραθέσεις έντονες , που ακολουθούν αρμονικά την αφήγηση, απ’ όπου όμως, δεν λείπουν και οι έντονες συγκινήσεις.


Β.Δ.: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη που μου παραχωρήσατε! Εύχομαι κάθε επιτυχία και καλοτάξιδα όλα τα βιβλία σας!!!
 
Τ.Θ.: Εγώ σας ευχαριστώ πάρα πολύ, για τις εξαιρετικές ερωτήσεις σας, αλλά και για την ανάδειξη του βιβλίου μου! Κυρίως όμως σας ευχαριστώ που με την τόσο επιμελημένη δουλειά σας όπως και με την υπέρμετρη αφοσίωσή σας, υπηρετείτε τόσο αξιοπρεπώς και τόσο εύστοχα τον κόσμο του βιβλίου, της συγγραφής και των συγγραφέων, μέσα σ’ αυτές τις τόσο δύσκολες συγκυρίες τις οποίες, δυστυχώς διανύουμε! Καλή συνέχεια στο έργο σας εύχομαι από καρδιάς!
 
 
 
 
 
 
Η Τάνια Θεοδοσίου γεννήθηκε σε μια επαρχιακή πόλη. Μεγάλωσε στην Αθήνα στους κόλπους μιας παραδοσιακής οικογένειας, όπου και ολοκλήρωσε τις λυκειακές σπουδές της. Έχει σπουδάσει αρχιτεκτονικό σχέδιο, διακόσμηση και μιλάει δύο γλώσσες, αγγλικά και ιταλικά. Την εμφάνισή της στη λογοτεχνία πραγματοποίησε με το βιβλίο "Το κρυστάλλινο δάκρυ του φεγγαριού".
(2015) Οι ανυφάντρες της μοναξιάς, Ίαμβος
(2014) Ψυχές που τις άγγιξε ο ήλιος, Δυάς Εκδοτική
(2011) Το άρωμα της μανόλιας, Σύγχρονοι Ορίζοντες
(2008) Το φιλί της καρδιάς, Ίαμβος
(2007) Το κρυστάλλινο δάκρυ του φεγγαριού, Ίαμβος
 
 
 
 
 
 
Οι ανυφάντρες της μοναξιάς
  Στενά ανέτειλε ο ήλιος της ζωής της Λαβίνια. Από πολύ νωρίς γεύτηκε την μίζερη επίδραση της μοίρας. Πάνω στην εφηβεία, βρέθηκε αυτοεξόριστη σε μια πόλη άξενη, όταν το ψέμα κάηκε κάτω από το εκτυφλωτικό φως της αλήθειας! Ένα ψέμα ολέθριο που το κουβαλούσε σαν μόνη αποσκευή, στο ταξίδι τής ξενιτιάς της, με τη μοναξιά να στήνει τον ιστό της, γύρω από την ζωή και τα όνειρά της. 
Μόλις όμως, άρχισε να συνηθίζει την καινούργια πραγματικότητα, βρέθηκε ξανά παγιδευμένη από τη μοίρα. Κάποιοι την επιφόρτισαν να παραδώσει εν αγνοία της, ένα επικίνδυνο πακέτο στο Νόρθλαντ Χάους, στα χέρια τον Κόντε Λάνσαϊρ που όμως, ήταν άρρηκτα δεμένο με ένα ένοχο παρελθόν. Στην συνέχεια, έμεινε αιχμάλωτη του γιού του Κόντε, που δεν πίστεψε στην αθωότητά της.
Τι να κρυβόταν πίσω απ’ αυτήν την αιχμαλωσία της άραγε; Ήταν το βαρύ παρελθόν που κουβαλούσε; Ήταν η ανάγκη να βρεθεί οπωσδήποτε κάποιος ένοχος; Ήταν το μίσος που σαν ίσκιος , πλανιόταν παντού ολόγυρα; Ή μήπως ήταν ο έρωτας που γύρευε άλλοθι κι εκείνη έμενε ολομόναχη, δεμένη στο πυκνό δίχτυ που της είχαν πλέξει γύρω της σφιχτά οι ανυφάντρες της μοναξιάς; 
 
 
 
 
Ψυχές που τις άγγιξε ο ήλιος
Η ζωή του Χρήστου δεν ήταν δυστυχώς καθόλου εύκολη. Γιατρός χειρουργός στο επάγγελμα, γνώρισε από νωρίς στην καριέρα του την προδοσία και τη συκοφαντία, που στόχο είχαν την επαγγελματική του εξόντωση. Εκμηδενίστηκε γρήγορα απ' το επαγγελματικό του περιβάλλον εκεί γύρω στα 1950, όπου η κατάσταση γενικά ήταν πολύ ρευστή. Κανένας οίκτος, καμιά τύψη κι όταν ο ένας τρώει τις σάρκες του άλλου, λιγοστεύει το ανθρώπινο. Άπιαστα έμειναν και του Θεού τα σήματα κι ο κόσμος γύρω γέμισε από θρύμματα διαβρωμένης συνείδησης.

Πάλεψε, μα κάποια στιγμή δεν άντεξε κι έπεσε στην έσχατη ένδεια. Εξαθλιωμένος, στη συνέχεια γύρισε πίσω στον τόπο που γεννήθηκε. Κι εκεί, όμως, συνάντησε τις ίδιες κακίες, την ίδια σκληρότητα και το άδικο περίσσευε. Η μόνη του παρηγοριά, το ζεστό χέρι των δικών του ανθρώπων, της μάνας του και της αδελφής του. Δίπλα του στάθηκε κι η Σμαραγδή, η μικρή, όμορφη φίλη των παιδικών του χρόνων, που τον αγαπούσε κρυφά και περίμενε...

Ο Χρήστος κατάφερε τελικά να ξανάβρει την χαμένη του ζωή, και να τη συνεχίσει από εκεί ακριβώς που την άφησε. Κι έτσι είναι. Κάποτε απ' την άλλη μεριά της φωτιάς, το καμένο, το δυνατό χέρι θα χλωριάσει ξανά μια μέρα, για να ισιώσει τις ζάρες του παθημένου κόσμου. Κι εδώ, υπήρχε ένας άλλος παθημένος κόσμος ριγμένος μες στα στενά πλαίσια ενός χωριού. Κι ο Χρήστος, για τους ανθρώπους αυτού του χωριού, έγινε ο στυλοβάτης του. Έγινε ελπίδα, φως, ο ήλιος που φάνηκε στα ξαφνικά πίσω από την καταχνιά κι έδιωξε τον κεραυνό και την βροχή! Κι εκείνοι, θα έλεγε εύλογα κανείς πως ήταν, οι...
 
 
 
 
Το άρωμα της μανόλιας
"Και τότε όρμησε μες στο δωμάτιο, συνοδευόμενο από το άρωμα της μανόλιας, ένα φεγγάρι κατακόκκινο που απέπνεε έρωτα... Αχ έρωτα! σκέφτηκε η Φαίδρα, δίχως την ύπαρξή σου και το δικό σου φως, θα μπορούσε ο άνθρωπος να υποψιαστεί ποτέ το άπειρο;"

Η Φαίδρα, όταν η απόφαση ωρίμασε μέσα της, ύστερα από δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια, επέστρεψε στη γενέτειρά της, τα Χανιά. Γύρισε με την ελπίδα να ξετυλίξει το κουβάρι του μυστηρίου, που έμεινε για καιρό μπερδεμένο. Να λάμψει επιτέλους το φως της αλήθειας και να βρεθεί ο ένοχος, που βύθισε στη θλίψη πολλές καρδιές, ώστε να γαληνέψει και η ψυχή της αγαπημένης της φίλης, που χάθηκε τόσο άδικα και ξαφνικά. Έπειτα, ενώ ο κύκλος των μυστηρίων πάει να κλείσει και τα κρυμμένα να αποκαλυφθούν, εντελώς αιφνιδιαστικά έρχεται στη ζωή της η αγάπη.
 
 
 
 
Το φιλί της καρδιάς
Όλα όσα κέντησαν, όλα όσα πόνεσαν την καρδιά της Μυρτώς, κάηκαν, έγιναν στάχτη. Και κάηκαν, γιατί τούτη η δυνατή καρδιά, δεν έστερξε την τόση τυραννία.
Ανέβηκε μόνη τον κακοτράχαλο δρόμο της, προσέχοντας να μη γδάρει την ψυχή της, περνώντας μέσα από τα δύσβατα μονοπάτια της ζωής. Πάλεψε, μάτωσε, ώσπου κάποτε, η ελπίδα της άνοιξε ένα παράθυρο στον ήλιο.
Η μοίρα τελικά νικήθηκε και σαν άλλος κλειδούχος, γύρισε με το κλειδί της τη γραμμή του πεπρωμένου στο φως. Και κείνη, ζωσμένη με δύναμη, σήκωσε το βλέμμα και κοίταξε κατάματα το εκτυφλωτικό φως της δικαίωσης, που ανέτειλε απρόσμενα μπροστά της.
Κρατώντας το χέρι του αγαπημένου της, ατένιζε το μέλλον με καρδιά και νου να πλέουν σε ήρεμα νερά, πάνω στα ύφαλα μέρη της αισιοδοξίας.

Η ζωή κάποτε την πρόδωσε και τη βύθισε στα πιο βαθιά μπουντρούμια μιας ανελέητης οδύνης. Όμως, εκείνη είχε μάθει πια, πως, για να φτάσει κανείς στη χαρά και στην ευτυχία, θα έπρεπε να περάσει μέσα από το δίαυλο του πόνου και της θλίψης... 
 
 
 
 
Το κρυστάλλινο δάκρυ του φεγγαριού
Η ζωή της αποκαλύφθηκε σιγά-σιγά, μέσα απ' τον πόνο και την απόλυτη μοναξιά. Οπτιμίστρια, η Έμμα απ' τη φτιάξη της και με μια ξεχωριστή προσωπικότητα κατάφερε εντελώς μόνη να μεγαλώσει και να μορφωθεί, χωρίς τη συμπαράσταση της οικογένειας. Ανέβηκε κι αυτή το δικό της Γολγοθά, όπως κι ο πατέρας της. Όμως, επειδή διέθετε μια ψυχή από ατσάλι, κατόρθωσε τελικά να φέρει τη ζωή εκεί όπου εκείνη ονειρεύτηκε: στον έρωτα, στη χαρά, στην ελπίδα...

Πόση δύναμη μπορεί να κρύβει η ψυχή του ανθρώπου, όταν εκείνος αιωρείται στις απέραντες αβύσσους του πόνου και της απελπισίας; Ποια δύναμη μπορεί να τον ωθήσει ξανά στο φως, για ν' αναπνεύσει απ' την αρχή το υπέροχο άρωμα της ζωής;
 
 
 
 
 
 

2 σχόλια:

  1. Ένα τεράστιο ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου γι' αυτή την εξαιρετική συνέντευξη!
    Πάντα επιτυχίες εύχομαι ολόψυχα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ όμορφη συνέντευξη! Αν και δεν περίμενα κάτι διαφορετικό από την αγαπημένη μου Τάνια, γιατί αν και από μια φιλία εξ' αποστάσεως, μέσω διαδικτύου δηλαδή, έχω εισπράξει πολλή αγάπη και είμαι ευγνώμων γι' αυτό!
    Και ακριβώς αυτό έλαβα και από τη συνέντευξη. Λόγια απλά, ανθρώπινα, συνετά και γεμάτα αγάπη για το έργο της!!! Εύχομαι ολόψυχα κάθε ευτυχία και πάντα όμορφα ταξίδια στα έργα της!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή