Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Συζητώντας με την Ειρήνη Νικολάκη - Καλαμάρη

 Συζητώντας με την Ειρήνη Νικολάκη - Καλαμάρη



Πριν διαβάσετε την όμορφη αυτή συνέντευξη θα ήθελα να ευχαριστήσω τη συγγραφέα για όλη τη κουβέντα μας και για τις γνώσεις που αποκόμισα από την ίδια τόσο μέσω του βιβλίου της "Μαντώ Μαυρογένους", ένα πραγματικό διαμάντι για τις βιβλιοθήκες μας αλλά και για τις πληροφορίες που μου πρόσφερε στη μεταξύ μας επικοινωνία! ♥ Τέλος, θα πω ότι αναμένω το νέο βιβλίο που ετοιμάζετε μιας και έμμεσα αφορά μία σπουδαία Ελληνική προσωπικότητα, με καταγωγή από τον τόπο μου, που δυστυχώς εδώ δεν τιμήθηκε όπως του όφειλε η τοπική κοινωνία παρά τα μεγάλα έργα που προσπάθησε να κάνει στην περιοχή μας. Συνήθως η πολιτική Ελλάδα τρώει τους σημαντικούς ανθρώπους της.. Είμαι σίγουρη ότι θα είναι ένα ακόμα σημαντικό έργο της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας!


Ερώτηση 1η: Ποιος/α είναι ο/η αγαπημένος/η σας συγγραφέας;

Ε.Κ.Ν.: Οι συγγραφείς με συντροφεύουν σε όλη μου τη ζωή μιλάω μαζί τους είτε είναι ζωντανοί είτε νεκροί δεν μπορώ να αναφερθώ μόνο σε έναν ή μία. Όσο επιστρέφουμε στο χρόνο τόσο οι προσωπικότητες είναι πιο ώριμες έχουν μεγαλύτερο βάθος. Ο Αλμπέρ Καμύ, ο Ερρίκος Ίψεν, ο Αυγουστος Στριντμπεργκ, ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Μισέλ Μονταίνι. Ο δικός μας εδώ στη Χίο ο Κωνσταντίνος Άμαντος ήταν συγκλονιστικός. Από γυναίκες, η Έλλη Αλεξίου, η Κική Δημουλά, η Κάρεν Χόρνευ, η Ίμογκεν Ζέγκερ.


Ερώτηση 2η: Ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;

Ε.Κ.Ν.: Το μυθιστόρημα του Έκτορ Μαλό «Χωρίς Οικογένεια»


Ερώτηση 3η: Τι σημαίνει η συγγραφή για εσάς;

Ε.Κ.Ν.: Η αέναη αναζήτηση της ανθρώπινης ύπαρξης πέρα από περιορισμούς; Ή μήπως ένα ταξείδι οραμάτων, με εικόνες και χρώματα, αισθήσεις, αναμνήσεις, βιώματα, νοσταλγίες και μουσικές ενός καινούριου κόσμου φανταστικού; Ή κάτι πολύ πιο απλό, λέξεις με αγάπη και πόνο ριγμένες σ’ ένα λευκό χαρτί που σε μαγεύουν; Τι απ’ όλα αυτά; Υπάρχει πιστεύω μια φράση που περικλείει όλα τα παραπάνω. Κατάθεση ζωής, ψυχής, σημαίνει για μένα η συγγραφή καταλήγω και παύω ν’ αναρωτιέμαι.


Ερώτηση 4η: Ποια είναι η πήγη έμπνευσής σας;

Ε.Κ.Ν.: Η πηγή ενός συγγραφέα είναι ο εαυτός του.


Ερώτηση 5η: Τι σας "ώθησε" να ξεκινήσετε τη συγγραφή;

Ε.Κ.Ν.: Η εσωτερική ανάγκη να διευρύνω τους ορίζοντές μου, ψάχνοντας αδιάκοπα τα όρια μιας κατάστασης που λέγεται ζωή.


Ερώτηση 6η: Πως θα χαρακτηρίζατε το τελευταίο σας βιβλίο "Μαντώ Μαυρογένους" με δύο λόγια;

Ε.Κ.Ν.: Ένα μυθιστόρημα ιστορικά τεκμηριωμένο, που σε ταξιδεύει στο χρόνο, στην ιστορία, με το μύθο να επεμβαίνει μόνο για να δώσει το χρώμα της εποχής και να φωτίσει χαρακτήρες, θεαματικά, αναφέρεται στην ηρωΐδα Μαντώ Μαυρογένους, ένα κομμάτι απ’ τα βαθιά σπλάχνα της Ελλάδας. Με πίστη στα ιδανικά της φυλής μας αγωνίζεται για ελευθερία, αξιοπρέπεια, περηφάνεια. Θυσιάζεται συνειδητά, γίνεται ολοκαύτωμα και κατακτά την αθανασία.


Ερώτηση 7η: Έχετε γράψει δύο ποιητικές συλλογές και πέντε μυθιστορήματα. Τι σας εμπνέει πιο πολύ από τα δύο;

Ε.Κ.Ν.: Το μυθιστόρημα. Με γοητεύει η δημιουργία καταστάσεων και ανθρώπων φανταστικών που αξιώνουν να βγουν στη σκηνή της ζωής, λαχταρώντας να ζήσουν κι αδυνατώ να τους χαλάσω το χατήρι.


Ερώτηση 8η: Τα τρια εκ των πέντε μυθιστορημάτων σας διαδραματίζονται σε προηγούμενες εποχές. Τι είναι αυτό που σας μαγνητίζει και σας ωθεί να γράφετε για το τότε και όχι για το τώρα;

Ε.Κ.Ν.: Η στείρα υλιστική εποχή μας που απογυμνώνει τη ψυχή, προβάλλει ασχήμιες, δεν δημιουργεί πρότυπα αξιών και δεν τροφοδοτεί την έμπνευση. Η τέχνη είναι ταμένη στην επιβράβευση της ομορφιάς. Προβάλλοντας κάποιες παλιές ομορφιές ελαχιστοποιείται η ασχήμια.


Ερώτηση 9η: Το τελευταίο σας βιβλίο, "Μαντώ Μαυρογένους", εξιστορεί την ιστορία μιας εκ των σημαντικότερων ηρωίδων της Ελληνικής επανάστασης του 1821. Γιατί επιλέξατε τη Μαντώ Μαυρογένους και όχι κάποιον άλλο;

Ε.Κ.Ν.: Η λαμπερή προσωπικότητα της Μαντώς, οι θυσίες της για την ελευθερία της πατρίδας της, η θριαμβευτική και συνάμα τραγική πορεία του βίου της, ο κατατρεγμός που υπέστη, η προδοσία της αγάπης, η απαξίωση της προσφοράς της, η εξαθλίωση κι η ανελέητη ερημιά που τύλιξε τη ζωή της, καθώς και τα λιγοστά λογοτεχνικά και μη, κείμενα που έχουν γραφτεί για κείνην, ήταν οι λόγοι της επιλογής μου.


Ερώτηση 10η: Ο Δημήτριος Υψηλάντης ήταν ένας άντρας χωρίς ιδιαίτερη εξωτερική εμφάνιση, πολλές φορές το είπε και η Μαντώ, αλλά τον αγάπησε βαθιά και με πάθος για την γενναιότητά του αλλά και τη ψυχή του. Πιστεύετε ότι στη σύγχρονη εποχή υπάρχουν τέτοιοι έρωτες;

Ε.Κ.Ν.: Ο βαθύς έρωτας την εξαγνίζει. Είναι μια ανάγκη του ανθρώπου που απαλύνει το φόβο της υπαρξιακής μοναξιάς. Δεν είναι θέμα εξωτερικής εμφάνισης και μόνο. Δεν γνωρίζει εποχές και καταστάσεις. Τον βλέπουμε και θα τον βλέπουμε να αναδύεται ζωντανός ακόμα και μέσα από συντρίμμια.


Ερώτηση 11η: Η Μαντώ Μαυρογένους είναι από τις λίγες ηρωικές προσωπικότητες που πρόσφεραν τόσα πολλά στην πατρίδα, οικονομικά και ηθικά, και δεν αποκόμισε ούτε μεγάλη τιμή από τις εξουσίες ούτε έστω κάποια από τα χρήματά της που δαπάνησε. Γιατί πιστεύετε ότι υποτιμήθηκε τόσο;

Ε.Κ.Ν.: Μας το λέει η ίδια στην αναφορά της προς τον Όθωνα «Γιατί εγώ καθ’ ό γυνή». Η αναγνώριση της γυναίκας την εποχή εκείνη στην Ελλάδα δεν ήταν κάτι αποδεκτό. Ξεπερνούσε τα κοινωνικά όρια και η Μαντώ τα υπερέβαινε πολύ. Οι αγώνες και οι θυσίες της περνούσαν στα «ψιλά». Αγνοούνταν είτε ηθελημένα, είτε αθέλητα. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι μεγάλος μέρος των αρχείων του Αγώνα καταστράφηκαν επίτηδες, είναι πολλά αυτά που δεν γνωρίζουμε.


Ερώτηση 12η: Γιατί θεωρείτε ότι η Μαντώ Μαυρογένους σε όλα τα βιβλία της ιστορίας ήταν στα "ψιλά γράμματα" και δεν αποτέλεσε η προσωπικότητά της έναυσμα για να αναφερθούν εκτενώς στο πρόσωπό της και στον αγώνα της;

Ε.Κ.Ν.: Είναι εντυπωσιακό το ότι η προσωπικότητα αυτής της υπέροχης γυναίκας αγνοήθηκε από τους νεότερους Έλληνες ιστορικούς. Ό,τι γνωρίζουμε το μαθαίνουμε από τους ξένους. Στον τόπο της εξέπληττε τους πάντες γιατί δεν ήταν όμοιά τους. Ξεχώριζε από το πλήθος. Τους ξεπερνούσε κι είναι επικίνδυνο να ξεπερνάς τους άλλους.


Ερώτηση 13η: Πόσο χρονοβόρα ήταν η διαδικασία να βρείτε όλο το υλικό που χρειαστήκατε προκειμένου να γράψετε αυτό το βιβλίο και να αποδώσετε στο χαρτί όλο το πάθος και τη πυγμή αυτής της σπουδαίας γυναίκας;

Ε.Κ.Ν.: Συνολικά η συγγραφή κράτησε τέσσερα χρόνια. Ένα χρόνο έρευνες, διάβασμα… τρία χρόνια εντατικό γράψιμο. Ήταν έργο επίπονο, μακρόχρονο, απαιτητικό.


Ερώτηση 14η: Αν για μία ημέρα γινόσασταν η Μαντώ Μαυρογένους ποιο κατόρθωμά της θα θέλατε να ζήσετε;

Ε.Κ.Ν.: Εκείνο της Μυκόνου. Πρωτόγνωρο, αξιοθαύμαστο. Μια νέα κοπέλα αναστημένη μέσα στις δαντέλες και στα μεταξωτά, να εμψυχώνει ένα ολόκληρο νησί τρομοκρατημένο, να πολεμά με το σπαθί στο χέρι σφάζοντας τους εχθρούς και να το σώζει απ’ τον όλεθρο.


Ερώτηση 15η: Η Μαντώ προσπάθησε εκτός από την απελευθέρωση της Ελλάδας, να εξισώσει τα δύο φύλα σε μία ανδροκρατούμενη εποχή. Πιστεύετε ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο την πολέμησαν και τη φοβήθηκαν οι άντρες "αντίπαλοί" της;

Ε.Κ.Ν.: Μια απελευθερωμένη γυναίκα σαν τη Μαντώ, σίγουρα φόβιζε την αυστηρά ανδροκρατούμενη κοινωνία της εποχής. «Αντίπαλοί» της όμως ήταν και οι γυναίκες που κι αν ακόμα δεν ήταν σε θέση να εννοήσουν τον αγώνα της για εξίσωση και ισοτιμία, την ζήλευαν και την φθονούσαν για την διαφορετικότητά της, υπονομεύοντας τις προσπάθειές της.


Ερώτηση 16η: Μετά από όλες τις μελέτες που έχετε κάνει γιατί πιστεύετε ότι ο Δημήτριος Υψηλάντης δε στάθηκε αντάξιος της Μαντώς Μαυρογένους;

Ε.Κ.Ν.: Προσωπικά πιστεύω ότι δεν ήταν άξιος να μοιραστεί μαζί της, το ύψιστο ιδανικό της αγάπης. Η αγάπη του δεν ήταν ούτε τόσο μεγάλη, ούτε τόσο δυνατή, όσο νομίζει αρχικά ο ίδιος. Γι αυτό και του έλειψε το σθένος να ξεπεράσει τα εμπόδια, τις δολοπλοκίες που παρουσιάστηκαν στη συνέχεια. Βέβαια έπαιξαν ρόλο και οι εξουθενωτικές συνθήκες της στρατιωτικής ζωής, και η κακή του υγεία, που σύντομα επέφεραν κούραση. Υπήρχε και το αίσθημα της ζήλειας, που φρόντιζαν να καλλιεργούν οι «φίλοι» του, λόγω της υστερημένης εξωτερικής του εμφάνισης και πυροδοτούσε την αμφιβολία για την τόση λατρεία της Μαντώς. Όλα αυτά νομίζω είχαν σαν αποτέλεσμα την προδοσία της σχέσης και την αθέτηση των υποσχέσεών του απέναντί της.


Ερώτηση 17η: Πιστεύετε ότι το ίδιο ασίγαστο πάθος όπως αυτό της Μαντώς, του Δημήτριου Υψηλάντη αλλά και όλων των ηρώων της Επανάστασης μπορεί να υπάρξει σε σύγχρονους ανθρώπους;

Ε.Κ.Ν.: Οι συνθήκες της εποχής μας δεν είναι κατάλληλες για να γεννήσουν τέτοιους ανθρώπους. Όμως η ψυχή της Ελλάδας δεν έχει πεθάνει. Μήτε θα πεθάνει. Στα σπλάχνα του ελληνικού λαού που απέκτησε την ελευθερία του μετά από αιώνες σκλαβιάς, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα μπορούν να ανδραγαθήσουν. Μας το διδάσκει η ίδια η ιστορία.


Ερώτηση 18η: Πιστεύετε πως είναι εύκολο να βρεθούν και τώρα προσωπικότητες παρόμοιες, είτε ανδρών είτε γυναικών, όπως αυτές των επαναστάσεων;

Ε.Κ.Ν.: Όσο πιο πολύ θα βυθίζονται οι άνθρωποι στην ύλη και δεν θα δημιουργούνται πρότυπα αξιών τόσο πιο πολύ θα στερεύουν οι κοινωνίες και θα σπανίζουν προσωπικότητες, που θα στοχεύουν σε υψηλά ιδανικά.


Ερώτηση 19η: Πείτε μας για ποιο λόγο θα πρέπει οι αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο σας.

Ε.Κ.Ν.: Για να γνωρίσουν με τρόπο ξεκούραστο τη συναρπαστική ζωή της ηρωϊκής και λησμονημένης Μαντώς Μαυρογένους, γυναίκα σύμβολο της ελληνικής παλιγγενεσίας, που ήταν, είναι και θα παραμείνει πρότυπο για τις επόμενες γενιές των Ελλήνων. Και επίσης να θυμηθούν στιγμές δόξας του Έθνους μας γιατί όπως μας είπε η Γαλλίδα λάτρης του ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού Ντε Σταλ, κόρη του Ζακ Νακέρ του τελευταίου υπουργού του Λουδοβίκου 16ου «Όποιος λησμονεί την ιστορία της χώρας του, δεν είναι άξιος να ζει την εποχή του, γιατί την έχει απαρνηθεί».


Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την τιμή που μου κάνετε να απαντήσετε στις ερωτήσεις!!! Καλοτάξιδα όλα τα βιβλία σας και πάντα επιτυχίες!!!


Η Ειρήνη Νικολάκη-Καλαμάρη γεννήθηκε στη Χίο, όπου εξακολουθεί να ζει με την οικογένειά της. Αποφοίτησε από το λύκειο και ασχολείται ποικιλότροπα με τη λογοτεχνία εδώ και χρόνια.
Αυτό είναι το έβδομο βιβλίο της. Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Μαθαίνοντας το σ’ αγαπώ αργά κυκλοφόρησε το 2003. Έχει επίσης εκδώσει τα μυθιστορήματα Με χρώμα και αλμύρα (2005), Το σπίτι στον Κάτω Αιγιαλό (2009) και Ο τελευταίος εραστής (2012), και τις ποιητικές συλλογές Ιριδισμοί (2004) και Άνθη λυκίσκου (2007).
"Μαντώ Μαυρογένους" κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Κέδρος, "Ο τελευταίος εραστής" το 2012 και "Το σπίτι στον Κάτω Αιγιαλό" το 2009 από τις εκδόσεις Διόπτρα, "Άνθη λυκίσκου" το 2007 από τις εκδόσεις Άλφα Πι, "Με χρώμα και αλμύρα" το 2005 από τις εκδόσεις Ωκεανίδα, "Ιριδισμοί" το 2004 από τις εκδόσεις Άλφα Πι και "Μαθαίνοντας το σ' αγαπώ αργά..." το 2003 από τις εκδόσεις Κονιδάρης.

Η Περεζιά, η πιστή παραμάνα της Μαντώς, της "Ηρωίδας της Μυκόνου", απογόνου της ένδοξης οικογένειας των Μαυρογένη, αφηγείται τη συναρπαστική ζωή της κυράς της. Μας οδηγεί σε ένα ταξίδι στους δρόμους της ιστορίας και του θρύλου, πλημμυρισμένο με εικόνες και αποκαλύψεις που συγκλονίζουν.
Η ωραία Μαντώ, γεννημένη το 1796 και γαλουχημένη με τις αρχές της προόδου και της ελευθερίας, ξεκινά από τη μακρινή Τεργέστη και φτάνει στο νησί της, τη Μύκονο, με το όραμα μιας αναγεννημένης Ελλάδας. Μεγαλόπρεπη και ηγεμονική, προχωράει βαθιά στην περιοχή του οράματός της, οδηγημένη από τη φλογερή αγάπη της για την πατρίδα. Επιλέγει συνειδητά τη θυσία και γίνεται ολοκαύτωμα για τη λευτεριά του έθνους.
Ο μεγάλος της έρωτας για τον Δημήτριο Υψηλάντη σημαδεύει βαθιά τη ζωή της. Η ίδια απομένει προδομένη, με την πικρή γεύση του κατατρεγμού, μέσα σε μια ανελέητη ερημιά και στέρηση, ενώ η φήμη της ξεπερνά τα σύνορα της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας.



 "Δεν ξέρω αν θα αγαπήσεις εμένα, τις μέρες μου, τις νύχτες μου, τις ώρες της άγριας μοναξιάς μου, τον τρόπο που σου δίνομαι. Μια στάλα αίμα απ το κορμί μου αν θα αγγίξεις. Ένας ορίζοντας αιμάτινος ακόμα κι εσύ. Εγώ απ' τη μεριά της ερημιάς κι εσύ του παραδείσου. [...] Από στιγμή σε στιγμή θ' ακούσω τις πατημασιές σου στη σκάλα, θα διαβείς το κατώφλι, θα 'ρθεις να με βρεις. Θα μείνω σφιγμένη πάνω στο κορμί σου, θα γίνω γη και χώμα, χάδι και φιλί κι έρωτας. Στάλες αγάπης θα στάζουν στην καρδιά μου, θα τη μουλιάζουν. Θα 'ρθεις και θα γίνει ο χρόνος ελαστικός, θα χωρέσουν όλα: ένα απέραντο παρόν και το άγνωστο μέλλον. Μη μ' αφήσεις, αγάπα με. Είσαι η αποκομμένη σύνδεση με τη ζωή, το κομμάτι της ψυχής με τα όνειρα, η τρελή χαρά, η ώρα του παραδείσου. Μη μ' αφήσεις. Η φωνή μου ψίθυρος και βόγκος ερωτικός και σπαραγμός του πόθου, ίδιος με το σπαραγμό της πεταλούδας σαν την παρασέρνει ο άνεμος και πέφτει νικημένα."
Ένα βιβλίο κεντημένο με ιστούς ζωής. Ένα συγκλονιστικό πορτρέτο τριών ανθρώπων, ενός άντρα και δύο γυναικών, που μια απρόβλεπτη μοίρα καθορίζει τη ζωή τους κι η αντοχή τους φτάνει ως τα όρια της ανθρώπινης ψυχής.
Σχέσεις που κλυδωνίζονται, χτυπιούνται αμείλικτα και επιβιώνουν μέσα σ' ένα καθάριο γαλάζιο φως.
Μια ιστορία της ζωής και της αγάπης που σώζεται κρεμασμένη στο χείλος ενός απύθμενου γκρεμού.




1881... Άνοιξη... Η Χίος βυθισμένη στη γλυκιά μακάρια γαλήνη της, ταράζεται συθέμελα -ισοπεδώνεται- από τον καταστροφικό φονικό σεισμό. Τούτος ο ανείπωτος "χαλασμός", έτσι έμεινε στην ιστορία, εκτός από ερείπια, κονιορτό και θάνατο, στιγμάτισε ανεξίτηλα το ριζικό των ηρώων μας, την οικογένεια του Ηλία και της Φραγκώς.
Όλα είναι εδώ: Αγωνία, ελπίδα, απαντοχή, καρτερία, αυταπάτη, ζήλια, φθόνος, μίσος, αγάπη, έρωτας, απόγνωση, γέννηση, θάνατος.
Όλα είναι εδώ: Όλα όσα υφαίνουν το θαύμα μα και την τραγωδία της ύπαρξης...





Ποιητική συλλογή




Στο δεύτερο αυτό μυθιστόρημά της η συγγραφέας Ειρήνη Νικολάκη-Καλαμάρη αφηγείται με λυρισμό την πολυτάραχη, αληθινή ιστορία του πατέρα της.
Ο πλοίαρχος Απόστολος Κομνηνός ρίχτηκε από πολύ νέος στην πάλη με τη θάλασσα και τη ζωή. Είδε ουρανούς ανοιχτογάλανους κι άλλους θολούς, γνώρισε γυναίκες όμορφες, γοργόνες της στεριάς, τολμηρές πόρνες κι άλλες σεμνότερες, έρωτες τρυφερούς και παθιασμένους, χαρές που τον ανέβασαν στα ύψη και λύπες που τον έριξαν στο βάραθρο. Μισεμοί πικροί κι αντάμωσες γλυκές ολόκληρη η ζωή του - μια ζωή με νίκες και θριάμβους, αλλά και με πόνους και δάκρυα.
"Η ιστορία μου", λέει η συγγραφέας, "που ξετυλίγεται από τις αρχές του 1900, με φόντο το νησί της Χίου, περικλείει σε εικόνες έντονα χρωματισμένες την ουσία μιας ζωής που αξίζει κάποιος να τη ζήσει".



Άπλωνες τα όνειρα υγρά, σε κόκινο ατλαζένιο σχοινί / για να στεγνώσουν από το δάκρυ που 'χε στάξει στη ψυχή σου, / Τα κοίμιζες τα βράδια στο σκοτάδι. / Τα τύλιγες στην παμπάλαιη ανέμη του χρόνου. / Τα 'παιρνες απ' το πανέρι της ζωής πλαί σου / και τα 'γνεθες με ρουμπίνι αδράχτι.



Γλιστρούσε ο χρόνος μεταξωτός μέσα από θύμησες που 'χαν τη λάμψη του χαμένου, από χρυσάφι αναλυτό κι άλλοτε μέσα από βαθιές ρωγμές, αγγίζοντας κομμάτια από σπασμένο γυαλί που μάτωναν. Τις νύχτες, τις ώρες της σιωπής, η Άννα κρυμμένη στη σκοτεινιά αφουγκραζόταν τα βήματα τ' απαλά της αγάπης. Περνούσε ακροπατώντας από κοντά της, πάνω από τα κλειστά της ματόκλαδα κι ένιωθε την ανάσα της ζεστή να χαϊδεύει το κορμί της.
Θα 'χει σίγουρα γραφτεί ο ορισμός της στα βιβλία, κι έψαξε στα κατάλληλα να τον βρει. Στο άλφα δεν υπήρχε. Πόνο θα την ονόμασαν και δεν το 'μαθα, ψιθύρισε απορημένη. Και κοίταξε στο πι. Ούτε και σ' αυτό ήταν. Ίσως να την είπαν φως! Και μόλις άνοιξε την σελίδα, το φως την πλημμύρισε. Στο γρήγορο και ξαφνιασμένο ανοιγόκλειμα των ματιών της πρόφτασε κι έκλεισε μια αχτίδα. Την κράτησε και σχεδόν μ' ευλάβεια την απόθεσε στο σημείο της καρδιάς.


 
 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου